Διάγραμμα – Περίληψη
Θέματος ΙΔ' τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή»
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας,
περιόδου ΙΓ', ἔτους 2018-2019.
Ἡ προσευχή, ὡς «ὁδός σωτηρίας»: Ἡ προσευχή εἶναι μέθοδος,
πού συνδέεται ἄρρηκτα μέ τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ σωτηρία
καί ἡ θεώση. Ἄρα, ἡ προσευχή εἶναι «ὁδός» σωτηρίας καί θεώσεως. Ὁ σκοπός της
ταυτίζεται μέ τόν σκοπό ὅλων τῶν πνευματικῶν ἔργων καί ὅλων τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν.
Ὡστόσο, ἡ προσευχή εἶναι ἐπί πλέον ἀπό «ὁδός σωτηρίας»: εἶναι μορφή κοινωνίας,
ἑνώσεως, «συνουσίας» μέ τόν Θεό. Ἐπειδή ἡ «ὁδός τῆς σωτηρίας» ἔχει διάφορα
στάδια, ὑπάρχουν καί διάφορες βαθμῖδες προσευχῆς, ἀλλά καί διάφοροι καρποί ἤ
ἀποτελέσματα προσευχῆς. Τά στάδια τῶν σωζομένων, κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση,
εἶναι α) ἡ κάθαρση, β) ὁ φωτισμός καί γ) ἡ θέωση.
Ἡ προσευχή, ὡς μέθοδος καθάρσεως: Στό πρῶτο στάδιο (κάθαρση)
ἡ προσευχή ἐνεργεῖ ὡς ἰσχυρό ὅπλο ἐναντίον τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας. Κατά
συνέπειαν, πρῶτος καρπός τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ κάθαρση. Γι’ αὐτό οἱ Πατέρες
συνιστοῦν τήν προσευχή, ὡς ὅπλο ἐναντίον παντός πειρασμοῦ. Διά τῆς προσευχῆς ὁ
ἀγωνιζόμενος δέν ἐγκαταλείπεται στίς δικές του δυνάμεις, ἀλλά καταφεύγει στόν
Θεό, ἐπικαλεῖται τή βοήθειά του καί λαμβάνει ἀπό Αὐτόν δύναμη. Ἐπειδή μέσω τῶν παθῶν
ἐνεργοῦν συνήθως οἱ δαίμονες, ἡ προσευχή εἶναι ἰσχυρότατο ὅπλο κατά τοῦ διαβόλου,
σύμφωνα μέ τή διαβεβαίωση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου (Ματθ. 17,21). Ἐπίσης, ἡ προσευχή
συμβάλλει στήν ἐνίσχυση καί ἑδραίωση τῶν ἀρετῶν ἐπί τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος.
Ἐπειδή, προϋπόθεση τῆς καθάρσεως εἶναι ἡ αὐτογνωσία, ἡ συναίσθηση τῆς
ἁμαρτωλότητος, ἡ ἐπίγνωση τῆς ἀσθενείας μας, ἡ προσευχή εἶναι μέσο αὐτογνωσίας,
μέθοδος διά τῆς ὁποίας γνωρίζουμε τήν ἀσθένειά μας, τήν ἁμαρτωλότητά μας, τήν
πνευματική μας κατάσταση, τό ἴδιο τόν ἑαυτό μας.
Προσευχή καί πνευματικά χαρίσματα: Ἡ προσευχή ἐλκύει τή
Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ κατά τήν πνευματική κατάσταση τοῦ προσευχομένου,
ἀλλά καί ὅπου θέλει, ὅπως θέλει καί ὅποτε θέλει. Πολλές φορές ὁ προσευχόμενος
ἔχει ἀμυδρή αἴσθηση τῆς Χάριτος ἀκόμη καί στά ἀρχικά στάδια τοῦ πνευματικοῦ του
ἀγῶνος. Ἀνάλογα μέ τήν πνευματική πρόοδο τοῦ προσευχομένου, ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται
τά ἀποτελέσματα τῆς Χάριτος ἐντός τοῦ ἀνθρώπου, τά ὁποῖα ὁ ἀπόστολος Παῦλος
ἀποκαλεῖ «καρπούς τοῦ (Ἁγίου) Πνεύματος» καί εἶναι: «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη,
μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια» (Γαλ. 5, 22-23). Ἀρχίζουν,
ἐπίσης, νά ἐμφανίζονται παράλληλες ἐμπειρίες Χάριτος, ὅπως ἡ κατάνυξη, τά «δάκρυα
μετανοίας», τά «δάκρυα κατανύξεως» κ.ἄ. Σέ πολλές περιπτώσεις μπορεῖ νά
ὑπάρχουν ἐμφανίσεις Ἀγγέλων, ἐμφανίσεις Ἁγίων, ἐμφανίσεις τῆς Θεοτόκου,
ἔκτακτες θεῖες ἀποκαλύψεις κ.λπ. Ὡστόσο οἱ ἐμπειρίες αὐτές δέν εἶναι ἐμπειρίες
θεοπτίας καί θεώσεως. Παράλληλα, ἀρχίζει νά ἀναπτύσσεται καί τό χάρισμα τῆς διακρίσεως,
ὥστε ὁ προσευχόμενος νά μπορεῖ νά διακρίνει τίς ἐμπειρίες τῆς Χάριτος ἀπό τίς
δαιμονικές καί τίς φυσικές ἐνέργειες. Ἀπό τό στάδιο τοῦ φωτισμοῦ, συνήθως,
ἀρχίζουν νά ἐμφανίζονται τά «πνευματικά χαρίσματα», τά ὁποῖα διακρίνονται σαφῶς
ἀπό τά «φυσικά χαρίσματα». Τά «πνευματικά χαρίσματα» ἱεραρχοῦνται: ἀρχίζουν ἀπό
τά διάφορα εἴδη τῆς «νοερᾶς προσευχῆς» («γλωσσολαλία»), φθάνοντας μέχρι τά
«κρείττονα χαρίσματα» καί εἶναι, κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο: «πρῶτον ἀπόστολοι,
δεύτερον προφῆται, τρίτον διδάσκαλοι, ἔπειτα δυνάμεις, ἔπειτα χαρίσματα ἰαμάτων,
ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν» (Α΄ Κορ. 12,28). Ἄν καί ἡ παροχή τῶν
«πνευματικῶν χαρισμάτων» δέν εἶναι αὐτοσκοπός, ἀλλά δίδονται γιά τήν οἰκοδομή
τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, οἱ πιστοί προτρέπονται νά ἐπιδιώκουν τά «χαρίσματα»
καί μάλιστα «τά χαρίσματα τά κρείττονα» (Α΄ Κορ. 12,31).
Ἡ προσευχή, ὡς φωτισμός: Ὅταν διά τῆς προσευχῆς, διά τῶν ἐκκλησιαστικῶν
Μυστηρίων καί διά τῆς ἐργασίας τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν καθαρθεῖ τό «πταῖσαν καί
πρωτοπαθῆσαν» ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου, ὁ «νοῦς», τότε τό ὄργανο αὐτό ἀνακτᾶ τό
ἀρχικό του φῶς καί ἡ κατάσταση αὐτή τοῦ ἀνθρώπου ἀποκαλεῖται «φωτισμός». Στήν
κατάσταση αὐτή ἡ ἐνέργεια τοῦ «νοῦ» εἰσέρχεται (ἐπιστρέφει) στήν «καρδία» καί
ἐκεῖ προσεύχεται ἀδιαλείπτως. Δηλαδή, στήν κατάσταση τοῦ φωτισμοῦ ἐνεργεῖ τό
ἀνώτερο εἶδος τῆς προσευχῆς, ἡ λεγομένη «νοερά προσευχή». Ἐπειδή ἡ προσευχή αὐτή
ἐνεργεῖ καί τελεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ, ὀνομάζεται καί «καρδιακή προσευχή», καί
ἐπειδή ἐν τῇ καρδίᾳ ἐνεργεῖ καί τελεῖται ἀδιαλείπτως, ὀνομάζεται καί «ἀδιάλειπτος
προσευχή». Ἐπειδή, τέλος, ἡ προσευχή αὐτή εἶναι συμπροσευχή τοῦ προσευχομένου
καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (ἐνεργεῖται ἡ προσευχή διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος), ἡ κατάσταση
τοῦ νοερῶς, καρδιακῶς καί ἀδιαλείπτως προσευχομένου εἶναι κατάσταση πνευματοφόρου
ἀνθρώπου. Ὡστόσο, τό ἀνώτατο αὐτό εἶδος προσευχῆς δέν εἶναι ὁ ἔσχατος
προορισμός τοῦ ἀνθρώπου: ὁ προορισμός αὐτός εἶναι ἡ θέωση.
Προσευχή καί θέωση: Στό τρίτο στάδιο τῆς θεώσεως παύει ἡ πλέον προσευχή.
Στό στάδιο αὐτό ἐμφανίζεται ὁ Χριστός ἐν τῇ ἀκτίστῳ Αὐτοῦ Δόξῃ καί Ἐνεργείᾳ καί
δοξάζει τούς θεωροῦντας Αὐτόν. Ὁ ἐν Χριστῷ δοξασμός εἶναι ἡ ὕψιστη κατάσταση,
στήν ὁποία μπορεῖ νά φθάσει ὁ ἄνθρωπος στήν παροῦσα, ἀλλά καί στή μέλλουσα ζωή,
εἶναι ὁ ἔσχατος προορισμός τοῦ ἀνθρώπου. Στήν κατάσταση αὐτή ὁ Θεός δέν εἶναι πλέον
ἀναζητούμενος (διά τῆς προσευχῆς), ἀλλά παρών. Ἐδῶ ὁ Θεός θεωρεῖται «πρόσωπον
πρός πρόσωπον» καί ὄχι «δι’ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι», ὅπως στήν κατάσταση τῆς νοερᾶς
προσευχῆς. Ἡ κατάσταση αὐτή εἶναι προσωρινή στόν «παρόντα αἰῶνα» καί μόνιμη
στόν «μέλλοντα αἰῶνα». Ὅταν στόν «παρόντα αἰῶνα», διακόπτεται ἡ θεοπτική
ἐμπειρία, τότε ἐπανέρχεται ἡ προσευχή στήν ἀνώτατη βαθμίδα της (νοερά προσευχή).
Ὡστόσο, καί στόν «μέλλοντα αἰῶνα» ὁ ἄνθρωπος δέν μένει ἀπαθής καί ἀνενεργός,
θεωρῶντας τή Δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀποκάλυψη κάνει λόγο γιά «καινές ὠδές», πού
ψάλλουν οἱ Ἅγιοι στόν οὐρανό (Ἀποκ. 14,3). Προφανῶς, πρόκειται γιά ἕνα νέο
εἶδος προσευχῆς, ὑμνολογίας, δοξολογίας τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο διαφέρει οὐσιαστικά
ἀπό τίς προσευχές τοῦ «παρόντος αἰῶνος» καί ταυτίζεται, πιθανῶς, μέ τό ἔργο τῶν
Ἀγγέλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου