ΤΕΥΧΟΣ 62 ΤΡΙΠΟΛΙΣ
ΜΑΪΟΣ – ΙΟΥΝΙΟΣ 2009
ΛΕΥΚΗ ΚΑΙ
ΜΑΥΡΗ ΜΑΓΕΙΑ
ΑΚΡΑΙΕΣ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΤΙΚΕΣ
ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἡ μαγεία στόν κόσμο τῆς ἐπιστήμης
Σέ παλαιότερα τεύχη τοῦ
ἐντύπου μας εἴχαμε ἀναφερθεῖ
γενικά στό φαινόμενο τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί στίς διάφορες
μορφές του. Ἀποκρυφισμός εἶναι ἡ
πίστη σέ ἀπόκρυφες (=δαιμονικές) δυνάμεις καί ἡ
χρήση ἀπόκρυφων (=δαιμονικῶν) τεχνικῶν
γιά τήν ἐπαφή καί προσέγγιση μέ αὐτές τίς δυνάμεις. Στίς
πιό ἀκραῖες μορφές του ἀνήκουν καί οἱ
τεχνικές τῆς λευκῆς καί μαύρης μαγείας,
μέ εὐρύτατη ἐξάπλωση στήν ἐποχή
μας, παρά τό γεγονός, ὅτι θεωρεῖται ἐποχή
τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπιστήμης.
Λόγω ἀκριβῶς τῆς μεγάλης ἐξάπλωσης αὐτῶν
τῶν τεχνικῶν, θεωρήσαμε σκόπιμο
νά ἀφιερώσουμε τό τεῦχος αὐτό
στό συγκεκριμένο πρόβλημα, ἀπαντώντας σέ ἐρωτήματα,
ὅπως: Ὑπάρχουν μάγια στήν ἐποχή
μας; Τί δύναμη ἔχουν τά μάγια καί μέχρι ποῦ ἐκτείνεται
ἡ ἐπίδρασή τους; Ὑπάρχει καλή μαγεία ἐκτός
ἀπό κακή; Σέ τί διαφέρει ἡ λευκή ἀπό
τή μαύρη μαγεία; Τί συνέπειες ἔχει ἡ
ἐνασχόληση μέ τή μαγεία; Πῶς ἀντιμετωπίζει
τό φαινόμενο ἡ Ἐκκλησία μας;
Προκαταβολικά ὀφείλουμε
νά διευκρινίσουμε ὅτι, ἔναντι τοῦ φαινομένου, ἐμφανίζονται
συνήθως (ἀκόμη καί μεταξύ ἀνθρώπων τῆς
Ἐκκλησίας) δυό ἀκραῖες,
ἐντελῶς ἐσφαλμένες καί διαμετρικά ἀντίθετες μεταξύ τους τοποθετήσεις.
Ἡ πρώτη δέν ἀποδέχεται κἄν
τήν ὕπαρξη τῆς μαγείας. Θεωρεῖ
πῶς ὅ,τι ἐμφανίζεται ὡς μαγεία ἀποτελεῖ
εἴτε ἀπάτη (κάποιοι ἐξαπατοῦν
καί ἐκμεταλλεύονται συνανθρώπους τους μέσω τέτοιων «τεχνασμάτων»),
εἴτε τύχη (δυσάρεστα περιστατικά ἤ
μορφές κακοῦ, πού ἐμφανίζονται ὡς
ἀποτελέσματα μαγείας, θεωροῦνται ἁπλῶς
ὡς προϊόντα τύχης ἤ ἐκλαμβάνονται
ὡς συμπτώσεις). Κατά τή δεύτερη ἄποψη,
ἀντίθετα, κάθε κακό μέ φυσική συνήθως αἰτία,
ἐκλαμβάνεται ὡς ἀποτέλεσμα
μαγείας, μέ συνέπεια νά προκαλεῖται ἀδικαιολόγητος
φόβος ἤ ἀκόμη καί πανικός μεταξύ τῶν ἀνθρώπων.
Τί ἀκριβῶς εἶναι, ὅμως, ἡ
μαγεία;
Ὕπαρξη καί οὐσία τῆς μαγείας
Ἡ
ὕπαρξη τῆς μαγείας ἐπιβεβαιώνεται
ἀπό πραγματικά καί ἱστορικά δεδομένα. Τό
φαινόμενο εἶναι διαχρονικό καί πανανθρώπινο, εἶναι
φαινόμενο πού ὑπῆρχε πρό τοῦ Χριστοῦ
καί συναντᾶται σέ κάθε κοινωνία. Ὅλες σχεδόν οἱ
πρωτόγονες θρησκεῖες ἔχουν ἔντονα μαγικό χαρακτῆρα.
Στήν ἀρχαία Ἑλλάδα ἡ
θέση τοῦ μάγου (μάντη) ἦταν ἰδιαίτερα
τιμητική. Τό ἴδιο συνέβαινε καί σέ ἄλλους λαούς τῆς
ἀρχαιότητας. Ἡ Καινή Διαθήκη ἀναφέρεται
σέ περιπτώσεις μάγων τῆς ἐποχῆς, ὅπως ὁ Σίμων (Πράξ. 8,9-24), ὁ Ἐλύμας
(Πράξ. 13,8), ἡ «μαντευομένη» τῶν Φιλίππων (Πράξ. 16, 16)
κ.ἄ. Ἡ Παλαιά Διαθήκη μαρτυρεῖ σαφῶς
γιά τήν εὐρεία διάδοση τοῦ φαινομένου (Ἐξοδ.
7, 10-12). Στόν Μεσαίωνα εἶχε προσλάβει τεράστιες
διαστάσεις στήν Εὐρώπη καί ἀλλοῦ.
Ἀκόμη καί σήμερα σέ πρωτόγονες φυλές τῆς
Ἀφρικῆς ὁ μάγος τοῦ χωριοῦ
συγκεντρώνει στό πρόσωπό του ὅλες τίς ἐξουσίες:
εἶναι ὁ «ἱερεύς», ὁ «πρόεδρος», ὁ
«ἰατρός», ὁ «δικαστής», ὁ
ἄνθρωπος στόν ὁποῖο
καταφεύγουν οἱ πάντες γιά τή «λύση» ὅλων τῶν
προβλημάτων τους. Ὁ μάγος αὐτός ἐνδέχεται
νά εἶναι καί ἕνα μικρό παιδί! Στήν ἐποχή
μας οἱ διαστάσεις τῆς μαγείας μεταξύ τῶν
πολιτισμένων λαῶν πιστοποιοῦνται ἀπό
τήν πληθώρα ἀναφορῶν γιά μάγους, μέντιουμ,
μελλοντολόγους, ἀστρολόγους κ.λ.π. σέ περιοδικά, ἐφημερίδες
καί μέσα ἐνημερώσεως (τηλεόραση), ἀπό τή συνεχῶς
αὐξανόμενη ἐκδοτική παραγωγή ἀποκρυφιστικῶν
βιβλίων, πού ἔχει κατακλύσει τήν ἐκδοτική ἀγορά,
καί ἰδιαίτερα ἀπό τήν εὑρύτατη
χρήση σύγχρονων ἡλεκτρονικῶν μέσων, ὅπως
τό διαδίκτυο (internet). Πρόκειται γιά ὁλόκληρο κύκλωμα ἀποκρυφισμοῦ,
πού διακινεῖ τεράστια χρηματικά ποσά ἀπό ἐκμετάλλευση
συνανθρώπων μας. Στόν ἐξωχριστιανικό χῶρο ἡ
μαγεία ἀποτελεῖ συνήθως προσπάθεια τοῦ
ἀνθρώπου νά ἐλέγξει ἄγνωστες
(ἀπόκρυφες) ἤ «θεϊκές» δυνάμεις,
θέτοντάς τες στήν ὑπηρεσία του. Οἱ ἀγνοοῦντες
τή χριστιανική πίστη δέν ἀντιλαμβάνονται, προφανῶς, ὅτι
αὐτές οἱ ἀπόκρυφες
ἤ «θεϊκές» δυνάμεις δέν εἶναι τίποτε ἄλλο
παρά δαιμονικές δυνάμεις.
Στόν Ὀρθόδοξο
χῶρο ἡ ὕπαρξη τῆς μαγείας συνδέεται ἄρρηκτα
μέ τήν πραγματική ὕπαρξη τοῦ διαβόλου: ἄν
ὑπάρχει ὁ διάβολος, ὑπάρχει
καί μαγεία (ἀφοῦ ἡ μαγεία εἶναι ἕνα
ἀπό τά κατ’ ἐξοχήν «ἔργα»
τοῦ διαβόλου). Ὅπως εἶναι
γνωστό, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέχεται, ὅτι ὁ
διάβολος ὑπάρχει πραγματικά. Δέν εἶναι μιά ἀφηρημένη
ἔννοια ἤ εἰκόνα
ἤ προσωποποίηση τοῦ κακοῦ.
Εἶναι συγκεκριμένη ὕπαρξη, ἤ
μᾶλλον πολλές συγκεκριμένες ὑπάρξεις, ἀφοῦ
ὑπάρχουν πολλά δαιμόνια («λεγεῶνες»
δαιμονίων). Ὁ διάβολος εἶναι δημιούργημα τοῦ
Θεοῦ μέ ἀγγελική φύση, πού ἐξέπεσε, ὅμως,
ἀπό τήν κατάσταση τῆς δόξης, στήν ὁποία
τόν ἔθεσε ὁ Θεός, κάνοντας κακή
χρήση τῆς ἐλευθερίας του, καί ἔγινε ἄγγελος
σκοτεινός καί ἐργάτης τοῦ κακοῦ.
Ἡ πτώση τοῦ Ἑωσφόρου
(τοῦ πρώτου τῶν Ἀγγέλων)
συμπαρέσυρε ὁλόκληρο τάγμα στήν ἴδια κατάσταση, μέ ἀποτέλεσμα
ἕνα πλῆθος Ἀγγέλων
νά μεταβληθεῖ σέ δαίμονες. Ὁ διάβολος ἐμφανίζεται
ἀμέσως μετά τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου
καί τόν συμπαρασύρει στήν πτώση. Ἡ πτώση τοῦ
ἀνθρώπου εἶναι ἀποτέλεσμα
τῆς «ἀπάτης τοῦ ὄφεως»,
λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας,
γι’ αὐτό μετά ἀπ’ αὐτήν
ὁ διάβολος κυριάρχησε στόν κόσμο (Ἰω.
12, 31, Ἐφεσ. 6,12), ὑποδουλώνοντας ὄχι
μόνο ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, ἀλλά
καί τήν ἄλογη κτίση (Ρωμ. 8, 20-22). Ἡ κυριαρχία τοῦ
διαβόλου ἐπέφερε τή γενική ἐπικράτηση τῶν
δαιμονικῶν «ἔργων», ὅπως ἡ
ἁμαρτία, οἱ δαιμονικές τεχνικές τῆς
μαγείας, τῆς μαντείας καί τοῦ ἀποκρυφισμοῦ
γενικά, ἡ ἴδια ἡ λατρεία τοῦ διαβόλου (σατανισμός)
καί πολλά ἄλλα, μέσῳ τῶν
ὁποίων ὁ διάβολος
καταδυναστεύει τόν κόσμο.
Πῶς,
ὅμως, καταδυναστεύει ὁ διάβολος; Ποιά δύναμη
ἔχουν τά δαιμονικά «ἔργα»; Μποροῦν
οἱ δαιμονικές τεχνικές (ἡ μαγεία) νά
προξενήσουν κακό; Κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὁ
διάβολος δέν ἔχει μόνο πραγματική ὕπαρξη, ἀλλά
καί πραγματική δύναμη. Ἡ δύναμή του ὑπερβαίνει κατά πολύ
τήν ἀνθρώπινη. Μπορεῖ νά προκαλέσει
καταστροφές, μπορεῖ νά προκαλέσει ἀσθένειες, μπορεῖ
νά προκαλέσει ἀκόμη καί τόν θάνατο, ὅπως βλέπουμε στό
βιβλίο τοῦ Ἰώβ (κεφ. 1 καί 2). Βέβαια, ἡ δύναμη αὐτή
δέν εἶναι ἀνεξέλεγκτη. Ἔχει ὅρια
καί περιορισμούς καί δρᾶ, ὅσο τῆς ἐπιτρέπει ὁ Θεός (Ἰώβ,
1,12 καί 2,6)· γιατί, παρά τή γενική κυριαρχία τοῦ διαβόλου στόν κόσμο, ἔσχατος
κυρίαρχος παραμένει ὁ Θεός. Ἡ δύναμη τοῦ
διαβόλου, ὅπως ἐκδηλώνεται μέσῳ τῶν
δαιμονικῶν τεχνικῶν (μαγεία, ἀποκρυφισμός),
μπορεῖ νά ἐπηρεάσει ἄμεσα ὅσους
τοῦ παραχωροῦν δικαιώματα μέ τίς
προσωπικές τους ἁμαρτίες καί δέν εἶναι κατοχυρωμένοι μέ
τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά ὑποτιμοῦμε
τή δύναμη τῆς μαγείας. Ὁ ἅγιος
Κυπριανός ἦταν μάγος πρίν γίνει Χριστιανός. Ἀσκοῦσε
συστηματικά τή μαγεία καί ἡ ἄσκησή
της εἶχε στήν περίπτωσή του ὁρατά ἀποτελέσματα!
Δέν ἀποκλείονται, βέβαια, καί οἱ περιπτώσεις ἀπάτης:
κάποιοι δηλ. προσποιοῦνται τόν μάγο, χωρίς νά ἔχουν πραγματική σχέση
με τή μαγεία, μέ σκοπό τήν οἰκονομική ἐκμετάλλευση
τῶν ἀφελῶν. Ἀπαιτεῖται, λοιπόν, διάκριση,
γιατί ὅ,τι ἐμφανίζεται ὡς μαγεία δέν εἶναι
πάντοτε μαγεία.
Εἴδη
μαγείας ὑπάρχουν πολλά. Στό Εὐχολόγιο τῆς
Ἐκκλησίας ἀναφέρονται ἡ
φαρμακεία, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ἀστρομαντεία,
ἡ ἀστρολογία, ἡ νεκρομαντεία, ἡ
ὀρνεοσκοπία. Σ’ αὐτά μπορεῖ
νά προστεθοῦν καί κάποιες φαινομενικά ἀκίνδυνες τεχνικές, ὅπως
τό «ξεμάτιασμα» (μέ διάφορες μεθόδους καί ὄχι μέ τήν «Εὐχή
ἐπί βασκανίαν», πού διαβάζεται ἀπό
Ἱερεῖς), τό «ρίξιμο τῶν χαρτιῶν»,
ἡ «μελέτη τοῦ καφέ», ἡ
χρησιμοποίηση «φυλακτῶν», ὅπως χάντρες «γιά τό μάτι», ἀντικείμενα πού φέρνουν
«γούρι» κ.ἄ. Κοινό χαρακτηριστικό ὅλων αὐτῶν
εἶναι ἡ δαιμονική προέλευση καί ὅτι ἀπ’
αὐτά ἐπιτελεῖται τό κακό (μόνο τό
κακό), πού εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν ἔργο
τοῦ διαβόλου. Συνήθως ἡ μαγεία διακρίνεται σέ
λευκή καί μαύρη. Κάποιοι πιστεύουν ὅτι κακή εἶναι
μόνο ἡ μαύρη, ἐνῶ
ἡ λευκή εἶναι καλή μαγεία (γίνεται
«γιά καλό»). Ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ἡ
μαύρη μαγεία ἐπικαλεῖται κακά πνεύματα, ἐνῶ
ἡ λευκή ἐπικαλεῖται
καλά πνεύματα καί ἄλλοι πιστεύουν ὅτι ἡ
μαύρη μαγεία «δένει», ἐνῶ ἡ λευκή «λύνει» τά μάγια. Ὅμως, ὅπως
ἤδη ἀναφέραμε, ἡ μαγεία (τόσο ἡ
μαύρη, ὅσο καί ἡ λευκή) ἔχει
δαιμονική προέλευση καί σχετίζεται μόνο μέ τό κακό. Δέν ὑπάρχει,
λοιπόν καλή μαγεία, οὔτε μαγεία πού «λύνει» τά μάγια. Ἡ
μαγεία γίνεται πάντα γιά κακό. Ἡ μόνη διαφορά μεταξύ
λευκῆς καί μαύρης μαγείας εἶναι ὅτι
στή μαύρη τό κακό φαίνεται, ἐνῶ
στή λευκή τό κακό κρύβεται, ἐμφανίζεται δηλ. μέ τό
προσωπεῖο τοῦ καλοῦ. Πρόκειται γιά πολύ
γνωστή τακτική τοῦ διαβόλου: «αὐτός γάρ ὁ
σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον
φωτός», λέει ἡ Ἁγία Γραφή (Β' Κορ. 11,14). Κατά τόν ἴδιο
τρόπο, τά ὄργανά του, οἱ μάγοι,
«μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης» (Β' Κορ. 11,15): λένε ὅτι
«λύνουν» μάγια καί ὅτι κάνουν «τό καλό». Ἡ δαιμονική ἀπάτη,
πού κρύβεται κάτω ἀπό Ὀρθόδοξο χριστιανικό προσωπεῖο, φθάνει κάποιες
φορές σέ σημεῖο, ὥστε πολλοί μάγοι νά ἔχουν τόν χῶρό
τους γεμᾶτο μέ ἱερές εἰκόνες
καί ἄλλα χριστιανικά σύμβολα ἤ νά δίνουν ἀκόμη
καί «πνευματικές συμβουλές» («Γιά νά λυθεῖ τό πρόβλημά σου,
πρέπει νά κάνεις τόσα Εὐχέλαια, τόσες Λειτουργίες, νά κοινωνήσεις τόσες φορές!»
κ.λ.π).
Ὑπάρχουν
ἀγαθά πνεύματα στόν «ἀπόκρυφο» κόσμο; Ἡ
Ὀρθόδοξη Παράδοση κάνει λόγο γιά ἀόρατο
καί ὄχι γιά ἀπόκρυφο κόσμο καί ἀπόκρυφες
δυνάμεις. Στόν κόσμο αὐτό, ἐκτός ἀπό τόν Θεό (τόν
Δημιουργό τοῦ ἀόρατου κόσμου), ὑπάρχουν μόνο οἱ
Ἄγγελοι, οἱ δαίμονες καί οἱ
ψυχές τῶν ἀνθρώπων (τῶν κεκοιμημένων). Τίποτε
ἄλλο ἀπ’ αὐτά δέν ὑπάρχει. Καί οἱ
μόνες δυνάμεις (ἐνέργειες), πού ὑπάρχουν γενικά στόν
κόσμο, εἶναι οἱ θεϊκές, οἱ
δαιμονικές καί οἱ φυσικές δυνάμεις. Ὁ τρόπος ἐπικοινωνίας
μέ τούς Ἀγγέλους εἶναι γνωστός: γίνεται
μέ τήν προσευχή, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν ἄσκηση, μέ τόν ἐκκλησιαστικό
βίο, μέ τή μυστηριακή ζωή. Ἡ ἐπικοινωνία
μέ τούς Ἀγγέλους (μέ τούς Ἁγίους, μέ τόν Θεό) δέν
ἔχει ἐξαναγκαστικό χαρακτῆρα, δηλ. δέν ἐξαναγκάζουμε
τούς Ἀγγέλους νά ἐπικοινωνήσουν μαζί μας
μέ κάποιες τεχνικές, ὅπως συμβαίνει στόν χῶρο τῆς
μαγείας (ὅπου ἰσχύει ἡ ἀρχή
τῆς συναλλαγῆς: «do ut des», «δός
μου γιά νά σοῦ δώσω»). Οὔτε ὑπάρχουν
ἄνθρωποι πού ἔχουν εἰδικό
«χάρισμα» νά ἐπικοινωνοῦν μέ τά πνεύματα. Γιά ὅλους
ἰσχύουν οἱ ἴδιες
ἀκριβῶς προϋποθέσεις. Πέρα ἀπό τόν τρόπο πού
περιγράψαμε, κάθε ἄλλη μορφή ἐπικοινωνίας μέ ἀόρατες
ἤ «ἀπόκρυφες» δυνάμεις ἤ μέ πνεύματα (πονηρά ἤ
«ἀγαθά») εἶναι ἐπικοινωνία
μέ δαιμονικά πνεύματα καί μέ δαιμονικές δυνάμεις!
Συνέπειες
καί ἐπιπτώσεις τῆς μαγείας
Γιά νά κατανοήσουμε
τίς συνέπειες καί ἐπιπτώσεις τῆς μαγείας, πρέπει νά
γνωρίζουμε, ὅτι ἰσχύει ὡς γενική καί ἀπαράβατη
ἀρχή ὅτι «τίποτε καλό δέν προέρχεται ἐκ
τοῦ διαβόλου». Ἡ ὑμνολογία
τῆς Ἐκκλησίας μας τονίζει χαρακτηριστικά ὅτι
ὁ διάβολος εἶναι γιά μᾶς
ὁ «ἐχθρός» καί ὁ «ἀνθρωποκτόνος»
(αὐτός πού θέλει τόν θάνατό μας). Ὁ
«ἐχθρός» ποτέ δέν θέλει τό καλό. Πολλές φορές προσποιεῖται
τόν φίλο, γιά νά τόν ἐμπιστευθοῦμε καί νά μᾶς
ἐξοντώσει. Ὅ,τι «καλό», προέρχεται
ἐνδεχομένως ἀπό τή μαγεία, ἀποτελεῖ
μέθοδο ἀπάτης γιά νά ἀκολουθήσει μεγαλύτερο
κακό. Ὅπως ἔχει χαρακτηριστικά εἰπωθεῖ,
«ὁ διάβολος ἴσως δανείζει, ἀλλά
οὐδέποτε χαρίζει». Ὅ,τι δίνει, τό ξαναπαίρνει,
καί τό ξαναπαίρνει μέ πολύ ὑψηλό τόκο! Μόνο ὁ
Θεός χαρίζει. Μόνο ὁ Θεός παρέχει «δωρεάν» (χωρίς νά ἀπαιτεῖ
ἀνταπόδοση ἤ ἐπιστροφή).
Μόνο ἀπό τόν Θεό προέρχεται «πᾶν δώρημα τέλειον»
(κάθε πλῆρες καί ὁλοκληρωμένο δῶρο).
Μόνο ὁ Θεός δίνει τά δῶρα Του «εἰς
πλησμονήν» (μέχρι πού νά χορτάσει πλήρως ὁ ἄνθρωπος).
Τό κακό, πού προέρχεται
ἀπό τή μαγεία, εἶναι ἡ
δυστυχία τοῦ ἀνθρώπου στήν παροῦσα ζωή (φυσικός
κίνδυνος), μέ διάφορες μορφές κακοῦ, ἀσθένειες,
ἀτυχήματα, διαζύγια, ἔριδες, διαμάχες,
καταστροφές κ.ἄ., καί ἡ αἰώνια
κόλαση στή μέλλουσα ζωή (πνευματικός κίνδυνος). Φυσικούς κινδύνους διατρέχουν ὅλοι
οἱ ἄνθρωποι γενικά. Τούς κατ’ ἐξοχήν κινδύνους, δηλ.
τούς πνευματικούς, διατρέχουν ἐπιπλέον α) ὅσοι
ἐξασκοῦν τή μαγεία καί β) ὅσοι
καταφεύγουν σέ μάγους γιά βοήθεια καί συμβουλές. Ἄς δοῦμε
τίς δύο αὐτές περιπτώσεις, πού συνιστοῦν ἔκπτωση
ἀπό τήν χριστιανική πίστη μέ ἄμεσες ἐπιπτώσεις
στή σωτηρία.
Στό ἅγιο
Βάπτισμα ἔχουμε δώσει φρικτές ὑποσχέσεις ἐνώπιον
τοῦ Θεοῦ ὅτι «ἀποτασσόμεθα τῷ σατανᾶ
καί πᾶσι τοῖς ἔργοις
αὐτοῦ καί πάσῃ τῇ
λατρείᾳ αὐτοῦ καί πᾶσι τοῖς
ἀγγέλοις αὐτοῦ
καί πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ».
Ὑποσχεθήκαμε δηλ. ὅτι ἀρνούμεθα
ὅλα, ὅσα ἔχουν σχέση μέ τόν σατανᾶ (τά πάντα) καί ὅτι
δέν θέλουμε νά ἔχουμε καμμία σχέση μαζί του. Δέν ἔχει
σημασία, ἄν τίς ὑποσχέσεις αὐτές,
τίς ἔδωσε γιά μᾶς ὁ
Ἀνάδοχος (ὁ Νουνός μας), σημασία ἔχει
ὅτι οἱ ὑποσχέσεις αὐτές συνδέονται μέ τή
χριστιανική μας ἰδιότητα: ὅσο τίς τηροῦμε,
συνεχίζουμε νά εἴμαστε Χριστιανοί, καί ἄν τίς ἀθετήσουμε,
παύουμε νά εἴμαστε Χριστιανοί. Ἡ ἐπιστροφή,
λοιπόν, στά δαιμονικά «ἔργα» ἀποτελεῖ
ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ
καί ἀθέτηση τοῦ ἁγίου
Βαπτίσματος. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
θεωροῦν τήν κατάσταση ὅσων καταφεύγουν σέ
μάγους γιά βοήθεια ὅμοια μέ αὐτή τῶν
«πεπτωκότων» τῆς ἐποχῆς τῶν διωγμῶν, ὅσων
δηλ. ἀρνήθηκαν τόν Χριστό καί θυσίασαν στά εἴδωλα!
Χειρότερη εἶναι, ὁπωσδήποτε, ἡ
κατάσταση ὅσων ἐξασκοῦν τή μαγεία: «τίς δέ
κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ
πρός Βελίαλ» (Β' Κορ. 6,14: τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει
τό φῶς μέ τό σκοτάδι, ὁ Χριστός μέ τόν
διάβολο;). Λέει χαρακηριστικά ὁ ἅγ.
Γρηγόριος Νύσσης ὅτι ὅσοι καταφεύγουν σέ μάγους, πιεζόμενοι ἀπό
κάποια «ἀνυπόφορον ἀνάγκην», πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται
μέ μεγαλύτερη ἐπιείκεια, δηλ. ὅπως, ὅσοι
ἀρνήθηκαν τόν Χριστό μετά ἀπό βασανιστήρια («διά
βασάνων»). Ὅσοι, ὅμως, καταφεύγουν σέ
μάγους ἀπό περιφρόνηση (ἀμφιβάλλοντας ὅτι
ὁ Χριστός εἶναι Θεός καί ὅτι
μπορεῖ νά τούς ἀπελευθερώσει ἀπό
κάθε κάκωση καί συμφορά) πρέπει νά ἀντιμετωπίζονται ὅπως
ὅσοι ἀρνήθηκαν τόν Χριστό μέ τή θέλησή τους, δηλ., ἄν
μετανοήσουν, νά μήν κοινωνοῦν σέ ὅλη
τους τή ζωή, παρά μόνο, ὅταν πλησιάζει ὁ θάνατος, καί νά μήν
προσεύχονται στήν Ἐκκλησία μαζί μέ τούς ἄλλους Χριστιανούς, ἀλλά
μόνοι τους στό σπίτι (Πηδάλιον, ἔκδ. Ἀστήρ,
1982, σ. 275).
Τό ἴδιο
αὐστηροί εἶναι καί οἱ
κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ξα' τῆς
Πενθέκτης Οἰκ. Συνόδου ἐπιβάλλει ἕξι
χρόνια ἀποχῆς ἀπό τή Θ. Κοινωνία σέ ὅσους καταφεύγουν σέ
μάγους ἤ ἐξασκοῦν ἁπλές
μορφές μαντείας. Ὁ λβ' τοῦ ἁγ.
Ἰωάννου τοῦ Νηστευτοῦ
περιορίζει τό ἐπιτίμιο σέ τρία χρόνια, προσθέτωντας, ὅμως,
μετάνοιες καί αὐστηρή νηστεία (ξηροφαγία) γιά κάθε μέρα. Ὁ
οβ' τοῦ Μ. Βασιλείου κανονίζει τό ἴδιο ἁμάρτημα
ὅμοια μέ τό ἁμάρτημα τοῦ
φόνου. Οἱ ἱεροί κανόνες χρησιμοποιοῦν μιά χαρακτηριστική ἔκφραση
γιά ὅσους καταφεύγουν σέ μάγους: «οἱ
μάντεσιν ἑαυτούς ἐκδιδόντες», δηλ. αὐτοί
πού παραδίδουν τόν ἑαυτό τους (τήν ψυχή καί τό σῶμά τους) στούς μάντεις
(Πηδάλιον, σ. 272).
Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ φαινομένου
Ἡ
δύναμη τοῦ διαβόλου, ὅπως εἴδαμε,
εἶναι μεγάλη, ὅμως πολύ μεγαλύτερη εἶναι
ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ δαιμονική δύναμη δέν ἀντιμετωπίζεται μέ ἀνθρώπινες
δυνάμεις. Ὅταν μετά τήν πτώση ὁ διάβολος καί τά
δαιμονικά «ἔργα» κυριάρχησαν στόν κόσμο, ὁ
ἄνθρωπος δέν μποροῦσε νά κάνει τίποτε γιά
τή σωτηρία του. Ὅμως ὁ Θεός, πού εἶναι ἀγάπη
κατά τήν Ἁγ. Γραφή (Α' Ἰω, 4,8), δέν ἤθελε
νά βλέπει «τυραννούμενον ὑπό τοῦ διαβόλου τό γένος τῶν
ἀνθρώπων». Ἀποφάσισε, λοιπόν, νά ἔλθει
ὁ Ἴδιος στόν κόσμο καί νά γίνει ἄνθρωπος,
γιά νά διαλύσει τά δαιμονικά «ἔργα»: «εἰς
τοῦτο ἐφανερώθη ὁ υἱός
τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα λύσῃ
τά ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α' Ἰω.
3,8). Μέ τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός «ἔδησε
τόν ἰσχυρόν» (Ματθ. 12,29) καί «κατήργησε τόν διάβολον» (Ἑβρ.
2,14). Γιά τόν Χριστό, ὁ πρώην ἰσχυρός, εἶναι
τώρα δεμένος καί ἡ δύναμη του ἔχει ἤδη
καταργηθεῖ! Τό ἴδιο ἰσχύει
καί γιά ὅσους εἶναι μαζί μέ τόν
Χριστό, γιά τούς πραγματικούς Χριστιανούς. Σ’ αὐτούς δέν ἔχει
ἐξουσία ὁ διάβολος ἤ
οἱ ἐνέργειές του καί ἡ μαγεία δέν ἔχει
καμμία ἐπίδραση. Ἀντίθετα, γιά ὅσους
δέν εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό ἰσχύει ὅ,τι
ἴσχυε πρίν ἔλθει ὁ
Χριστός στόν κόσμο. Ἄς δοῦμε ἕνα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Ὁ
ἅγ. Κυπριανός ἦταν μάγος καί ἡ
ἁγία Ἰουστίνα ἦταν μιά νεαρή
Χριστιανή. Πίστευε στόν Χριστό, κοινωνοῦσε τακτικά καί ἀγωνιζόταν,
ὅσο μποροῦσε, ἐναντίον
τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Κυπριανός ἐφάρμοσε
ὅλα τά τεχνάσματα τῆς μαγικῆς
«τέχνης» ἐναντίον της, ἐπικαλέσθηκε τά πιό ἰσχυρά
δαιμόνια. Ὅμως, στήν Ἁγία δέν εἶχαν
καμιά ἐπίδραση, ἐνῶ
σ’ ὅλους τούς ἄλλους εἶχαν!
Κατάλαβε τότε ὅτι ὑπάρχει μιά δύναμη πολύ πιό ἰσχυρή ἀπ’
αὐτήν πού γνώριζε ὡς τότε, ἡ
δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἀποφάσισε,
λοιπόν, νά γίνει Χριστιανός! Καί ἔγινε ὄχι
μόνο Χριστιανός, ἀλλά καί Ἅγιος, μέ τό χάρισμα νά
ἐκδιώκει τά πονηρά πνεύματα καί νά ἀπαλλάσσει
ἀπό τίς ἐπιδράσεις τῆς
μαγείας!
Τί πρέπει νά κάνει
κάποιος γιά νά εἶναι οὐσιαστικά ἑνωμένος
μέ τόν Χριστό καί ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε δαιμονική ἐπίδραση;
Ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό δέν γίνεται μέ κανέναν ἄλλο
τρόπο, παρά μόνο μέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας,
ἰδιαίτερα μέ τό Βάπτισμα καί τή Θεία Εὐχαριστία.
Στό Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος «ἐνδύεται» τόν Χριστό
καί στή Θ. Εὐχαριστία ἑνώνεται συνεχῶς
μαζί Του, κοινωνώντας τό Σῶμα καί τό Αἷμά
Του. Τίποτε ἄλλο δέν μπορεῖ νά μᾶς
ἑνώσει μέ τόν Χριστό, οὔτε ἡ
πίστη, οὔτε τά καλά μας ἔργα, οὔτε
ἡ «ἀγάπη» μας πρός Αὐτόν. Ὅλα
αὐτά εἶναι, βέβαια, προϋποθέσεις γιά τή συμμετοχή στά Μυστήρια (π.χ.
δέν μπορεῖ νά κοινωνεῖ κάποιος ἄν
δέν πιστεύει στόν Χριστό, ἤ ἄν
ὑπόκειται σέ βαριά ἁμαρτήματα), δέν εἶναι
ὅμως ἱκανά νά μᾶς ἑνώσουν
μαζί Του. Τακτική, λοιπόν, (συνεχής) Θεία Κοινωνία εἶναι
τό ἰσχυρότερο ὅπλο ἐναντίον
τῆς μαγείας.
Ἐπίσης
ἀπόλυτα ἀπαραίτητη εἶναι
ἡ ἱερά Ἐξομολόγηση, τό Μυστήριο πού μᾶς
καθαρίζει ἀπό κάθε ἁμαρτία. Ἡ
Ἐξομολόγηση πρέπει νά εἶναι καθαρή (εἰλικρινής).
Χωρίς αὐτήν ἡ Θ. Κοινωνία εἶναι ἀνώφελη
καί πολλές φορές βλαπτική (Α' Κορ. 11, 27-31))! Ἀλλά καί ὁ
ἄμεμπτος βίος εἶναι προϋπόθεση γιά τήν
ἀντιμετώπιση τῆς μαγείας (ἡ
πλήρης ἀποχή ἀπό τά μεγάλα ἁμαρτήματα
καί ἡ κατά τό δυνατόν ἀποφυγή τῶν
μικρῶν), δεδομένου ὅτι ἡ
ἁμαρτία ἀνοίγει τήν θύρα γιά
τήν εἴσοδο τῶν δαιμονικῶν
ἐπιδράσεων. Ὅπου διαπιστώνονται
συγκεκριμένες ἐπιδράσεις (μαγικά ἀντικείμενα κ.λ.π),
πρέπει νά προσκαλεῖται ὁ Ἱερεύς καί νά διαβάζει τίς εἰδικές Εὐχές
γι’ αὐτές τίς περιπτώσεις. Ἐπίσης ἀπαραίτητος
εἶναι ὁ τακτικός ἐκκλησιασμός, ἀφοῦ
ἐκεῖ «καθαιροῦνται αἱ
δυνάμεις τοῦ σατανᾶ» κατά τόν ἅγ.
Ἰγνάτιο (ΒΕΠΕΣ, τ. 2, σ. 266).
Αὐτά
εἶναι τά πνευματικά ὅπλα, μέ τά ὁποῖα
ἀντιμετωπίζεται ἡ μαγεία. Ὅποιος
τά χρησιμοποιεῖ, μπορεῖ νά λέει μαζί μέ τόν
Ψαλμωδό: «Κύριος φωτισμός μου σωτήρ μου, τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστής
τῆς ζωῆς μου, ἀπό τίνος δειλιάσω;»
(Ψαλμ. 26,1).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου