Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Ι' τοῦ Θεολογικοῦ
Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας,
περιόδου ΙΕ', ἔτους 2020-2021.
Τό «ἔσχατον τέλος» τῆς θελήσεως: Σέ κάθε ἔργο μεγάλη
σημασία ἔχει ὁ σκοπός, γιά τόν ὁποῖο αὐτό γίνεται. Κατά τόν ἴδιο τρόπο, δέν
ἀρκεῖ ἁπλῶς νά ἀκολουθοῦμε τό θεῖο θέλημα, ἀλλά σημασία ἔχει καί τό γιατί τό
ἀκολουθοῦμε. Δέν ἀρκεῖ μόνο νά θέλουμε ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, ἀλλά πρέπει νά τό
θέλουμε καί ὅταν τό θέλει, ὅπως τό θέλει καί ἐπειδή τό θέλει ὁ Θεός. Πολλές φορές ἀκολοθοῦμε τό θεῖο θέλημα γιά
τήν ἡδονή ἤ τήν χαρά, πού προέχεται ἀπό κάθε πνευματικό ἔργο. Αὐτό ἀποτελεῖ
«πλάνην κεκρυμμένην», κατά τόν ἅγ. Νικόδημο: δέν ἀκολουθοῦμε τό θεῖο θέλημα
ἀποκλειστικά καί μόνο ἐπειδή ἔτσι θέλει ὁ Θεός ἤ μόνο γιά τή δόξα ἤ τήν
εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐπειδή ἔτσι ἱκανοποιεῖται τό δικό μας θέλημα.
Πρόκειται γιά «ἀπάτη τῆς φύσεως», «πολλά λεπτή», ἡ ὁποία (φύση) «ζητεῖ
ἀποκρύφως τόν ἑαυτό της πάντοτε». Τό ἔργο μας στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ἐλλιπές
καί ἀτελές. Δέν γίνεται ἐπειδή τό θέλει ὁ Θεός, ἀλλά «διά ἰδικόν μας συμφέρον»,
ἡ δέ ἡδονή ἀπό τά καλά ἔργα εἶναι «δεσμός» καί «ἐμπόδιον» στήν ὁδό τῆς
τελειότητος. Γιά τήν ἀποφυγή αὐτῆς τῆς παγίδας ὁ ἅγ. Νικόδημος συνιστᾶ νά μήν συγκατατίθεται
ἀμέσως ἡ θέλησή μας στήν ἀποδοχή τοῦ καλοῦ ἤ στήν ἀπόριψη τοῦ κακοῦ, ἀλλά νά
ἐρευνᾶ σέ κάθε περίπτωση ποιό ἀκριβῶς εἶναι τό θεῖο θέλημα, νά προβαίνει δέ σέ
ἀποδοχή ἤ σέ ἀπόριψη μόνο ὅταν διαπιστώνει ὅτι ἡ δική μας θέληση παρακινεῖται
ἀποκλειστικά καί μόνο ἀπό τή θέληση τοῦ Θεοῦ. Αὐτό προϋποθέτει τήν ἀπέκδυση τοῦ
παλαιοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἔνδυση τοῦ νέου, τό ὁποῖο γίνεται μέ τήν ἀπέκδυση τοῦ
δικοῦ μας θελήματος πρίν ἀπό κάθε συγκεκριμένο ἔργο καί μέ τήν ἀναζήτηση τοῦ
ἁπλοῦ θείου θελήματος. Ὡστόσο, δέν ἀρκεῖ νά γίνεται αὐτό μόνο στήν ἀρχή κάθε
ἔργου, ἀλλά καί στή διάρκειά του μέχρι τέλους, γιατί ἐνδέχεται ἡ προσωπική μας
θέληση νά παρέμβει στή διάρκεια τοῦ ἔργου καί νά διαστρέψει τόν χαρακτῆρα του.
Οἱ τρεῖς «τάξεις τῶν σωζομένων»: Ὁ ἅγ. Νικόδημος
διδάσκει στή συγκεκριμένη περίπτωση τή χριστιανική τελειότητα. Ὡστόσο, ἡ
Πατερική Παράδοση μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὑπάρχουν τρεῖς «τάξεις σωζομένων»: α) Οἱ
«δοῦλοι», ὅσοι ἀκολουθοῦν τό θεῖο θέλημα ἀπό τόν φόβο τῆς Κολάσεως. β) Οἱ
«μισθωτοί» (ἐργαζόμενοι, ὑπάλληλοι), ὅσοι ἀκολουθοῦν τό θεῖο θέλημα μέ σκοπό
τήν ἀνταμοιβή τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. γ) Οἱ «υἱοί», ὅσοι ἀκολουθοῦν τό θεῖο θέλημα
ἀπό εἰλικρινῆ καί ἄδολη ἀγάπη πρός τόν Θεό, χωρίς νά φοβοῦνται τά δεινά τῆς
Κολάσεως καί χωρίς νά ἀποβλέπουν στά ἀγαθά τοῦ Παραδείσου. Ὅλοι αὐτοί διαμένουν
στήν πατρική οἰκία (εἶναι μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἤ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ), ἀλλά σέ
διαφορετική θέση (κατάσταση) ὁ καθένας. Ὅλοι μετέχουν στά ἀγαθά τοῦ Πατρός,
ἀλλά σέ διαφορετικό βαθμό ὁ καθένας: ὁ δοῦλος ἀνταμοίβεται μόνο γιά τήν
ἐπιβίωσή του, ὁ μισθωτός ἀνταμοίβεται ἀνάλογα μέ τήν προσφορά τῆς ἐργασίας του,
ἀλλά ὁ υἱός εἶναι ὁ κληρονόμος ὁλόκληρης τῆς πατρικῆς περιουσίας. Οἱ τάξεις
αὐτές ἀντιστοιχοῦν στίς καταστάσεις α) τῶν καθαιρομένων (κάθαρση), β) τῶν
φωτιζομένων (φωτισμός) καί γ) τῶν θεουμένων (θέωση). Ἡ τάξη τῆς θεώσεως ἤ τῶν
«υἱῶν» τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ τάξη τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, στήν ὁποία φθάνουν,
βέβαια, ὁλίγοι. Προφανῶς, ὅλοι σχεδόν εἴμεθα στήν τάξη τοῦ «δούλου», ὡστόσο
ὅλοι ἔχουμε κληθεῖ γιά τήν τάξη τοῦ «υἱοῦ»: εἴμεθα «υἱοί ἐν δυνάμει», ἄν δέν
εἴμεθα «υἱοί ἐν ἐνεργείᾳ». Στόχος ὅλων εἶναι ἡ χριστιανική τελειότητα. δηλ. ἡ
ἁγιότητα, ἡ θέωση.
Γνωρίσματα ὑγειοῦς θελήσεως: Ὁ ἁγ. Νικόδημος παρέχει κάποια κριτήρια γιά νά διαπιστώσουμε ἄν ἡ θέλησή μας λειτουργεῖ σωστά ἤ ἄν ἔχει ἐγλωβιστεῖ στά δεσμά τῆς ἰδιοτελείας ἤ τῆς φιλαυτίας. Ἡ ὑγιής θέληση, ἐπισημαίνει, δέν συγχίζεται καί δέν δυσανασχετεῖ ὅταν ἀπό ἀντικειμενικές δυσχέρειες ἤ κατά παραχώρησιν Θεοῦ ἐμποδίζεται ἀπό κάποιο καλό ἤ πνευματικό ἔργο. Διαφορετικά, τό καλό προέρχεται «ἀπό ρίζαν σεσαθρωμένην καί διεφθαρμένην τῆς φιλαυτίας». Ἐπίσης, δέν διακρίνει τά ἀρεστά στόν Θεό σέ μικρά καί μεγάλα, ὑψηλά καί ταπεινά, σημαντικά καί ἀσήμαντα. Ἡ θεία θέληση ἀποκαλύπτεται στούς «καθαρούς τῇ καρδίᾳ» μέ διάφορους τρόπους, ὅπως: α) «μέ θεϊκόν φωτισμόν καί νοεράν ἔλλαμψιν», β) «μέ ἐσωτερικήν ἔμπνευσιν τοῦ Θεοῦ, διά λόγου» καί γ) «μέ ἄλλα ἐνεργήματα τῆς θείας Χάριτος», ὅπως «θέρμη ζωόβλυτος», «χαρά ἄρρητος», «σκιρτήματα πνευματικά», «κατάνυξις», «καρδιακά δάκρυα», «ἀγάπη θεία» κ.ἄ., τά ὁποῖα ἐνεργοῦνται «ἑτεροκινήτως καί παθητικῶς». Ὡστόσο, ἐπειδή τά θεῖα αὐτά ἐνεργήματα σπανίζουν στούς πολλούς, τά πρῶτα κριτήρια μέ τά ὁποῖα ἀναζητοῦμε τό θεῖο θέλημα εἶναι: α) ἡ κρίση τοῦ ὀρθοῦ λόγου (μάλιστα τοῦ κεκαθαρμένου, τοῦ ἀπαλλαγμένου ἀπό τήν ἐπίδραση τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας), β) ἡ κρίση τῶν θείων Γραφῶν (τῆς θείας Ἀποκαλύψεως γενικότερα, τῶν ἱερῶν κειμένων τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεως) καί γ) ἡ κρίση τοῦ πνευματικοῦ μας πατρός. Μέ αὐτούς τούς τρόπους τό προσωπικό μας θέλημα προσαρμόζεται σταδιακά πρός τό θεῖο θέλημα καί ὁ ἀγωνιστής τοῦ Χριστοῦ ὁδεύει πρός τή σωτηρία του.
Δεῖτε βιντεοσκοπημένο
τό Θέμα στόν παρακάτω σύνδεσμο:
https://www.youtube.com/watch?v=M6jy7OMFqhc&t=53s
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου