γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2024

«Αγ. Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση» 2023-4: Η Παραβολή του Ασώτου

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος ΙΣΤ' τοῦ Προγράμματος Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», περιόδου Α', ἔτους 2023-2024. 

Κείμενο Εὐαγγελίου: «Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. 12 Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· Πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. 13 Καὶ μετ’ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισεν τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 14 Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. 15 Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους· 16 καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. 17 Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· Πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι; 18 Ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· 19 καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. 20 Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα ἑαυτοῦ. Ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη· καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ, καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. 21 Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. 22 Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, 23 καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, 24 ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησεν, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 25 Ἦν δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν· 26 καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. 27 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει· καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. 28 Ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. Ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. 29 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· Ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· 30 ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. 31 Ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τέκνον, σὺ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· 32 εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη» (Λουκ. 15, 11-32).

Μετάφραση Εὐαγγελίου: «Ὁ Κύριος εἶπε τήν ἑξῆς παραβολή· Κάποιος εἶχε δύο γιούς. 12 Καί εἶπε ὁ μικρότερος ἀπό αὐτούς στόν πατέρα του· Πατέρα, δῶσ’ μου, τό μερίδιο πού μοῦ ἀνήκει ἀπό τήν περιουσία. Καί ἐκεῖνος τούς μοίρασε τήν περιουσία. 13 Καί μετά ἀπό λίγες μέρες τά μάζεψε ὅλα ὁ μικρότερος γιός καί ἔφυγε σέ μακρινή χώρα· καί ἐκεῖ σκόρπισε τήν περιουσία του κάνοντας ἄσωτη ζωή. 14 Καί ἀφοῦ τά ξόδεψε ὅλα, ἔπεσε μεγάλη πεῖνα σ' ἐκείνη τή χώρα, κι αὐτός ἄρχισε νά στερεῖται. 15 Τότε πῆγε καί προσκολλήθηκε σ' ἕναν ἀπό τούς πολῖτες ἐκείνης τῆς χώρας καί ἐκεῖνος τόν ἔστειλε στούς ἀγρούς νά βόσκει χοίρους. 16 Καί λαχταροῦσε νά γεμίσει τήν κοιλιά του ἀπό τά ξυλοκέρατα, πού ἔτρωγαν οἱ χοῖροι, καί κανένας δέν τοῦ ἔδινε. 17 Τότε ᾖρθε στόν ἑαυτό του καί εἶπε· Πόσοι ὑπηρέτες τοῦ πατέρα μου τρῶνε ψωμί καί τούς περισσεύει κι ἐγώ πεθαίνω τῆς πείνας; 18 Θά σηκωθῶ καί θά πάω στόν πατέρα μου καί θά τοῦ πῶ· Πατέρα, ἁμάρτησα στόν Θεό καί σέ σένα. 19 Δέν ἀξίζω πιά νά μέ λές παιδί σου, ἀλλά κάνε με σάν ἕναν ἀπό τούς ὑπηρέτες σου. 20 Σηκώθηκε καί ᾖρθε στόν πατέρα του. Καί ἐνῶ ἦταν ἀκόμη μακριά, τόν εἶδε ὁ πατέρας του καί τόν πόνεσε ἡ ψυχή του. Ἔτρεξε, τόν ἀγκάλιασε σφιχτά καί τόν καταφιλοῦσε. 21 Τότε τοῦ εἶπε ὁ γιός· Πατέρα, ἁμάρτησα στόν στόν Θεό καί σέ σένα. Δέν ἀξίζω πιά νά μέ λές παιδί σου. 22 Ὁ πατέρας, ὅμως, εἶπε στούς ὑπηρέτες του· Βγάλτε καί φέρτε τήν καλύτερη στολή καί ντύστε τον· βάλτε δαχτυλίδι στό χέρι του καί ὑποδήματα στά πόδια του· 23 καί φέρτε τό θρεμμένο μοσχάρι καί σφάξτε το· καί ἄς φᾶμε καί ἄς χαροῦμε· 24 γιατί τοῦτος ὁ γιός μου ἦταν νεκρός καί ἀναστήθηκε, ἦταν χαμένος καί βρέθηκε. Καί ἄρχισαν νά διασκεδάζουν. 25 Ὁ μεγαλύτερος γιός του ἦταν σέ κάποιο χωράφι· κι ὅπως ἐρχόταν καί πλησίασε στό σπίτι, ἄκουσε ὄργανα καί τραγούδια, 26 καί κάλεσε ἕναν ἀπό τούς ὑπηρέτες καί ζητοῦσε νά μάθει τί συμβαίνει. 27 Κι ὁ ὑπηρέτης τοῦ εἶπε· Γύρισε ὁ ἀδελφός σου καί ὁ πατέρας σου ἔσφαξε τό θρεμμένο μοσχάρι, γιατί ἐπέστρεψε γερός. 28 Τότε ὀργίστηκε καί δέν ἤθελε νά μπεῖ στό σπίτι. Βγῆκε λοιπόν ὁ πατέρας του καί τόν παρακαλοῦσε. 29 Κι ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε καί εἶπε στόν πατέρα· Τόσα χρόνια σέ ὑπηρετῶ καί ποτέ δέν παραμέλησα ἐντολή σου, καί ποτέ δέν μοῦ ἔδωκες ἕνα κατσίκι γιά νά διασκεδάσω μέ τούς φίλους μου· 30 ἀλλά ὅταν ᾖρθε τοῦτος ὁ γιός σου, πού σοῦ ἔφαγε ὅλη τήν περιουσία μέ τίς πόρνες, ἔσφαξες γιά χάρη του τό θρεμμένο μοσχάρι! 31 Τότε ὁ πατέρας τοῦ εἶπε· Παιδί μου, ἐσύ εἶσαι πάντα μαζί μου καί ὅλα ὅσα ἔχω εἶναι δικά σου· 32 ἀλλά ἔπρεπε νά διασκεδάσουμε καί νά χαροῦμε, γιατί τοῦτος ὁ ἀδελφός σου ἦταν νεκρός καί ἀναστήθηκε, ἦταν χαμένος καί βρέθηκε!». 

Μιά χαρακτηριστική παραβολή: Στή δευτέρη Κυριακή τοῦ Τριωδίου ἡ Ἐκκλησία θέτει μιά χαρακτηριστική παραβολή. Ἡ «παραβολή τοῦ Ἀσώτου» κατ’ ἄλλους ἀποκαλεῖται «παραβολή τοῦ εὐσπλάχνου Πατρός». Ἐκφράζει δέ τόσο παραστατικά τήν οὐσία τοῦ Εὐαγγελίου, ὥστε λέγεται ὅτι, ἄν εἶχε χαθεῖ ὅλη ἡ Ἁγία Γραφή καί εἶχε μείνει μόνο αὐτή ἡ παραβολή, θά ἀρκοῦσε νά ὑποκαταστήσει ὅλο τό Εὐαγγέλιο! Προβάλλει τρεῖς χαρακτῆρες, τρία πρόσωπα: α) τοῦ «εὐσπλάχνου Πατρός», β) τοῦ «ἀσώτου υἱοῦ» καί γ) τοῦ «πρεσβυτέρου υἱοῦ». Ἡ ἔμφαση δίνεται, βέβαια, στό δεύτερο. Στό πρόσωπο τοῦ Πατρός τῆς παραβολῆς ὑπονοεῖται σαφῶς τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. «Οἰκία» τοῦ Πατρός, σύμφωνα μιά εὐρύτερη ἑρμηνεία, εἶναι ὁ Παράδεισος, ἀπό τόν ὁποῖο «ἀπεδήμησεν» ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος μέ τήν πτώση καί βρίσκεται στήν κατάσταση τοῦ «ἀσώτου υἱοῦ». «Ἄσωτος», μέ αὐτή τήν ἔννοια, εἶναι κάθε ἄνθρωπος, Χριστιανός καί μή Χριστιανός. Ὡστόσο, αὐτή ἡ ερμηνεία δέν μπορεῖ νά ἐφαρμοστεῖ στό σύνολο τῆς παραβολῆς. Κατά τή στενότερη καί ἀκριβέστερη ἑρμηνεία, «οἰκία» τοῦ Πατρός εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι καί πρόγευση τοῦ Παραδείσου ἤ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Στήν Ἐκκλησία ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι πραγματικά παροῦσα («ἤδη»), ἀλλά καί ἀναμενόμενη στήν πληρότητά της («οὕπω»).

Ὁ «ἄσωτος υἱός»: Ἄσωτος, κατ’ ἀκρίβειαν, εἶναι κάθε Χριστιανός, ὁ ὁποῖος διά τοῦ Βαπτίσματος, ἔχει λάβει τόν ἀρραβῶνα τῆς υἱοθεσίας καί ἔχει γίνει υἱός τοῦ Θεοῦ κατά Χάριν. Ὅσο ὁ νεότερος υἱός παραμένει στή οἰκία τοῦ Πατρός (Ἐκκλησία), ζεῖ πλουσίως, ἀπολαμβάνοντας ὁλόκληρο τόν πνευματικό πλοῦτο καί μετέχοντας σ’ αὐτόν. Δέν μετέχει σέ μέρος του, ὅπως οἱ «μίσθιοι» ἤ οἱ «δοῦλοι» τῆς οἰκίας, ἀλλά στήν πληρότητά του. Ὅμως, δέν ἐκτιμᾶ ὅ,τι κατέχει. Νομίζει ὅτι κάπου ἀλλοῦ θά εἶναι καλύτερα, ἐντυπωσιασμένος προφανῶς ἀπό τήν ἐπιφανειακή ἀπάτη τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν ζητᾶ τή διανομή τῆς περιουσίας, ὁ Πατήρ συγκατατίθεται ἀμέσως, χωρίς καμμία ἀντίρρηση, σεβόμενος ἀπόλυτα τήν ἐλευθερία του. Ἡ «μακρά χώρα», στήν ὁποία πηγαίνει, εἶναι ὁ τόπος καί ὁ τρόπος τῆς ἁμαρτίας: ἡ ἁμαρτία εἶναι κατάσταση «μακράν» τοῦ Θεοῦ! «Ἄσωτος βίος» εἶναι ὁ βίος τῆς ἁμαρτίας. Ὁ Ἄσωτος μεταφέρει ἐκεῖ ὅλο τόν πατρικό «πλοῦτο», γι’ αὐτό στήν ἀρχή ζεῖ ἄνετα καί εὐχάριστα. Ὡστόσο, ἡ εὐχαρίστησή του δέν προέρχεται ἀπό τόν τόπο ἤ τόν τρόπο τῆς «μακρᾶς χώρας», ὅπως νομίζει, ἀλλά ἀπό τό γεγονός ὅτι ὑπάρχει ἀκόμη ἡ πατρική περιουσία! Ὅμως, αὐτή σιγά - σιγά ἐξαντλεῖται. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ περουσία ἀποκαλεῖται «οὐσία» στό κείμενο. Δέν πρόκειται γιά ἐπιφανειακό (ὑλικό) πλοῦτο, ἀλλά γιά κάτι, πού καθορίζει τό βάθος (τήν οὐσία) μας: χάνοντας τόν πλοῦτο αὐτό ὁ ἄνθρωπος χάνει τήν οὐσία του, παραμορφώνεται παύει νά εἶναι ἄνθρωπος. Ἀναγκαστικά τότε, καταλήγει στήν ἐξουσία «ἑνός τῶν πολιτῶν» τῆς χώρας, δηλ. ἑνός τῶν δαιμόνων, καί ἐκεῖνος τοῦ ἀναθέτει νά βόσκει χοίρους, δηλ. νά τρέφει τά πάθη. Ὅσο κυριαρχοῦν τά πάθη, τόσο περισσότερο στερεῖται ὁ Ἄσωτος. Νομίζει ὅτι θά χορτάσει ἀπό τήν τροφή τῶν χοίρων (τροφή τῶν παθῶν εἶναι οἱ ἁμαρτίες), ἀλλά κι αὐτή τοῦ τήν στεροῦν: ὅταν κάποιος ὑποδουλωθεῖ πλήρως στά πάθη, τότε ὁ διάβολος τοῦ στερεῖ ἀκόμη καί τήν ἐπιφανειακή «ἀπόλαυση» τῆς ἁμαρτίας! Ἡ ἔσχατη πτώση τοῦ Ἀσώτου γίνεται αἰτία νά «ἔλθει εἰς ἑαυτόν», νά σκεφθεῖ ἁπλά καί λογικά (σέ πολλές περιπτώσεις ἡ λογική εἶναι πολύτιμος ὁδηγός στή ζωή, ἀλλά καί στή σωτηρία!), συγκρίνοντας προηγούμενη καί παροῦσα κατάσταση: στό πατρικό σπίτι εἶναι χορτασμένοι ἀκόμη καί οἱ «δοῦλοι»!  Ἡ σκέψη (συνειδητοποίηση, μετάνοια, «ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου») ὁδηγεῖ στή μεγάλη ἀπόφαση (ἐπιστροφή). Ἐπιστρέφει χωρίς ἀξιώσεις: δέν ζητεῖ νά γίνει ἀποδεκτός ὡς υἱός, ἀλλά ὡς «μίσθιος» (ἐργάτης, ὑπάλληλος). Ὡστόσο, ὁ Πατέρας τόν ἀναμένει καί, ὅταν τόν βλέπει νά ἔρχεται, τρέχει πρῶτος νά τόν συναντήσει, πέφτει στήν ἀγκαλιά του καί τόν καταφιλεῖ. Δέχεται τή μετάνοιά του, δέν τόν ἐρωτᾶ ἀπολύτως τίποτε, δέν τοῦ κάνει καμμία νουθεσία καί τοῦ δίδει πολύ περισσότερα ἀπ’ ὅσα ζήτησε: τόν ἀποκαθιστᾶ στήν πρώτη κατάσταση, στή θέση τοῦ υἱοῦ. Δίνει ἐντολές α) νά ἀπεκδυθεῖ τά ράκη τῆς ἁμαρτίας καί νά ἐνδυδεῖ «τήν στολήν τήν πρώτην», τήν καλή στολή, αὐτή πού φοροῦσε πρῶτα καί πού τήν διατηροῦσαν φυλαγμένη, β) νά τοῦ δοθεῖ δακτυλίδι, σύμβολο ἐξουσίας καί ἑνώσεως - κοινωνίας μέ τόν Πατέρα στήν προκειμένη περίπτωση, γ) νά τοῦ δοθοῦν ὑποδήματα, ἱκανότητα καί δύναμη νά βαδίζει στόν ὀρθό δρόμο καί νά πράττει τό καλό, δ) ἡ ἀποκορύφωση: νά σφαγεῖ ὁ «σιτευτός Μόσχος», τύπος τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος θυσιάστηκε ἅπαξ («θύσατε», «ἔθυσεν») γιά τό ἐκπεσόν («ἄσωτο») ἀνθρώπινο γένος καί θυσιάζεται συνεχῶς σέ κάθε Θεία Λειτουργία γιά κάθε ἁμαρτωλό πού ἐπιστρέφει καί γιά κάθε ἄνθρωπο, καί ε) νά ἀρχίσει διασκέδαση, εὐφροσύνη καί χαρά: «φαγόντες εὐφρανθῶμεν». Κάθε Λειτουργία εἶναι εὐφροσύνη καί χαρά, πού προέρχεται ἀπό τή βρώση τοῦ «σιτευτοῦ Μόσχου» (τοῦ Χριστοῦ), δηλ. ἀπό τή Θεία Κοινωνία. Αἰτία τῆς χαρᾶς εἶναι ἡ ἐπιστροφή τοῦ Ἀσώτου, ὁ ὁποῖος «νεκρός ἦν καί ἀνέζησεν, καί ἀπολωλώς ἦν καί εὑρέθη»: «Χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι»! (Λουκ. 15,7).

Ὁ «πρεσβύτερος υἱός»: Ὁ «πρεσβύτερος υἱός» ἐκπροσωπεῖ ὅσους βρίσκονται συνεχῶς ἐντός τῆς Ἐκκλησίας («τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι», «σύ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ»), καί ἀπολαμβάνουν ὁλόκληρο τόν πατρικό πλοῦτο («πάντα τά ἐμά σά ἐστιν», ὅλα ὅσα ἔχω εἶναι δικά σου)! Εἶναι ὁ «καλός Χριστιανός», πού τηρεῖ ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ («οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον»!). Ἐργάζεται «ἐν ἀγρῷ», δηλ. καλλιεργεῖ ἀρετές. Ὅμως, παρ’ ὅτι ζεῖ στό πατρικό σπίτι, ἀπολαμβάνει τόν πατρικό πλοῦτο καί εἶναι μαζί μέ τόν Πατέρα, τό φρόνημά του εἶναι διαφορετικό, δέν ἔχει τόν «τρόπο» τοῦ Πατρός, ἔχει ἄλλο δικό του φρόνημα. Αὐτό συνήθως δέν φαίνεται, ἀλλά ἀποκαλύπτεται ὅταν δίνεται κάποια ἀφορμή, ὅπως στήν προκειμένη περίπτωση ἡ ἐπιστροφή τοῦ Ἀσώτου. Ἔτσι, ἀντιδρᾶ ἐντελῶς διαφορετικά ἀπό τόν Πατέρα: «ὠργίσθη καί οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν». Ὁ Πατήρ δυσανασχετεῖ, βέβαια, ἀλλά δέν τόν ἀποστρέφεται, οὔτε τόν ἀπορρίπτει. Ἐγκαταλείπει τή διασκέδαση, βγαίνει ἔξω καί τόν παρακαλεῖ: «ἐξελθών παρεκάλει αὐτόν»! Σέ ἀντίθεση μέ τόν Ἄσωτο, ἐδῶ ὁ Πατήρ νουθετεῖ καί κατηχεῖ. Τό κείμενο ἐσκεμμένα δέν ἀναφέρει ἄν ὁ «πρεσβύτερος υἱός» μπῆκε στό σπίτι καί συμμετεῖχε στή χαρά, ἐπειδή ἀκριβῶς ἡ κατάσταση τοῦ «πρεσβυτέρου υἱοῦ» εἶναι ὁριακή, εἶναι κατάσταση μεταξύ φθορᾶς καί ἀφθασσίας, ζωῆς καί θανάτου: ἄλλοι ἀπό τούς εὑρισκόμενους σ’ αὐτή τήν κατάσταση δέχονται τή νουθεσία τοῦ Πατρός καί εἰσέρχονται στή χαρά καί ἄλλοι δέν τήν δέχονται καί παραμένουν «ἐκτός νυμφῶνος», ὄντως ἄσωτοι, χωρίς ἐπιστροφή.

Ὁ «τρόπος» τοῦ Πατρός: Ἡ παραβολή διδάσκει μετάνοια καί εὐσπλαχνία. Μετάνοια εἶναι ὁ «τρόπος» τοῦ Ἀσώτου καί «εὐσπλαχνία» ὁ τρόπος τοῦ οὐρανίου Πατρός. Ὁ «τρόπος» τοῦ «πρεσβυτέρου υἱοῦ» εἶναι «παράδειγμα πρός ἀποφυγήν». Ὁ ἁμαρτωλός δέν πρέπει νά φοβᾶται τήν ἁμαρτία, γιατί αὐτή ἔχει ἤδη κατανικηθεῖ μέ τή Θυσία καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νά φοβᾶται τήν ἐμμονή ἤ τήν παραμονή στήν ἁμαρτία. Ἀπό τήν πλευρά μας, ἡ ἁμαρτία κατανικᾶται μέ τή μετάνοια. Δέν ὑπάρχει μικρή ἤ μεγάλη ἁμαρτία σέ σχέση μέ τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Δέν ὑπάρχει ἁμαρτία, πού ὑπερβαίνει τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι βρίσκονται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλουν νά ἔχουν τόν «τρόπο» τοῦ Πατρός, δηλ. τόν «τρόπο» τῆς εὐσπλαχνίας. Ἰδιαίτερα, ὅσοι ἀσκοῦν εἰδικῶς τό ἔργο τοῦ Πατρός, δηλ. οἱ Πνευματικοί πατέρες, οἱ Ἐξομολόγοι. Πολλές φορές «καλός» Ἐξομολόγος» θεωρεῖται ἐκεῖνος πού ἐρευνᾶ ἐξονυχιστικά τή ζωή τοῦ ἁμαρτωλοῦ, βάζει αὐστηρούς κανόνες, καθοδηγεῖ μέ κάθε λεπτομέρεια, νουθετεῖ καί κατηχεῖ, ἔνδειξη ὅτι, πολλές φορές εἴμαστε ἐντελῶς ξένοι πρός τόν «τρόπο» τοῦ Πατρός, διδάσκοντας ἄλλον δικό μας «τρόπο» ζωῆς καί σωτηρίας! Ὁ Πατήρ τῆς παραβολῆς οὔτε κἄν νουθέτησε ἤ κατήχησε τόν Ἄσωτο, ἐπειδή ἀκριβῶς εἶχε ὅλες τίς προϋποθέσεις τῆς μετανοίας, ἀλλά ἔτρεξε («δραμών»), «ἐπέπεσεν ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ», «κατεφίλησεν», ἀποκατέστησε! Ἀντίθετα, νουθέτησε καί κατήχησε τόν «πρεσβύτερο υἱό». Συμπερασματικά, εὑρισκόμενοι ὅλοι στήν κατάσταση τοῦ Ἀσώτου, ἄς μιμηθοῦμε τόν «τρόπο» του, ὄχι τόν ἀρχικό, ἀλλά τόν «τρόπο» τῆς μετανοίας καί τῆς ἐπιστροφῆς, γιά ἀποκατασταθοῦμε, ὅπως ἐκεῖνος, στή  δόξα καί στή χαρά τοῦ οὐρανίου Πατρός.

 

(«Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», Πρόγραμμα Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας. Περίοδος Α΄, ἔτος 2023-2024).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου