Διάγραμμα – Περίληψη
Θέματος Ι' τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή»
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας,
περιόδου Ζ΄, ἔτους
2012-2013.
Τί εἶναι ἡ Φιλαυτία: Κατά τούς Πατέρες, πηγή καί ρίζα ὅλων
τῶν παθῶν εἶναι
ἡ Φιλαυτία: «Ἀρχή μέν πάντων τῶν
παθῶν ἡ φιλαυτία, τέλος δέ, ἡ ὑπερηφανία».
«Ὁ ἔχων τήν φιλαυτίαν, δῆλον ὅτι
ἔχει πάντα τά πάθη». «Φιλαυτία ἐστίν
ἡ πρός τό σῶμα (=πρός τόν ἑαυτό
μας) ἐμπαθής καί ἄλογος φιλία». «Ὁ
ταύτην ἐκκόψας, συνέκοψε πάντα τά πάθη τά ἐξ
αὐτῆς» (Μάξιμος Ὁμολογητής). Ὑπάρχει,
ὅμως, καί μή ἐμπαθής, φυσική φιλία (ἀγάπη)
πρός τόν ἑαυτό μας: «ἀγαπήσεις τόν πλησίον
σου ὡς σεαυτόν (Ματθ. 19,19). Πρόκειται γιά ἀγάπη
τοῦ ἑαυτοῦ μας ὡς «εἰκόνος»
τοῦ Θεοῦ, δηλ. ἀγάπη τοῦ
ἑαυτοῦ μας μέσω τοῦ Θεοῦ,
ἀγάπη τοῦ αὐθεντικοῦ,
τοῦ μή ἁμαρτωλοῦ ἑαυτοῦ
μας. Ἡ Φιλαυτία ἀποτελεῖ
διαστροφή μιᾶς φυσικῆς δυνάμεως τοῦ
ἀνθρώπου, μέ τήν ὁποία διά τοῦ
Θεοῦ ἀγαπᾶ ἑαυτόν καί ταυτοχρόνως ὅλους τούς ἄλλους.
Ἡ ἐμπαθής Φιλαυτία εἶναι ἀγάπη
πού στρέφεται ἀπ’ εὐθείας στόν ἑαυτό μας καί ἀποκλείει
ὅλους τούς ἄλλους. Ἀντικείμενο
τῆς ἐμπαθοῦς Φιλαυτίας δέν εἶναι
ὁ αὐθεντικός, ἀλλά ὁ
ἁμαρτωλός ἑαυτός ἤ
ὁ μεταπτωτικός ἄνθρωπος, δηλ. ἡ
ἐν ἡμῖν ἁμαρτία. Ἡ ἀπαθής
Φιλαυτία εἶναι γνώρισμα τοῦ προπτωτικοῦ
ἀνθρώπου. Μετά τήν πτώση κυριαρχεῖ
στή ζωή τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως,
διά τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος
ἐπιχειρεῖ κατ’ ἀρχήν
νά ἀμυνθεῖ ἔναντι
τῆς τρομερῆς ἀπειλῆς
τοῦ θανάτου. Μέ τήν πτώση εἰσέρχεται γιά πρώτη
φορά στή ζωή ἡ μέριμνα, πού ἀντικαθιστᾶ
τόν «ἀμέριμνο βίο» τοῦ Παραδείσου. Μέ βάση
τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντηρήσεως
ὁ ἄνθρωπος ἐπιδίδεται σ’ ἕναν
ἀγῶνα ἀναζήτησης τῆς ἠδονῆς
καί ἀποφυγῆς τῆς
ὀδύνης, πού στόν μεταπτωτικό κόσμο ἀκολουθεῖ
ἀναπόφευκτα τήν ἠδονή. Ἔτσι,
διά τῆς Φιλαυτίας εἰσβάλλουν ὅλα
τά πάθη, μέ ἡγέτες τούς «γίγαντες τῶν παθῶν»
(Φιληδονία, Φιλαργυρία, Φιλοδοξία).
Ἀποτελέσματα τῆς Φιλαυτίας: Τό πάθος τῆς
Φιλαυτίας διαταράσσει ὅλες τίς φυσικές σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου.
Εἰδικότερα:
α) Ἀποκόπτει ἀπό τόν Θεό. Ἀγάπη πρός τόν Θεό καί ἀγάπη
πρός τόν ἑαυτό μας εἶναι καταστάσεις ἀντιστρόφως
ἀνάλογες: ὅσο περισσότερο ἀγαπᾶμε
τόν ἑαυτό μας, τόσο λιγότερο ἀγαπᾶμε
τόν Θεό ἀντίστροφα.
β) Ἀπομονώνει ἀπό τόν συνάνθρωπο. Ἡ ἐμπαθής
Φιλαυτία ἐνέχει τό στοιχεῖο τῆς
ἀποκλειστικότητας, δηλ. ἀγνοεῖ
τήν ἀγάπη πρός τούς ἄλλους. Θεωρεῖ
τόν ἄλλο ἀπειλή καί δέν ἀνέχεται τόν «μερισμό»
τῆς ἀγάπης σέ πολλούς. Ἔτσι, ὅποιος
εἶναι ὑπό τήν ἐξουσία τῆς
Φιλαυτίας ὁδηγεῖται ἀναγκαστικά σέ ἕνα εἶδος
ἀπομόνωσης ἀπό τούς συνανθρώπους
του: «Οἱ ἑαυτῶν μόνον ἕνεκα πάντα πράττοντες,
φιλαυτίαν τό μέγιστον τῶν κακῶν ἐπιτηδεύουσιν,
ὅ ποιεῖ τό ἄμικτον,
τό ἀκοινώνητον, τό ἄφιλον, τό ἄδικον,
τό ἀσεβές. Τόν γάρ ἄνθρωπον ἡ
φύσις κατεσκεύασεν, οὐχ ὡς τά μονωτικά θηρία, ἀλλ' ὡς
ἀγελαῖα καί σύννομα καί κοινωνικά, ἵνα
μή ἑαυτῷ μόνῳ ζῇ, ἀλλά καί πατρί καί μητρί καί ἀδελφοῖς
καί γυναικί καί τέκνοις καί ἄλλοις συγγενέσι καί
φίλοις καί δημόταις καί φυλέταις καί πατρίδι καί ὁμοφύλοις καί πᾶσιν
ἀνθρώποις· ἔτι μέντοι καί τοῖς
μέρεσι τοῦ παντός, καί τῷ ὅλῳ
κόσμῳ, καί πολύ πρότερον τῷ Θεῷ
καί Ποιητῇ. Δεῖ γάρ εἶναι, εἴ
γε ὅλως ἐστί λογικός, κοινωνικόν, φιλόκοσμον, φιλόθεον, ἵνα
γένηται καί θεοφιλής» (Ἀββάς Ἡσαΐας). Αὐτή
ἀκριβῶς τή διαστροφή ἐκφράζουν οἱ
φράσεις «Homo homini lurus» καί «Ὁ ἄλλος
εἶναι ἡ κόλασις» (Z.P. Sartre). Ὡστόσο, ἡ
πανίσχυρη φυσική δύναμη, πού ὀνομάζεται «ἀγάπη»
(ἤ «φιλία» ἤ «ἔρως»
ἤ «ἐπιθυμία») δέν νεκρώνεται, οὔτε παύει νά στρέφεται
πρός τούς ἄλλους. Στρέφεται καί πρός αὐτούς, ἀλλά
λειτουργεῖ ἀρρωστημένα, δηλ. ἰδιοτελῶς.
Ἀπό ἀνιδιοτελής ἀγάπη, ἡ
ὁποία «οὐ ζητεῖ
τά ἑαυτῆς» (Β' Κορ. 13,6), γίνεται ἰδιοτελής ἀγάπη,
ἡ ὁποία «ζητεῖ τά ἑαυτῆς»,
δηλ. ἀπαιτεῖ ἱκανοποίηση
καί ἀνταπόδοση. Ἔτσι, δημιουργεῖ
ἰδιοτελεῖς καί ἐμπαθεῖς
κοινωνικές σχέσεις, οἱ ὁποῖες, γιά νά διατηρηθοῦν, ἀπαιτοῦν
τή χρήση προσωπείου. Οἱ σχέσεις αὐτές δέν εἶναι,
πλέον, σχέσεις «πρόσωπον πρός πρόσωπον», ἀλλά σχέσεις «προσωπεῖον
πρός προσωπεῖον» καί προσλαμβάνουν κωμικό χαρακτῆρα.
Ἡ οὐσία τῆς Ὀρθόδοξης
Πνευματικότητας ἔγκειται ἀκριβῶς
στή μεταβολή τῆς ἰδιοτελοῦς ἀγάπης,
ἡ ὁποία ζητεῖ ἀνταπόδοση,
σέ ἀνιδιοτελή ἀγάπη, ἡ
ὁποία «οὐ ζητεῖ
τά ἑαυτῆς». Ἡ ἀγάπη εἶναι κατάσταση τοῦ
μέλλοντος αἰῶνος: «οὐδέποτε ἐκπίπτει»
(Β' Κορ. 13,8).
γ) Λειτουργεῖ αὐτοκαταστροφικά. Ὁ φίλαυτος, χωρίς νά τό
γνωρίζει, ὄχι μόνο δέν ἀγαπᾶ
τόν ἑαυτό του, ἀλλά τόν μισεῖ
καί τόν καταστρέφει. Ἡ ἀποκοπή ἀπό τόν Θεό, τήν πηγή τῆς
ζωῆς καί τῆς εὐτυχίας,
ἰσοδυναμεῖ μέ πνευματική (καί
φυσική) αὐτοκτονία. Τά πάθη ὄχι μόνο δέν ὀφελοῦν,
ἀλλά καθιστοῦν τόν βίο τοῦ
ἀνθρώπου «πολυστένακτον», ἡ δέ Φιλαυτία θεωρεῖται
ἀπό τούς Πατέρες πάθος «παγκάκιστον» (ἅγ.
Νικήτας Στηθάτος). Ἡ ζωή τοῦ φιλαύτου εἶναι
ἡ «τῆς οἰκείας ἀναιρέσεως τιμῶσα
τάς ἀφορμάς καί τῆς φθορᾶς
τάς προφάσεις ἑαυτῇ διά τήν ἄγνοιαν ἐξευρίσκουσά
τε καί περιέπουσα». Ἐξ αἰτίας τῆς Φιλαυτίας «οἱ
τῆς αὐτῆς φύσεως ἀλλήλων ἐσμέν
δίκην ἑρπετῶν θηρίων παραναλώματα» (ἅγ. Μάξιμος Ὁμολογητής).
Ἡ θεραπεία τῆς Φιλαυτίας: Προϋπόθεση τῆς
θεραπείας τῆς Φιλαυτίας εἶναι τό μή «ἑαυτόν
δικαιοῦν ἤ ἐπαινεῖν» (τό νά μή δικαιολογοῦμε
ἤ νά ἐπαινοῦμε ποτέ τόν ἑαυτό
μας). Στό πεπτωκότα ἄνθρωπο κυριαρχεῖ τό στοιχεῖο
τῆς «αὐτοδικαίωσης» (τό «ἑαυτόν δικαιοῦν»):
«Πᾶς ἀνήρ φαίνεται ἑαυτῷ
δίκαιος» (Παρ. 21,2). «Ὁδοί ἀφρόνων ὀρθοί ἐνώπιον
αὐτῶν» (Παρ. 13,15). «Μή γίνεσθε φρόνιμοι παρ' ἑαυτοῖς»
(Ρωμ. 12,17). «Ἐγκωμιαζέτω σε ὁ πέλας, καί μή τό σόν
στόμα· ἀλλότριος, καί μή τά σά χείλη» (Παρ. 27,2). «Οὐαί
οἱ συνετοί ἐν ἑαυτοῖς
καί ἐνώπιον ἑαυτῶν
ἐπιστήμονες» (Ἡσ. 5,21). Ἡ
αὐτομεμψία εἶναι δραστικό φάρμακο ἐναντίον
τῆς Φιλαυτίας, ἀλλά καί αὐτή
πρέπει στίς περισσότερες περιπτώσεις νά συνδυάζεται μέ τήν ἐλπίδα.
Στή θεραπεία τῆς Φιλαυτίας συμβάλλει καθοριστικά ἡ
καλλιέργεια τῶν ἀρετῶν, πού εἶναι ἀναιρετικές
τῶν τριῶν γιγαντιαίων παθῶν,
τῶν προερχομένων ἀπό τή Φιλαυτία, δηλ. τῆς
Φιλοδοξίας, τῆς Φιλαργυρίας καί τῆς Φιληδονίας. Κατά
τούς Πατέρες, ἀναιρετική τῆς Φιλοδοξίας εἶναι
ἡ ταπείνωση, ἀναιρετικές τῆς
Φιλαργυρίας εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ ἀκτημοσύνη
καί ἀναιρετικές τῆς Φιληδονίας εἶναι
ἡ ἐγκράτεια καί ἡ νηστεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου