Κείμενο δημοσιευμένο στό
περιοδικό
«Ἐφημέριος»,
μηνιαία ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος,
ἔτος 60, τεῦχ. 6, Ἰούν. 2011.
Ὅπως εἶναι γνωστό ἀπό
τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, ὁ Ἀρειανισμός εἶναι ἡ πρώτη ἀπό τίς μεγάλες αἱρέσεις
πού συντάραξαν τήν Ἐκκλησία τόν δ΄ καί ε΄ μ.Χ. αἰ. Εὔστοχα ἔχει χαρακτηρισθεῖ
ὡς «ἡ ριζοσπαστικότερη αἵρεση τοῦ Χριστιανισμοῦ» (Στ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία
Β΄, Ἀθήνα 1999, σ. 114) καί ὄντως ἀποτελεῖ διδασκαλία, πού καταργεῖ τό
Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί ἐπιχειρεῖ νά ἀνατρέψει ἐκ θεμελίων τό οἰκοδόμημα τῆς
Ἐκκλησίας. Σέ γενικές γραμμές δίδασκε ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο
πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀνήκει στά κτίσματα (δημιουργήματα) τοῦ Θεοῦ, δηλ. δέν
εἶναι ἀληθινός Θεός καί δέν ἔχει τήν ἴδια φύση μέ τόν Πατέρα. Κατά συνέπειαν,
καί ὁ ἱστορικός Ἰησοῦς Χριστός δέν ἦταν ἀληθινός Θεός, οὔτε πραγματικός Σωτῆρας
τοῦ κόσμου. Μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια, Ἀρειανισμός εἶναι κάθε πίστη ἤ ἀντίληψη πού
ὑποτιμᾶ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τέτοιες ἀντιλήψεις ἐμφανίζονται σέ πολλές
περιπτώσεις στήν ἐποχή μας, ἐκφραζόμενες εἴτε ἀπό συγκεκριμένες αἱρετικές
ὁμάδες εἴτε ἀπό εὐρύτερα θρησκευτικά ἤ ἀποκρυφιστικά κινήματα, ὅπως αὐτό τῆς
Νέας Ἐποχῆς κ.ἄ. Ὁ Ἀρειανισμός δηλ. δέν εἶναι ἕνα φαινόμενο τοῦ παρελθόντος,
ἀλλά κάτι, πού ἀφορᾶ σέ κάθε ἐποχή καί πολύ περισσότερο στήν ἐποχή μας. Ἄς
δοῦμε, ὅμως ἐνδεικτικά κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις.
α) Ἡ γνωστή αἵρεση τῶν
Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ εἶναι ἀπό τίς πιό χαρακτηριστικές μορφές ἀναβίωσης τοῦ
ἀρχαίου Ἀρειανισμοῦ στήν ἐποχή μας. Ἡ αἵρεση ἔχει μιά πολύ συγκεχυμένη ἀντίληψη
περί τοῦ Χριστοῦ. Σέ ἄλλες περιπτώσεις ἰσχυρίζεται ὅτι εἶναι τό ἰσοδύναμο τοῦ
τέλειου ἀνθρὠπου, τοῦ «τέλειου Ἀδάμ», ἀλλοῦ ὁ Χριστός συγχέεται μέ τόν
Ἀρχάγγελο Μιχαήλ! καί ἀλλοῦ ἀποκαλεῖται «θεός», ἀλλά μόνο καταχρηστικά, ὅπως
ἀποκαλεῖται θεός «κατά χάριν» ἕνας Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας. Σέ ἔντυπά της συναντοῦμε
τήν ἀντίληψη ὅτι ὁ Υἱός εἶναι «τό πρῶτο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ» (Σκοπιά, 1916, σ.
289) ἤ «ὄργανον ὑπό τοῦ Θεοῦ χρησιμοποιηθέν ἐν τῇ δημιουργίᾳ τῶν πάντων»
(Καταλλαγή, σ. 113), ὅπως ἀκριβῶς πίστευε καί ὁ Ἄρειος. Ἄλλωστε, σέ ἀγγλική
ἔκδοση ἑνός βιβλίου τῆς αἵρεσης (Γραφικαί Μελέται, τ. Ζ, 1918, σ. 64) ὁ Ἄρειος
εἰκονίζεται δίπλα στόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη, στόν ἀπόστολο Παῦλο καί στόν ἱδρυτή
της Κάρολο Ρῶσελ.
β) Ἡ Μασωνία εἶναι
μυστική θρησκευτική ὀργάνωση μέ ἰδιαίτερη λατρεία. Τό κατ’ ἐξοχήν στοιχεῖο, πού
τήν διαφοροποιεῖ ριζικά ἀπό τόν Χριστιανισμό, εἶναι ἡ ἀντίληψη γιά τό πρόσωπο
τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἐκφράζεται σέ κείμενα κορυφαίων ἐκπροσώπων της ἤ σέ τεκτονικά
τελετουργικά τυπικά. Σέ κάποια ἀπ’ αὐτά ἀμφισβητεῖται ἀκόμη καί ἡ ἱστορική
ὕπαρξη τοῦ Ἰησοῦ ἤ τό πρόσωπό Του κατανοεῖται συμβολικά, μέ ὁρολογία πού
θυμίζει τόν φιλοσοφικό χῶρο τοῦ Νεοπλατωνισμοῦ. Σέ ἄλλα κείμενα ὁ Χριστός γίνεται
ἀποδεκτός ὡς ἱστορικό πρόσωπο, ὄχι ὅμως, ὡς ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ἀλλά ὡς ἕνας
μεγάλος δάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος, πού ἐξισώνεται μέ ὑπαρκτά ἤ ἀνύπαρκτα
πρόσωπα (Πυθαγόρας, Κομφούκιος, Βούδας, Ποσειδώνας, Ἀπόλλωνας). Ὁ Ἰησοῦς, κατά
τή μασωνική ἀντίληψη, δέν ἦταν τίποτε περισσότερο ἀπό ἕναν «τέλειο μύστη», δηλ.
ἕναν μεγάλο μασῶνο, τόν ὁποῖο μπορεῖ νά φθάσει (ἀλλά καί νά ξεπεράσει!) κάθε
μυημένος στίς «ἀλήθειες» τοῦ Τεκτονισμοῦ. Τό χειρότερο εἶναι ὅτι ὁ Τεκτονισμός
ἀναμένει ἕναν ἄλλο μύστη, τόν μεγαλύτερο ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἕναν «μεσσία» ἀνώτερο
ἀπό τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος θά ἑρμηνεύσει αὐθεντικά τά τεκτονικά σύμβολα καί θά
ἀποκαλύψει, δῆθεν, τό πλήρωμα τῆς ἀλήθειας!
γ) Σέ μεσσιανικές
θρησκεῖες καί αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς μας, διάφοροι ἡγέτες τέτοιων ὁμάδων
ἐμφανίζονται ὡς σύγχρονοι «μεσσίες» μέ ἀποστολή καί ἰδιότητες παράλληλες ἤ καί
ἀνώτερες ἀπ' αὐτές τοῦ Χριστοῦ. Οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτούς κινοῦνται ἐκτός τοῦ Χριστιανισμοῦ,
στόν χῶρο τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν καί τῆς Νέας Ἐποχῆς. Ἔτσι ἐμφανίζονται π.χ.
ἡ ἀρχηγός τῆς ἰδουϊστικῆς αἵρεσης «Σαχάτζα Γιόγκα», ὁ κορεάτης ψευδομεσσίας Σάν
Μυούνκ Μούν, ὁ ἀρχηγός τῆς αἵρεσης «Παιδιά τοῦ Θεοῦ» David Berg καί πολλοί
ἄλλοι. Συνήθως ἰσχυρίζονται ὅτι ἀποτελοῦν ἐπανεμφανίσεις τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο
ἤ ὅτι ἦλθαν νά ὁλοκληρώσουν τό ἔργο Του, πού ἔμεινε, δῆθεν, ἀτελές, ὡς νέοι καί
μεγαλύτεροι ἀπ’ αὐτόν «μεσσίες».
δ) Στό κίνημα τῆς Νέας
Ἐποχῆς, τέλος, ὅπου ἐντάσσονται ἑκατοντάδες ὀργανώσεις καί πρόσωπα σέ ὅλο τόν
κόσμο, ὁ Χριστός δέν γίνεται ἀποδεκτός ὡς πρόσωπο, ἀλλά ὡς κατάσταση (ἡ
περίφημη «χριστική κατάσταση»), στήν ὁποία μπορεῖ νά φτάσει κάθε ἄνθρωπος,
ἀναπτύσσοντας τίς «θεϊκές» δυνάμεις, πού, δῆθεν, βρίσκονται μέσα του, μέ τή
βοήθεια κάποιων ἀσκήσεων καί τεχνικῶν (ὅπως ἡ γιόγκα καί ὁ διαλογισμός). Ἄν ὁ
Χριστός ὑπῆρξε ὡς ἱστορικό πρόσωπο, σημασία ἔχει ἡ κατάσταση στήν ὁποία
βρισκόταν καί στήν ὁποία εἶχαν φθάσει καί ἄλλα πρόσωπα τοῦ παρελθόνος. Γενικά, ἡ
Νέα Ἐποχή δέν ἀρνεῖται ὅτι ὁ Χριστός ἦταν ἕνας Μεσσίας, πού κυριάρχησε σέ μιά
ἱστορική περίοδο (στήν «Ἐποχή τοῦ Ἰχθύος»). Δέχεται, ὅμως, ὅτι ἡ ἐποχή αὐτή πέρασε
καί στή «Νέα Ἐποχή» πού ἀνατέλει (στήν «Ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου»), ἐποχή τῆς προόδου
καί τῆς εὐημερίας, θά κυριαρχήσει ἕνας ἄλλος «μεσσίας»., ὁ «μεσσίας» τῆς Νέας
Ἐποχῆς.
Ὅλες αὐτές οἱ περιπτώσεις
συνιστοῦν μορφές ἀναβιώσης τοῦ Ἀρειανισμοῦ στήν ἐποχή μας καί μάλιστα σέ πολύ ἀκραία
μορφή. Ὁ ἀρχαῖος Ἀρειανισμός δίδασκε ὅτι ὁ Υἱός εἶναι τό πρῶτο καί τελειότερο
κτίσμα τοῦ Θεοῦ. Ὁ σύγχρονος Ἀρειανισμός διδάσκει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἕνα ἀπό
τά τελειότερα κτίσματα, τό ὁποῖο μπορεῖ νά φτάσει, ἀλλά καί νά ξεπεράσει κάθε
ἄνθρωπος στόν κόσμο. Ἄν ὁ ἀρχαῖος Ἀρειανισμός ἀποτελεῖ κατάσταση ἐπικίνδυνη γιά
τή σωτηρία (γι’ αὐτό, ἄλλωστε, καταδικάστηκε ὡς φοβερή αἵρεση), πολύ πιό ἐπικίνδυνη
κατάσταση ἀποτελοῦν οἱ σύγχρονες μορφές του. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καί, κατ’
ἐπέκτασιν, ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, βασίζονται στήν ἀκλόνητη πέτρα τῆς πίστεως
καί ὁμολογίας ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι «ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ.
16,16), ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος Σωτήρ καί Λυτρωτής τοῦ κόσμου.
Πρωτ. Σωτήριος Ὀ.
Ἀθανασούλιας
Ἑφημέριος
Μητροπολιτικοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου