ΤΕΥΧΟΣ 56 ΤΡΙΠΟΛΙΣ ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2008
Ο ΜΕΓΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ
ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΟΝΤΩΣ ΜΕΓΑΛΟ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑ ΚΑΙ ΑΓΙΟ
Εἰσαγωγή. Ἡ ζωή ἑνός Μεγάλου.
Στήν ἐποχή
μας παρατηρεῖται τό φαινόμενο πρόσωπα, πού ἔχουν
καταξιωθεῖ ἀπό τήν Ἱστορία καί τήν Ἐκκλησία,
πρόσωπα πού εἶναι πολύ ψηλά στή συνείδηση τοῦ
Λαοῦ καί περιβάλλονται μέ τιμή καί ἀγάπη,
νά δέχονται συντονισμένες ἐπιθέσεις
κατασυκοφάντησης καί λασπολογίας καί νά ἐξυβρίζονται μέ χυδαῖο
τρόπο. Τέτοιες ἐπιθέσεις προέρχονται καί ἀπό τόν χῶρο
τῶν αἱρέσεων καί τῆς παραθρησκείας, ἰδιαίτερα
δέ ἀπό τά σύγχρονα ἀρχαιολατρικά κινήματα,
πού ἐργάζονται γιά τήν ἀναβίωση τῆς
λατρείας τοῦ δωδεκαθέου καί τῆς ἀρχαίας
εἰδωλολατρικῆς θρησκείας. Ἀπό
τούς πρώτους στόχους τῶν ἐπιθέσεων εἶναι ὁ
αὐτοκράτωρ καί ἅγιος τῆς
Ἐκκλησίας μας Κωνσταντῖνος ὁ
Μέγας (280 - 337 μ.Χ.), τοῦ ὁποίου
ἡ μνήμη τιμᾶται στίς 21 Μαΐου.
Ποιός ἦταν,
ὅμως, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος;
Ἀναμφίβολα ὑπῆρξε
μιά ἀπό τίς μεγαλύτερες μορφές τῆς παγκόσμιας ἱστορίας.
Γιά κάποιους δέ ἴσως ἡ μεγαλύτερη). Εἶναι τό πρόσωπο πού ἄλλαξε
τήν πορεία τῆς ἱστορίας τοῦ κόσμου, ἤ
τουλάχιστον ἔθεσε ἀνεξίτηλη τή σφραγῖδα
του σ’ αὐτήν. Γεννήθηκε στή Ναϊσῶ (σημερινή Νίσσα) τῆς
Σερβίας περί τό 280 μ.Χ. Μεγάλωσε ὡς ὅμηρος
στήν αὐλή τοῦ Διοκλητιανοῦ,
τοῦ γνωστοῦ διώκτη τῶν
Χριστιανῶν. Ἴσως δέ νά γνώρισε τό μαρτύριο τοῦ
ἁγίου Γεωργίου καί τά θαύματά του στήν Ἀνατολή).
Οἱ ἱκανότητές του ἦταν τέτοιες ὥστε
σύντομα ἀνῆλθε σέ ἀνώτατα ἀξιώματα.
Νυμφεύθηκε πρῶτα τή σεμνή Νινευίνα, μέ τήν ὁποία
ἀπέκτησε τόν πρῶτο του γυιό, τόν Κρῖσπο.
Γιά πολιτικούς λόγους ἀναγκάστηκε νά τήν ἐγκαταλείψει καί νά
νυμφευθεῖ τή Φαῦστα, κόρη τοῦ
συναυτοράτορα Μαξιμιανοῦ, ἡ ὁποία ἀργότερα μετεῖχε
σέ συνομωσίες γιά τήν ἀνατροπή καί τή δολοφονία του. Τό 306 ἀνακηρύχθηκε
αὐτοκράτορας ἀπό τόν στρατό. Ὑπῆρχαν,
ὅμως, ἄλλοι τρεῖς
«Αὔγουστοι», κατά τό σύστημα τῆς «τετραρχίας» τοῦ
Διοκλητιανοῦ, οἱ ὁποῖοι τελικά συγκρούστηκαν μεταξύ τους. Μέσα ἀπό
τέτοιες συγκρούσεις (ἀναπόφευκτες γιά τά δεδομένα τῆς
ἐποχῆς) ὁ Κων/νος ἔγινε μονοκράτορ τό 324,
ἑνώνοντας κάτω ἀπό μιά πανίσχυρη
κεντρική ἐξουσία τήν ἀχανῆ
Ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, πού ἐπεκτεινόταν ἀπό
τή σημερινή Ἰσλανδία ἤ Ἰρλανδία
μέχρι τήν Περσία καί τήν Ἰνδία. Τό 313 ὑπέγραψε μέ τόν Λικίνιο
τό περίφημο διάταγμα τῶν Μεδιολάνων περί ἀνεξιθρησκείας, μέ τό ὁποῖο
ἔληξαν οὐσιαστικά οἱ
διωγμοί τῶν Χριστιανῶν καί ἀπεκατεστάθη
ἡ ἐλευθερία τῆς λατρείας. Ἕνα
χρόνο ἐνωρίτερα, λίγο πρίν συγκρουστεῖ
μέ τόν Μαξέντιο, εἶδε τό γνωστό ὅραμα τοῦ
Τιμίου Σταυροῦ μέ τήν ἐπιγραφή «τούτῳ
νίκα». Ἀπό τότε εὐνοεῖ
σταδιακά τόν Χριστιανισμό, χωρίς νά διακόψει τίς σχέση του μέ τήν ἀρχαία
θρησκεία. Ἐνδιαφέρεται γιά τά ἐσωτερικά προβλήματα τῆς
Ἐκκλησίας καί συγκαλεῖ τήν Α' Οἰκουμενική
Σύνοδο τό 325 μ.Χ. Τό 330 μεταφέρει τήν πρωτεύουσα τῆς
αὐτοκρατορίας στήν Ἀνατολή: Κτίζει καί ἐγκαινιάζει
τή Νέα Ρώμη (πού ἀργότερα ὀνομάστηκε
Κωνσταντινούπολη). Τό 337 ἀρρώστησε ξαφνικά. Ζήτησε
νά γίνει ἐπίσημα Χριστιανός, βαπτίστηκε καί πέθανε στό Δρέπανο τῆς
Βιθυνίας τρεῖς μέρες μετά τή Βάπτισή του σέ ἡλικία
ἑξῆντα ἐτῶν περίπου.
Αὐτός
ἦταν πολύ συνοπτικά ὁ Μέγας Κων/νος, ὁ
αὐτοκράτορας πού δέν ἔχασε ποτέ καμία μάχη,
οὔτε στό ἐξωτερικό, οὔτε
στό ἐσωτερικό. Στήν Ἀνατολή ἀγαπήθηκε
ἰδιαίτερα. Στή Δύση εἶναι μᾶλλον
ἀντιπαθής, ἐπειδή ἐγκατέστησε
τό κέντρο τῆς αὐτοκρατορίας στήν Ἀνατολή. Εἶναι
χαρακτηριστικό, ὅτι μετά τό Σχῖσμα κανείς, οὔτε
Πάπας, οὔτε ἡγεμόνας τῆς Δύσεως δέν ἔλαβε
τό ὄνομά του, ἐνῶ
στήν Ἀνατολή ἔχουμε ἕνδεκα
Αὐτοκράτορες μέχρι τήν Ἅλωση μέ τό ὄνομα
Κων/νος. Κάτι ἀνάλογο συμβαίνει μέχρι σήμερα, ὥστε
πρόσφατα στή χώρα μας συνέπεσε ὅλα τά ἀνώτατα
πολιτειακά πρόσωπα (Πρόεδρος Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, Ἀρχηγός
Ἀξιωματικῆς Ἀντιπολιτεύσεως)
νά φέρουν τό ὄνομα Κων/ νος. Εἶναι περιττό νά τονίσουμε
ὅτι εἶναι ἀπό τά πιό συνηθισμένα ὀνόματα μεταξύ τοῦ
Λαοῦ μας.
«Σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Οἱ ἐχθροί καί οἱ ἰσχυρισμοί τους.
Εἶναι
φυσικό μιά τέτοια προσωπικότητα νά ἔχει καί ἐχθρούς,
οἱ ὁποῖοι, κατά τόν ἱστορικό Κων/νο
Παπαρηγόπουλο, εἶναι: α) «Οἱ τοῦ
ἀρχαίου θρησκεύματος ὁπαδοί», δεδομένου ὅτι
ὁ Μ. Κων/νος εὐνόησε σαφῶς
τόν Χριστιανισμό εἰς βάρος τῆς ἀρχαίας
εἰδωλολατρίας. β) Οἱ Διαφωτιστές, ὅπως
ὁ Βολταῖρος, ὁ
Γίββων κ.ἄ., οἱ ὁποῖοι γενικά ἐκφράζονται πολύ ὑποτιμητικά
γιά τό Βυζάντιο. Ὑπηρετώντας πολιτικές σκοπιμότητες, τό χαρακτηρίζουν πτώση,
διολίσθηση, μεσαίωνα, καί μάλιστα σέ σχέση μέ τόν μεσαίωνα τῆς
Δύσης! γ) «Ἡ παπική ἀρχή», ὡς
ἔκφραση τοῦ ἀρνητικοῦ
κλίματος πού ἐπικράτησε στή Δύση γιά τόν μεγάλο αὐτοκράτορα
καί Ἅγιο. Στούς παραπάνω πρέπει νά προστεθοῦν
δύο ἀκόμη κατηγορίες ἀντιπάλων: δ) Οἱ
σύγχρονοι δυτικόφρονες καί «προοδευτικοί», ὅσοι ἀκολουθοῦν
ἄκριτα τήν Εὐρώπη ἤ
τή Δύση, χωρίς νά ἐνδιαφέρονται ἄν ὅ,τι
ἔρχεται ἀπό ἐκεῖ
εἶναι ὀρθό ἤ ὄχι. ε) Οἱ σύγχρονοι ἀρχαιολάτρες,
ὁπαδοί τῆς ἀρχαίας
θρησκείας. Πρόκειται γιά τήν πιό ἐχθρική ὁμάδα,
ἡ ὁποία δέ διστάζει νά χρησιμοποιεῖ
ἀκατανόμαστες ὕβρεις καί
χαρακτηρισμούς ἐναντίον τοῦ Ἁγίου,
ἐπιστρατεύοντας κάθε μέσο καί διαστρέφοντας τήν ἱστορική
ἀλήθεια. Ὄχημα αὐτῆς
τῆς ἐπίθεσης γίνονται συνήθως τά ἔντυπα τῶν
ὀργανώσεων, ἀλλά καί τό διαδίκτυο.
Διαβάζουμε χαρακτηριστικά
σέ ἱστοσελίδα τοῦ διαδικτύου: «Ἕνα
ὑπερφιλόδοξο κάθαρμα πού θεμελίωσε τό χριστιανισμό ἐνῶ
ἦταν εἰδωλολάτρης ... Ἔσφαξε
ἢ ἀποκεφάλισε πατριό, ἀνηψιό, γιό (!), ἀδερφό
καί γυναίκα ... Βαφτίστηκε λίγο πρίν πεθάνει, γιά νά μή χάσει τίτλους καί
προνόμια καί ἔγινε ἅγιος». Σέ ἄλλη
περίπτωση: «Ποιοῦ τή μνήμη γιορτάζουν; Ποιόν τιμοῦν
... Ἕναν ληστή μεγάλης κλίμακας, ἕναν ἐμπρηστή,
τρομοκράτη, δολοφόνο συγγενικῶν προσώπων, μαζικό
δολοφόνο, ἕνα τέρας τῆς παγκόσμιας Ἱστορίας,
ἕναν πού δέν ἐπιτρέπεται νά ὀνομάζουμε
ἀπόκοσμο θηρίο, ἐπειδὴ
κάτι τέτοιο θά ἦταν ὑποτιμητικό καί προσβλητικό γιά κάθε πραγματικό θηρίο ... τόν
ἐπιφανῆ συμμορίτη τῆς
Ἱστορίας, ἕναν ἀπάνθρωπο
δεσπότη, γιά τόν ὁποῖο τίποτα δέν ἦταν πιό σημαντικό ἀπό
τήν ἀποκλειστική κυριαρχία, ἀπό τήν παγκόσμια
μοναρχία, ἀπό τήν ἐξουσία, ἐξουσία,
ἐξουσία μέ κάθε τρόπο, ἕναν ὁ
ὁποῖος προκαλοῦσε σέ ὅλη
τή ζωή του πολέμους, μικρούς πολέμους, μεγάλους πολέμους, κατά προτίμηση ἐπιθετικά
κτυπήματα, πρός τά ἔξω, πρός τό ἐσωτερικό, σφαγές, αἱματοχυσίες,
ἐπιθέσεις». Τά παραπάνω εἶναι μόνο ἐνδεικτικά.
Παρόμοια καί πολύ χειρότερα ὑπάρχουν πάρα πολλά στό
διαδίκτυο καί ἀλλοῦ.
Ποιές εἶναι,
ὅμως, οἱ συγκεκριμένες
κατηγορίες πού ἀποδίδονται στόν Μ. Κων/νο, πέρα ἀπό
τίς γενικότητες τῶν ὕβρεων καί τῶν χαρακτηρισμῶν;
Θά μποροῦσαν νά συνοψισθοῦν στίς ἑξῆς:
α) Ἔκανε πολέμους, κατά τούς ἐπικριτές του, «ἐπιθετικούς».
β) Τιμώρησε ἐχθρούς του. γ) «Δολοφόνησε» τόν γυιό του Κρῖσπο
καί τή σύζυγό του Φαύστα, καθώς καί ἄλλα πρόσωπα τοῦ
οἰκογενειακοῦ του περιβάλλοντος. δ)
Πρόδωσε τήν ἀρχαία θρησκεία καί εὐνόησε τόν Χριστιανισμό.
Ἄς δοῦμε τί ἀπό τά παραπάνω ἀληθεύει.
Ἡ ἀποκατάσταση τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας.
Ἡ
ἱστορική ἀλήθεια βασίζεται
πάντοτε στίς πηγές. Κάτι, πού δέ βασίζεται σέ πηγές, δέν ἔχει
καμία ἀπολύτως ἀξία. Στήν προσέγγιση τῶν
πηγῶν, ὅμως, παρατηροῦνται ἐνίοτε
δυό βασικά σφάλματα. Τό πρῶτο εἶναι
ἡ ἰδεολογική τους χρήση. Αὐτό σημαίνει, ὅτι
δέν ἀφήνουμε τίς πηγές νά μιλήσουν οἱ
ἴδιες, δέν τίς ἀξιολογοῦμε
μέ κριτήρια ἐπιστημονικά (κάθε πηγή π.χ. ἔχει τή δική της ἀξιοπιστία),
ἀλλά ἐπιλέγουμε ἀπ’ αὐτές
ὅ,τι μᾶς ἐξυπηρετεῖ,
ὅ,τι μᾶς συμφέρει, ὅ,τι
συμφωνεῖ μέ τήν ἰδεολογία μας, μέ τίς ἀντιλήψεις
μας. Αὐτό, ὅμως, δέν εἶναι ἱστορία.
Εἶναι παραπλάνηση καί ἀπάτη. Τό δεύτερο
σφάλμα εἶναι ὁ λεγόμενος «ἱστορικός ἀναχρονισμός»,
δηλ. τό νά κρίνουμε τά δεδομένα μιᾶς ἄλλης
ἐποχῆς μέ τά κριτήρια τῆς ἐποχῆς
μας. Ὅμως, γιά νά δοῦμε, ἄν
μιά πράξη εἶναι καλή ἤ κακή, μικρή ἤ
μεγάλη, ἔνδοξη ἤ ἄδοξη,
πρέπει νά τήν συγκρίνουμε μέ πράξεις τῆς ἐποχῆς
της. Ὅ,τι σήμερα θεωροῦμε κακό, κάποτε ἴσως
τό θεωροῦσαν καλό ἤ φυσιολογικό. Πρέπει
π.χ. νά κατηγοροῦμε τόν Πλάτωνα ἤ τόν Σωκράτη γιά τό ὅτι
εἶχαν δούλους, τή στιγμή πού ἡ δουλεία ἦταν
κάτι φυσιολογικό στήν ἐποχή τους; Πρέπει νά τούς κατηγοροῦμε,
ὅτι ὑποτιμοῦσαν τή γυναῖκα,
ἀφοῦ ὅλοι τότε ἔκαναν τό ἴδιο;
Ἔτσι καί ὁ Κων/νος πρέπει νά
συγκριθεῖ μέ τά τότε πρόσωπα καί γεγονότα, γιά νά δοῦμε
ἄν ξεπέρασε τήν ἐποχή του ἤ
ἄν ἀνεδείχθη, κατά τήν ἔκφραση, «κατώτερος τῶν
περιστάσεων».
Ἀπό
πού ἀντλοῦνται, ὅμως, τά «στοιχεῖα»
γιά τά ὑποτιθέμενα «ἐγκλήματα» τοῦ
Ἁγίου; Συνήθως ἀπό μία μόνο πηγή,
μεταγενέστερη καί ἀναξιόπιστη: ἀπό τόν ἱστορικό
Ζώσιμο. Ὁ Ζώσιμος εἶναι «ἐθνικός»
(εἰδωλολάτρης), καί μάλιστα φανατικός ὁπαδός
τῆς ἀρχαίας θρησκείας. Εἶναι φυσικό, λοιπόν, νά
ἀποτελεῖ πηγή συκοφαντιῶν
γιά τόν Κων/νο, τοῦ ὁποίου τό ἔγκλημα ἦταν
ὅτι «ἐγκατέλειπε τό πάτριον δόγμα καί ἠσπάσθη
τήν ἀσέβεια» (δηλ. τόν Χριστιανισμό)! Τό σημαντικό, ὅμως,
εἶναι ὅτι ὁ Ζώσιμος (425 - 518) εἶναι πολύ μεταγενέστερος
(κατά ἕνα καί μισό αἰῶνα) τοῦ
Κων/νου (280 - 337). Ἔτσι,
δέν θεωρεῖται ἀξιόπιστη πηγή, ἀφοῦ
δέν ἔχει προσωπική πείρα τῶν γεγονότων καί ἀναμεταδίδει
πληροφορίες τοῦ παρελθόντος. Στήν οὐσία εἶναι
συνθηματολόγος ἤ λιβελογράφος, ἐκφραστής τῶν
ἀντιλήψεων τῶν ἐθνικῶν
τῆς ἐποχῆς του. Ἐνδεικτικό τῶν
προκαταλήψεων πού ἔχει γιά τόν Μ. Κων/νο εἶναι ὅτι
τοῦ ἀποδίδει τήν παρακμή τῆς αὐτοκρατορίας,
τή στιγμή πού στήν ἐποχή του ἡ αὐτοκρατορία
εἶχε τή μεγαλύτερη ἔκταση, ἑνότητα
καί αἴγλη.
Ὑπάρχουν,
ὅμως, καί ἄλλες πηγές, ἄλλοι
ἱστορικοί, πιό σύγχρονοι καί πιό ἀξιόπιστοι,
ὅπως ὁ Εὐσέβιος (250 - 339) καί ὁ Λακτάντιος (250 -
325). Τό κακό γιά τούς ἀρχαιολάτρες εἶναι ὅτι
πρόκειται γιά Χριστιανούς ἱστορικούς (ἐκτός
ἄν κάθε Χριστιανός θεωρεῖται ἐκ
τῶν προτέρων ψευδολόγος, ἀπατεώνας, ἀναξιόπιστος
καί κάθε ἐθνικός θεωρεῖται δίκαιος, ἀληθής,
ἀξιόπιστος). Ὁ Εὐσέβιος
θεωρεῖται πατέρας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς
Ἱστορίας καί γνώριζε προσωπικά τόν Κων/ νο. Ἡ
εἰκόνα πού μᾶς παρέχουν οἱ
δυό ἱστορικοί, ὅπως καί πολλοί ἄλλοι,
εἶναι ἐντελῶς διαφορετική. Ἄς δοῦμε
κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις:
Ἡ
μεγαλύτερη κατηγορία ὲναντίον τοῦ Κων/νου εἶναι
ὅτι «δολοφόνησε» τόν γυιό του Κρίσπο καί τή σύζυγό του Φαῦστα.
Ὅμως, τί ἀκριβῶς
συνέβη; Τό 316 σέ μιά γιορτή στά ἀνάκτορα ἐξαπλώθηκε
αὐτόματα ἡ εἴδηση
ὅτι συνελήφθη ὁ Κρίσπος καί ἐφυλακίσθη
στήν Ἴστρια. Ὁ Κρίσπος ἦταν
νέος μέ πολλά ἡγετικά χαρίσματα. Εἶχε περιβληθεῖ
ἀνώτατα στρατιωτικὰ ἀξιώματα
καί ἐθεωρεῖτο πιθανότερος διάδοχος
τοῦ Κων/νου. Ἡ Φαύστα τόν φθονοῦσε,
γιατί σαφῶς ὑπερτεροῦσε τῶν
γυῶν της, καί θέλησε νά τόν ἐξοντώσει. Πρίν ἕνα
μῆνα ὁ Κων/νος εἶχε ἐκδώσει
νόμο, πού τιμωροῦσε μέ θάνατο τή μοιχεία μέ ἔγγαμη γυναίκα. Ὁ
Κρίσπος κατηγορήθηκε μέ ψευδομάρτυρες γιά συνωμοσία ἐναντίον
τοῦ Κων/νου καί ὅτι ἐπετέθη
στή Φαύστα μέ ἀνήθικους σκοπούς, κατηγορίες πού καί ἀπό
τόν Ζώσιμο θεωροῦνται ἀβάσιμες. Ὁ
Μ. Κων/νος ἔρχεται στή δύσκολη θέση νά δικάσει, ὡς
ἀνώτατος δικαστής, τήν ὑπόθεση καί νά ἐφαρμόσει
τόν νόμο χωρίς ἐξαίρεση. Παρά ταῦτα δέν ἐκτελεῖ
τὸν Κρίσπο, ἁπλῶς
τὸν φυλακίζει. Ὁ νέος ἐκτελέστηκε
μέ ἄγνωστο τρόπο, χωρίς νά βρεθεῖ σχετικό διάταγμα τοῦ
Κων/νου, ὅπως θά ἔπρεπε. Οἱ
ἱστορικοί λένε ὅτι ἡ
μόνη πού εἶχε πρόσβαση στή σφραγίδα τοῦ αὐτοκράτορα
ἦταν ἡ σύζυγός του Φαύστα, στήν ὁποία ἀποδίδεται
ἡ δολοφονία.
Ὅταν
ἡ μητέρα τοῦ αὐτοκράτορα
ἁγία Ἑλένη ἐπέστρεψε ἀπό
τή Ρώμη, πληροφορήθηκε τά γεγονότα καί ἀπεκάλυψε τή συνωμοσία στόν
Κων/νο. Ἐκεῖνος τότε διέταξε τή σύλληψη τῆς
Φαύστας. Ὁ Ζώσιμος αὐθαίρετα λέει ὅτι
διέταξε νά πνιγεῖ στό λουτρό μέ καυτό νερό. Ἀλλά ὁ
μῦθος καταρρίπτεται ἀπό τόν Ἱερώνυμο
(366 - 419), πού μᾶς πληροφορεῖ ὅτι
ὁ θάνατος τῆς Φαύστας ἐπῆλθε
τρία ἢ τέσσερα ἔτη μετά τόν θάνατο τοῦ
Κρίσπου. Πῶς εἶναι δυνατό, λοιπόν, νά συνδέονται, καί μάλιστα ἄμεσα,
τά δύο γεγονότα; Τόν θάνατο τοῦ Κρίσπου καί τῆς
Φαύστας, καλύπτει θρύλος. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι
ἡ Φαύστα συμμετεῖχε καί σέ συνομωσία ἐναντίον
τοῦ Κων/νου μέ τόν πατέρα της Μαξιμιανό. Ὅταν
ἡ συνωμοσία ἀπεκαλύφθη ἡ
Φαύστα ἐνοχοποίησε τόν πατέρα της γιά νά ἀποφύγει
τίς συνέπειες.
Δέν θά ἐπεκταθοῦμε
σέ ἄλλες περιπτώσεις, γιά τίς ὁποῖες
κατηγορεῖται ὁ Κων/νος. Τονίζουμε μόνο ὅτι, σέ σύγκριση μέ ἄλλα
πρόσωπα τῆς ἐποχῆς, ἐμφανίζεται μᾶλλον μεγαλόψυχος καί ἐπιεικής.
Ὅταν κάποτε οἱ ἐθνικοί
βεβήλωσαν τά ἀγαλματά του, ἐκεῖνος
εἰρηνικότατα, ὅταν τοῦ
τό εἶπαν, ἔπιασε τό πρόσωπό του
καί εἶπε: «εὐτυχῶς,
ἐγώ δέ βλέπω κανένα τραῦμα στό πρόσωπό μου».
Πολλές ἐνέργειές του θεωροῦνται πρωτοποριακές. Κατήργησε
τήν ποινή τοῦ σταυρικοῦ θανάτου, ἀνανέωσε
τό οἰκογενειακό δίκαιο, κατεδίκασε τή μοιχεία, ἀνύψωσε
τή θέση τῆς μητέρας, προστάτευσε τήν οἰκογένεια καί τά παιδιά
ἀπό τήν κατάχρηση τῆς πατρικῆς
ἐξουσίας. Μέ νόμο τιμωροῦσε ὅσους
προξενοῦσαν τόν θάνατο σέ δούλους, περιόρισε τή βία καί τή σωματική
τιμωρία, ἀπαγόρευσε τόν στιγματισμό τῶν δούλων στό πρόσωπο
κ.ἄ.
Ὁ Μ. Κων/νος καί ἡ Χριστιανική Ἐκκλησία.
Ὁ
Μ. Κων/νος ἀνέκαθεν ἔτρεφε συμπάθεια πρός τούς
Χριστιανούς, λόγῳ τῆς μητέρας του ἁγίας Ἑλένης,
πού ἦταν ἤδη Χριστιανή. Δυό γεγονότα ἔκαναν τή στάση του
σταδιακά εὐνοϊκότερη, μέ ἀποκορύφωση τή Βάπτισή
του τό 337 μ.Χ. Τό πρῶτο εἶναι τό περίφημο ὅραμα τοῦ
Τιμίου Σταυροῦ, πού μαρτυρεῖται καί ἀπό
τούς ἱστορικούς τῆς ἐποχῆς
Εὐσέβιο καί Λακτάντιο. Ὁ Μαξέντιος κατηγόρησε
τόν Κων/νο γιά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του Μαξιμιανοῦ
καί διέταξε τήν καταστροφή τῶν ἀγαλμάτων
του. Ὁ Κων/νος μέσω τῶν Ἄλπεων
ἔρχεται στήν Ἰταλία καί οἱ
δύο στρατοί συναντῶνται στήν ἴδια γέφυρα τοῦ
Τίβερη ἔξω ἀπό τή Ρώμη (ὅπου ἐμφανίζεται
τό ὅραμα). Ἡ σύγκρουση, πού ἀκολουθεῖ,
εἶναι σφοδρή. Ὁ Κων/νος εἶχε
25.000 στρατό, ἐνῶ ὁ Μαξέντιος 100.000, ὅμως ὁ
στρατός τοῦ Μαξεντίου κυριολεκτικά συντρίβεται. Μιά γέφυρα τοῦ
Τίβερη καταρρέει καί πολλοί πνίγονται στόν ποταμό, μεταξύ αὐτῶν
καί ὁ ἴδιος ὁ Μαξέντιος. Τό δεύτερο
γεγονός εἶναι ἡ ἐμπειρία πού ἀπέκτησε ὁ
Κων/νος στήν Α' Οἰκουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.).
Μέχρι τότε δέν εἶχε
ἀποκόψει τή σχέση του μέ τήν εἰδωλολατρία
καί διατηροῦσε τόν τίτλο τοῦ «Μεγάλου Ἀρχιερέως»
τῆς ἀρχαίας θρησκείας. Μή λησμονοῦμε ὅτι
οἱ τότε αὐτοκράτορες, ὄχι
μόνο πίστευαν παράλληλα σέ πολλές θεότητες (ἴσως ἔτσι
νά εἶδε ἀρχικά καί τόν Χριστιανισμό ὁ Μ. Κων/νος, σάν μιά
θρησκεία πού μπορεῖ νά γίνει ἀποδεκτή μαζί μέ τίς ἄλλες),
ἀλλά ἐμφανίζοντο καί οἱ ἴδιοι
μέ θεῖες ἰδιότητες, δηλ. ἐλατρεύοντο ὡς
θεοί, στά ἀγάλματά τους προσφέροντο θυσίες! Ἔτσι
ἐτιμᾶτο καί ὁ Κων/νος. Αὐτά,
ὅμως, δέν τά ἐπινόησε ὁ
ἴδιος, ἀλλά τά κληρονόμησε ἀπό
τούς προκατόχους του. Τό 326, ἕνα χρόνο μετά τήν Α' Οἰκουμενική
Σύνοδο, γιά πρώτη φορά ἀρνεῖται νά προσφέρει τίς νενομισμένες θυσίες. Ἡ
κίνηση αὐτή εἶχε τεράστια σημασία, γιατί οὐσιαστικά καταργοῦσε
τόν ἑαυτό του καί τήν ἀρχαία λατρεία. Ἔκτοτε
δέν καταδίωξε, βέβαια, ποτέ τούς εἰδωλολάτρες, ἀλλά
οὔτε καί τήρησε ἰδιαίτερα φιλική στάση ἀπέναντί
τους. Μέ ἐπιστολές του συμβούλευε τούς κατοίκους τῆς
χώρας, ὅπου ὑπῆρχαν εἰδωλολάτρες νά στραφοῦν
πρός τή χριστιανική πίστη.
Ὁ
Μ. Κων/νος ζεῖ πλέον καί συμπεριφέρεται ὡς Χριστιανός, εἶναι
ὅμως ἀκόμη ἀβάπτιστος. Γιατί
συμβαίνει αὐτό; Προφανῶς λόγῳ
τῶν συνηθειῶν τῆς
ἐποχῆς. Ἐπικρατοῦσε σέ πολλούς ἡ
κακή συνήθεια νά ἀναβάλλουν τό Βάπτισμα γιά ἀργότερα, ἤ
γιά τό τέλος τῆς ζωῆς τους. Ἔτσι ἔκαναν
καί οἱ μεγάλοι Πατέρες Βασίλειος ὁ Μέγας καί Γρηγόριος ὁ
Θεολόγος, παρασυρμένοι ἀπό τή συνήθεια τῆς ἐποχῆς·
βαπτίσθηκαν, ὅταν ὁλοκλήρωσαν τίς σπουδές τους. Ἔτσι
ἔκανε καί ὁ Κων/νος· βαπτίσθηκε
τρεῖς μέρες πρό τοῦ θανάτου του. «Ὁμολογῶ
ἕν Βάπτισμα εἰς ἄφεσιν
ἁμαρτιῶν», ἀναφέρεται
στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Ἄν πιστεύουμε ὅτι
τό Βάπτισμα εἶναι ἕνα πανίσχυρο Μυστήριο, πού ἐξαλείφει ὅλες
τίς ἁμαρτίες τότε, ὡς Χριστιανοί, δέν
πρέπει κἄν νά συζητᾶμε γιά «ἐγκλήματα»
ἤ «ἁμαρτίες» τοῦ Κων/νου, πού ἔγιναν
πρίν τό Βάπτισμα. Ὁ Θεός καί ἡ Ἐκκλησία
κρίνουν τόν ἄνθρωπο καί τίς ἐνέργειές του μέ ἐντελῶς
διαφορετικά κριτήρια.
Κάποιοι ἀμφισβητοῦν
τήν ἁγιότητα τοῦ Μ. Κων/νου. Ὅμως,
ἡ ἁγιότητα δέν ἐξαρτᾶται
ἀπό τούς ἀνθρώπους. Ἅγιοι
δέν εἶναι ὅσοι ἀναδεικνύονται ἀπό μᾶς,
ἀλλά ὅσοι ἀναδεικνύονται ἀπό τόν Θεό μέ θαυμαστά
σημεῖα. Στόν βίο τοῦ Κων/νου θά βρίσκαμε
πολλούς λόγους, γιά τούς ὁποίους θά ἔπρεπε νά τιμᾶται
ὡς Ἅγιος. Ὅμως, αὐτό
τό κριτήριο εἶναι μᾶλλον ἐξωτερικό.
Ὁ Μ. Κων/νος εἶναι Ἅγιος
ἐπειδή «ὡς ὁ
Παῦλος τήν κλήσιν οὐκ ἐξ
ἀνθρώπων ἐδέξατο», δηλ. ἐπειδή
τόν ἀνέδειξε ὁ Θεός, ὅπως
παλαιότερα τόν ἀπόστολο Παῦλο, μέ ὑπερφυσικά
ὁράματα (τήν θεοσημεία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ)
καί μέ ἄλλα θαυμαστά σημεῖα (ἡ
λάρνακα τοῦ Μ. Κων/νου στήν Κων/πολη ἦταν πηγή ἰαμάτων,
σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τῶν κατοίκων τῆς Πόλεως). Μόνο ὁ
Θεός γνωρίζει τό βάθος τῆς ψυχῆς τοῦ
ἀνθρώπου ὥστε νά ἀναδεικνύει
Ἁγίους, ὁ δέ Λαός τοῦ
Θεοῦ αὐθόρμητα διαισθάνεται τήν ἁγιότητα καί ἀποδίδει
τή δέουσα τιμή στούς φορείς της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου