ΤΕΥΧΟΣ 62 ΤΡΙΠΟΛΙΣ
ΑΠΡΙΛΙΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2014
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΜΑΝΤΙΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
30
ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΧΙΕΡΩΣΥΝΗΣ
Τήν Δευτέρα 5 Μαΐου
2014 συμπληρώθηκαν 30 χρόνια ἀπό τήν ἐκλογή
καί χειροτονία σέ Ἐπίσκοπο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας
κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ (5 Μαΐου 1984). Ὅπως εἶναι
γνωστό, κάθε γεγονός πού ἀφορᾶ στό πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου,
ἀφορᾶ καί σέ ὁλόκληρη τήν τοπική Ἐκκλησία,
ἀφοῦ ὁ Ἐπίσκοπος, κατά τήν θεόπνευστη διδασκαλία τῶν
ἁγίων Πατέρων, ἐκφράζει καί εἰκονίζει
τό «πλῆθος», δηλαδή ὁλόκληρη τήν τοπική Ἐκκλησία
τῆς δικαιοδοσίας του. Ἔτσι, μέ ἀφορμή
τήν ἐπέτειο αὐτή, πραγματοποιήθηκαν
τιμητικές ἐκδηλώσεις πρός τό πρόσωπο τοῦ σεπτοῦ
Ποιμενάρχου μας, οἱ ὁποῖες συνδυάστηκαν μέ τήν μεταφορά γιά προσκύνηση στήν πόλη
μας τῆς τιμίας Κάρας τοῦ ἁγίου
ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ
Πρωτοκλήτου, προστάτου καί ἐφόρου τῆς
πόλεως τῶν Πατρῶν. Οἱ
τιμητικές αὐτές ἐκδηλώσεις προγραμματίστηκαν καί ὀργανώθηκαν
ἐν ἀγνοίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας, ὁ ὁποῖος
πολύ ἀργότερα τίς πληροφορήθηκε, μέ πρωτοβουλία τοῦ
Σεβ. Μητροπολίτου Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ καί μέ τήν συμμετοχή τοῦ
Σεβ. Μητροπολίτου Ἱερισσοῦ, Ἀρδαμερίου
καί Ἁγίου Ὄρους κ.κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ
καί τοῦ ἱεροῦ Κλήρου τῆς Μητροπόλεώς μας.
Τό ἀπόγευμα
τῆς Κυριακῆς 5 Μαΐου
στήν πλατεία Πετρινοῦ ἔγινε ἡ ὑποδοχή
τῆς τιμίας Κάρας τοῦ ἁγίου
Ἀνδρέου, τήν ὁποία μετέφεραν στήν
Τρίπολη ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ καί
Κληρικοί τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πατρῶν. Στή συνέχεια
τελέστηκε στόν Μητροπολιτικό μας Ναό πολυαρχιερατικός Ἑσπερινός,
καί ἀργότερα ἱερά Ἀγρυπνία,
ἐνῶ συνεχιζόταν ἡ προσέλευση τοῦ
Λαοῦ τῆς πόλεως καί τῶν περιχώρων γιά τήν
προσκύνηση τῆς Κάρας τοῦ Ἁγίου.
Τό πρωΐ
τῆς Δευτέρας 5 Μαΐου, τελέστηκε στόν
Μητροπολιτικό μας Ναό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο, προεξάρχοντος τοῦ
Σεβ. Μητροπολίτου μας κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, μέ τήν τιμητική παρουσία τοῦ
Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ καί συλλειτουργούντων τῶν
Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν Μονεμβασίας καί Σπάρτης κ.κ. ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ, Πατρῶν
κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Μεσσηνίας κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ἱσπανίας καί
Πορτογαλίας κ.κ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ, Ἰλίου κ.κ. ΑΘΗΝΑΓΟΡΟΥ, Ἱερισσοῦ,
Ἀρδαμερίου καί Ἁγίου Ὄρους
κ.κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ, καί τῶν Θεοφιλεστάτων Ἐπισκόπων Ἀνδρούσης
κ.κ. ΘΕΟΚΤΙΣΤΟΥ καί Ἐπιδαύρου κ.κ. ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ. Τόν θεῖο
λόγο ἐκήρυξε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ἱερισσοῦ
κ.κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ καί στό τέλος τῆς Θ. Λειτουργίας ὁ
Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ προσφώνησε τόν Σεβ. Μητροπολίτη μας,
ὁ ὁποῖος ἀπάντησε καταλλήλως.
Τό βράδυ τῆς
ἴδιας ἡμέρας πραγματοποιήθηκε
στό Ἀποστολοπούλειο Πνευματικό Κέντρο τοῦ
Δήμου Τριπόλεως τιμητική ἐκδήλωση πρός τιμήν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου
μας, μέ τήν παρουσία τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ, Ἀρχιερέων, Κληρικῶν,
ἐκπροσώπων τῶν τοπικῶν
ἀρχῶν καί τοῦ Λαοῦ
τῆς πόλεως. Κύριος ὁμιλητής ἦταν
ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ καί
παρουσιαστής τῆς ἐκδήλωσης ὁ Ἐπίτροπος
τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ
κ. Γεώργιος Ζαχαρόπουλος, ὁ ὁποῖος
παρουσίασε ἐπίσης εἰδικό τιμητικό Λεύκωμα,
ἀφιερωμένο στή ζωή καί στό ἔργο τοῦ
Σεβ. Μητροπολίτου μας, ἔκδοση τοῦ Μητροπολιτικοῦ
Ναοῦ. Μεταξύ ἄλλων χαιρετισμό ἀπήυθυνε
ὁ Μακ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν
καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ καί τελευταῖος
μίλησε συγκινητικά ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας κ.κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Τό πρόγραμμα τῆς
ἐκδήλωσης περιελάμβανε ἐκκλησιαστικούς ὕμνους,
ἀλλά καί παραδοσιακούς χορούς ἀπό
συντοπίτες τοῦ Μητροπολίτου μας.
Τό πρωΐ
τῆς Τρίτης 6 Μαΐου καί πρίν τήν ἀναχώρηση
τῆς τιμίας Κάρας τοῦ ἀποστόλου
Ἀνδρέου, τελέστηκε στόν Μητροπολικό μας Ναό Ἀρχιερατική
Θ. Λειτουργία ἀπό τόν Σεβ. Μητροπολίτη Ἰσπανίας καί
Πορτογαλίας κ.κ. ΠΟΛΥΚΑΡΠΟ καί στή συνέχεια ὁ Σεβ. Μητροπολίτης
Πατρῶν καί ἡ συνοδεία του
παρέλαβαν τήν τιμία Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου τῶν
Ἀποστόλων γιά νά τήν μεταφέρουν στήν πόλη τοῦ
μαρτυρίου του, τήν Πάτρα.
Ἀφιερώνοντας
τό τεῦχος αὐτό τοῦ
ἐντύπου μας στίς τιμητικές ἐκδηλώσεις γιά τήν ἐπέτειο
τῶν 30 χρόνων ἀρχιερατείας τοῦ
Σεβ. Μητροπολίτου μας, εὐχόμεθα σ’ Αὐτόν ἔτη
πολλά καί μακρά ποιμαντορία, πρός δόξαν Θεοῦ καί πρός οἰκοδομήν
τοῦ πληρώματος τῆς τοπικῆς
Ἐκκλησίας μας, δημοσιεύουμε δέ τμήματα ἀπό
τίς ὁμιλίες τοῦ Ἀρχιεπισκόπου
Ἀθηνῶν καί τοῦ Μητροπολίτου μας στό Ἀποστολοπούλειο
Πνευματικό Κέντρο τοῦ Δήμου Τριπόλεως.
Ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν
Θά ἤθελα
νά κάνω μερικές σκέψεις, στοχαμό ἄν θέλετε, πάνω σέ αὐτή
τή γιορτή, μιά γιορτή ἐντυπωσιακή, μιά γιορτή καρδιακή, μιά γιορτή φιλική.
Τριάντα χρόνια διακονίας ἀπό τότε μέχρι σήμερα! Μιά ζωή ὁλόκληρη!
Μιά εὐχάριστη συνάντηση ἀπόψε, σέ αὐτό
τό χῶρο, καί μάλιστα σέ ἀτμόσφαιρα ἀναστάσιμη,
λαμπριάτικη! Γι’ αὐτό θά θυμηθῶ, θά πάρω ἕνα
κομμάτι ἀπό τό λόγο τοῦ Κυρίου μας, πού εἶπε
στούς Μαθητές μετά τήν Ἀνάσταση, ὅπως εἶχε
ὑποσχεθεῖ πιό μπροστά:
«Πηγαίνετε στή Γαλιλαία καί ἐκεῖ
θά συναντηθοῦμε ὅλοι μαζί». Τί ἦταν ἡ
Γαλιλαία; Ἦταν ὁ τόπος, ὅπου ἀπό
ἐκεῖ ὅλοι ξεκίνησαν. Καί πέρασαν ἀρκετά χρόνια, τά ὁποῖα
ταλαιπώρησαν πολλούς καί κούρασαν πολλούς μέσα στή διακονία. Μέσα σ’ αὐτά
τά χρόνια ἦταν ὁ Γολγοθᾶς τοῦ
Κυρίου, ἦταν ὁ Σταυρός, τό Πάθος καί ἦλθε καί ἡ
Ἀνάσταση. Καί ὅλοι θυμήθηκαν αὐτό
πού τούς εἶπε ὁ Κύριος: «Πηγαίνετε στή Γαλιλαία καί ἐκεῖ
θά συναντηθοῦμε, μέσα σέ ἀτμόσφαιρα
λαμπριάτικη». Ἔτσι καί ἔγινε. Ἡ
Γαλιλαία γι’ αὐτούς ἦταν τά πρῶτα
σκιρτήματα, ἦταν ἡ γνωριμία μέ τό Χριστό, ἦταν τό κάλεσμα ἀπό
τόν Κύριο πρός αὐτούς, πού τούς εἶπε: «Ἀφῆστε
τα ὅλα αὐτά, εἶναι συμβατικά, εἶναι
ἀνθρώπινα. Ὄχι ὅτι
εἶναι κακά, ἀλλά ὑπάρχουν
τά καλύτερα ἀπό τά καλά, ὑπάρχουν καί τά ἀγαθότερα
ἀπό τά ἀγαθά. Γι’ αὐτό
σᾶς καλῶ· ἐλᾶτε
κοντά μου, νά σᾶς κάνω ἀλλιεῖς,
ψαράδες ψυχῶν ἀνθρώπων».
Ἡ
Γαλιλαία, λοιπόν, ἀνασταίνεται μέ πολλούς τρόπους σέ ὅλους
μας. Γιά τόν Σεβασμιώτατο, ὅμως, Μαντινείας καί
Κυνουρίας εἶναι συγκινητική αὐτή ἡ
Γαλιλαία, γιατί βρίσκεται καί αὐτός στόν τόπο αὐτό
ἀπ’ ὅπου ξεκίνησε. Τόν εἴδαμε ἀπό
βρέφος, τόν εἴδαμε ἀπό παιδί μικρό, τόν εἴδαμε
νά ἀνδρώνεται, τόν εἴδαμε νά ἐργάζεται,
νά θυσιάζεται στόν Ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου. Ὁ
καθένας ἀπό μᾶς ἔχει τό δικό του τόπο τῆς Γαλιλαίας· αὐτοί
πού ἔκαναν τίς οἰκογένειες, αὐτοί
πού δώθηκαν στίς ὑπηρεσίες καί διακονιές. Ἀλλά, αὐτή
ἡ Γαλιλαία εἶναι ἀξεπέραστη
σέ αὐτούς πού δέχτηκαν τήν Ἱερωσύνη καί σ’ αὐτούς,
μάλιστα, πού δέν κράτησαν τίποτα γιά τόν ἑαυτό τους, ἀλλά
τά ἔδωσαν ὅλα στούς ἄλλους.
Ὅλοι
εἴμαστε, λοιπόν, συγκινημένοι ἀπόψε, μέ ὅσα
ζήσαμε ἐδῶ. Ἀλλά, περισσότερο, πιστεύω, ἀπό ὅλους
εἶναι συγκινημένος ὁ ἐν
Χριστῷ ἀγαπητός ἀδελφός κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ.
Καί Γαλιλαία τί σημαίνει; Δέν σημαίνει τέλος. Σημαίνει ἕνα
καινούριο ξεκίνημα, μέ τίς ἐμπειρίες καί τό
φόρτωμα ὅλων τῶν ἐμπειριῶν
πού ἔχουμε. Τίς σκέψεις μας, τά λάθη μας, τούς στοχασμούς μας,
αὐτή ἡ Γαλιλαία μπορεῖ νά τούς διορθώσει καί
νά δώσει πορεία καί πνεῦμα νεότερο καί ἐργασία καί καρπούς
περισσότερους, ἄν αὐτό ἔχει σημασία γιά ὅλους μας. Αὐτό
εἶναι εὐχή ἀπό
μᾶς καί θά ἦταν αὐτή,
νομίζω, ἡ πλέον ἀρεστή εὐχή
στόν Θεό: Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μαντινείας καί Κυνουριας καί ἐν
Χριστῷ ἀγαπητός ἀδελφός κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
νά ξεκινήσει καί πάλι ἀπό αὐτή τή Γαλιλαία γιά καινούργιους καρπούς, καινούργιες
θυσίες, καινούργια πνευματικά ἀθλήματα. Νά μᾶς
ζήσετε!
Ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας
Εἶναι
γεγονός, ὅτι ἡ καρδιά μου ἀπόψε συγκολονίστηκε
καί ἡ ψυχή μου συγκινήθηκε, ὥστε νά ἰλιγγιᾶ
ὁ νοῦς μου καί νά μπλέκεται ἡ γλώσσα μου καί νά μή
μπορῶ νά ἐκφράσω ὅλα αὐτά,
τά ὁποῖα ἔνοιωσα καί τά ὁποῖα
ὀφείλω σέ ὅλους ἐσᾶς
καί σέ ὅλους τούς ὀργανωτάς τῆς
ἐκδηλώσεως. Ἐλέχθηκαν πολλά, ἀκούστηκαν
θαυμαστά. Πολλά ἀπ’ αὐτά ἦταν ὑπερβολικά, ἀλλά ἡ
ἀγάπη πάντα ὑπερβάλλει. Ἐπειδή
οἱ ἀδελφοί καί τά παιδιά μου μέ ἀγαποῦν,
ὅπως ἀπεδείχθη, γι’ αὐτό ἡ
ὑπερβολή δικαιολογεῖται. Τούς εὐχαριστῶ
πάρα πολύ...
Ἐγώ
αὐτή τήν ὥρα, μέ τή χάρη τοῦ
Θεοῦ, εὑρίσκομαι στό λυκόφως τῆς ζωῆς.
Ἄν τό λυκόφως εἶναι καλοκαιρινό, εἶναι
πολύωρο, ἄν ὅμως, εἶναι χειμωνιάτικο, εἶναι
ἐλάχιστο. Δέν ξέρω τί ἐπιφυλάσσει ὁ
Θεός. Ὅμως, τόν εὐχαριστῶ
καί τόν δοξολογῶ, γιατί μοῦ ἐχάρισε
τόσα χρόνια ἀρχιερωσύνης καί μέ στήριξε σ’ ὅλες
τίς φάσεις τῆς ζωῆς μου, ὥστε νά μήν δυσκολευτῶ,
νά ξεπεράσω τά ἐμπόδια, νά ἀνταποκριθῶ
στήν ὑποχρέωσή μου.
Καί μέσα σ’ αὐτό
τόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς, πού ἦταν ὅλα
γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἔνοιωσα πάντοτε τό χέρι Του νά μέ στηρίζει, νά μέ
κατευθύνει καί νά μέ ὁδηγεῖ. Βρέθηκα σέ διλλήματα, ἀντιμετώπισα δυσκολίες
στή ζωή μου καί προβληματισμούς. Κι ἐρχότανε στιγμή, πού ἔβλεπα
τά ὀνειρά μου νά γκρεμίζονται καί νά χάνονται. Ὅμως,
ἐκεῖ πού ἔβλεπα ὅτι
ἔρχεται ἡ καταστροφή, ἀμέσως
ἐρχόταν τό στήριγμα καί ἡ βοήθεια.
|
Ἀπό
τό Ἀρχιερατικό Συλλείτουργο στόν Μητροπολιτικό Ναό τήν
5/5/2014.
|
Καί θά σᾶς
πῶ δύο ἁπλά παραδείγματα. Ἁπλά
μέν καί ἀσήμαντα γιά σᾶς, γιά μένα, ὅμως,
σημαντικά καί σπουδαῖα. Ξεκίνησα μέ ὄνειρα, ἀπ’
τό χωριό. Ἕνα χωριατόπουλο, χωρίς δυνατότητες κοινωνικές, χωρίς
δυνατότητες οἰκονομικές, μέ ὅραμα, ὅμως,
νά σπουδάσω τή Θεολογία. Τότε τό Πανεπιστήμιο ἦταν δύσκολο. Δέν μποροῦσες
οὔτε νά μπεῖς στό Πανεπιστήμιο εὔκολα,
ἀλλά οὔτε νά ἀνταπεξέλθης
στίς δαπάνες πού ἐχρειάζοντο. Καί βλέπω κι ἐγώ ὅτι
δέν εἶχα τή δυνατότητα νά προχωρήσω, παρ’ ὅτι
τό ἤθελα πολύ. Ἀναζήτησα, λοιπόν,
δρομολόγιο, γιά νά μπορέσω νά ἱκανοποιήσω τό ὄνειρό
μου. Τελείωσα τήν ἱερατική Σχολή τῆς Κορίνθου, δηλαδή τό
Λύκειο, θά λέγαμε σήμερα, κι ἔπρεπε νά πάω στήν
τριτοβάθμιο ἐκπαίδευση. Βλέπω τό Πανεπιστήμιο δύσκολο, βλέπω ὅτι
ἄλλος δρόμος δέν ἀνοιγότανε, κι ἔψαχνα
μέσα στή ζωή νά δῶ τί θά κάνω. Καί ἀνεκάλυψα ἐκεῖ
στήν ἔρευνα τή Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης στήν
Κωνσταντινούπολη. Ἤτανε Πανεπιστήμιο, ἤτανε οἰκοτροφεῖο,
εἶχε ἐλάχιστη οἰκονομική δαπάνη κι, ἑπομένως,
μέ βόλευε. Ἔφτιαξα, λοιπόν, τά χαρτιά μου καί τά ἔστειλα
στό Πατριαρχεῖο, νά μέ δεχθοῦν στή Σχολή τή
Θεολογική τῆς Χάλκης. Σέ δέκα - δεκαπέντε μέρες ἔλαβα
τήν ἀπάντηση ἀπό τό Πατριαρχεῖο:
ἐπιστρέφονται τά δικαιολογητικά μου, ὡς
ἀπαράδεκτα, γιά νά ὑποβληθοῦν
μέσῳ τοῦ οἰκείου Μητροπολίτου, μέ συστατική ἐπιστολή.
Τώρα, ἐγώ
τόν Μητροπολίτη ἐδῶ δέν τόν ἤξερα. Θυμᾶστε
οἱ παλαιότεροι τόν μακαρίτη τόν Γερμανό τόν Ρουμπάνη. Ἕνας
σοβαρός, ἐπιβλητικός, ἀλλά ὀλίγον
τί ἀπλησίαστος ἄνθρωπος. Ὅμως,
τήν ἀνάγκη φιλοτιμίαν ποιούμενος, τόλμησα νά πάω νά ἐπισκεφθῶ
τόν Μητροπολίτη, ἐγώ, ἕνας χωριατᾶκος, καί νά τοῦ
πῶ τό αἴτημά μου. Τήν ἡμέρα
πού πῆγα στόν Μητροπολίτη ἔβρεχε ὁ
οὐρανός μέ τή γῆ. Ἐγώ
ἤμουνα μούσκεμα, ἀπό τήν κορυφή μέχρι τά
νύχια. Ὅμως, ἀφοῦ
εἶχα ζητήσει νά δῶ τόν Μητροπολίτη, πῆγα
στό γραφεῖο του. Καί ὅταν μέ ἀνήγγειλαν
καί μοῦ εἶπαν νά περάσω (τό γραφεῖο ἤτανε
ἐκεῖ ἀκριβῶς πού κάθομαι κι ἐγώ τώρα), ὅπου
πάταγα πάνω στόν διάδρομο, ἄφηνα τά χνάρια μου ἀπό
τό νερό πού στράγγιζε. Κι ὅταν ἔφτασα
μπροστά στόν Μητροπολίτη, νά κάνω ὑπόκλιση νά τόν
προσκυνήσω, κι ὅπως ἤμουν σκυμμένος, ἀκούω νά μέ
προπηλακίζει, νά μέ μαλώνει: «Εἶσαι ἀνάγωγος,
δέν ντρέπεσαι; δέν σκουπίζεις τά πόδια σου; κουβάλησες ὅλα
τά νερά καί τίς λάσπες μέσ’ στό γραφεῖο μου». Ἐκείνη
τήν ὥρα, δεκαενέα ἐτῶν
νεανίας, ἔφθικτος, προσεβλήθηκα ἀφάνταστα. Καί ὅταν
σήκωσα τό ἀνάστημά μου, τόν κοίταζα, ἔτσι, μέ ἰδιαίτερη
προσοχή, καί μοῦ λέει: «Τί θέλεις»; Τοῦ λέω: «Τίποτα δέν
θέλω»! Καί κάνω μεταβολή καί ἔφυγα. Μέ κυνήγαγε
πίσω, φώναζε: «Ἕλα ἐδῶ, τί θέλεις; γιατί ἦλθες ἐδῶ»;
Ἐγώ ἐθίγην τόσο πολύ, ὥστε ἔφυγα.
Ἔφυγα
ἀπό τήν πόρτα τοῦ Ἐπισκοπείου
μέ τά ὄνειρά μου γκρεμισμένα, γιατί δέν θά μποροῦσα
νά κάνω τίποτα. Πῆγα στό χωριό, περίλυπος. Ἡ μάνα μου, ἡ
κακομοίρα, προσπαθοῦσε νά μάθει τί εἶχα καί τί μοῦ
συνέβαινε. Δέν τῆς ἔλεγα τό μυστικό μου. Κάποια στιγμή κατάφερε καί τῆς
ἀποκάλυψα τί συνέβαινε. Ἦταν ὁ
παρήγορος ἄγγελος, ὅμως, ἡ
μάνα μου. Ἦταν ἕνας τύπος δυναμικός καί δημιουργικός. Καί μοῦ
λέει: «Αὐτό σέ στενοχωρεῖ; Ἐγώ
εἶμαι ἐδῶ! Θά ἀναλάβω ἐγώ
νά βρῶ χρήματα, γιά νά πᾶς στό Πανεπιστήμιο
στήν Ἀθήνα, ἀρκεῖ
ἐσύ νά διαβάσεις καί νά κάνεις καί κάποια ἐργασία».
Λοιπόν, «τί ἐργασία νά κάνω»; Μοῦ λέει: «Ἐγώ
θά σοῦ βρῶ δουλειά, ἀρκεῖ
νά θέλεις νά δουλέψεις. Θά ’ρθεῖς τό Σάββατο νά πᾶμε
στήν Τρίπολη». Εἴχαμε δύο ζῶα, μία φοράδα κι ἕνα
μουλάρι. Τό μουλάρι, μάλιστα, τό εἴδατε νά εἶμαι
καβάλα στή φωτογραφία. Ἦταν ἀμερικάνικο, τό εἶχε στείλει ὁ
παπποῦς μου, ὁ πατέρας τῆς
μάνας μου, ἀπό τήν Ἀμερική. Λοιπόν, ἀνεβήκαμε
στά ζῶα καί ἤρθαμε στήν Τρίπολη,
χωρίς νά ξέρω ἐγώ τί ἀκριβῶς
σχεδίαζε. Πήγαμε στό παζάρι, στήν πλατεία Βαλτετσίου, τό λεγόμενο τότε
«γουρνοπάζαρο», ἔτσι τό λέγανε. Κι ἐκεῖ
ἦσαν διάφορα ζῶα, πού πουλάγανε. Καί ἀγοράσαμε
δεκαοκτώ μικρά ἀρνάκια, τά λεγόμενα «ψιμάρνια», πού εἶχαν
γεννηθεῖ τελευταῖα, ἄς
ποῦμε, καί ἦταν σάν γατάκια, τόσο
μικρουλάκια. Τά βάλαμε στά ταγάρια καί τά κρεμάσαμε πάνω στά σαμάρια τῶν
ζώων. Καί πήγαμε στό χωριό πάλι, μέ τά πόδια ὅμως, μέ τά ζῶα.
Ὅταν φτάσαμε στήν αὐλή τοῦ
σπιτιοῦ μας, τά ξεκρεμάσαμε αὐτά. Ἀλλά
ἐγώ, δέν μοῦ εἶχε
πεῖ τί συνέβαινε, τί εἶχε. Τά βγάλαμε κάτω
καί αὐτά τρεκλάγανε ἀπό τήν ταλαιπωρία. Μοῦ
λέει: «Αὐτά θά τά μεγαλώσεις τώρα τό καλοκαίρι, θά τά πουλήσουμε,
θά πάρεις τά λεφτά καί θά πᾶς στό Πανεπιστήμιο». Ἔτσι
κι ἔγινε.
Πῆγα
στό Πανεπιστήμιο, τελείωσα, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ,
καί πῆρα τό πτυχίο στά χέρια μου. Ἐν τῷ
μεταξύ, ὅμως, στό διάστημα αὐτό εἶχα
πάλι ἐπαφή μέ τόν Δεσπότη καί ὁ Δεσπότης μέ συμπάθησε
σάν φοιτητή καί μοῦ ἔδινε κάποιο χατζηλίκι. Ἀλλά, πέθανε ὁ
Δεσπότης, πρίν νά πάρω τό πτυχίο μου ἐγώ. Καί ἐρχόμενος
μέ τό πτυχίο στά χέρια μου τόν Μάρτιο, πῆγα νά δῶ
τόν τοποτηρητή, τόν Μητροπολίτη Ἀργολίδος Χρυσόστομο
Ταυλαδωράκη, τόν μετατεθέντα στόν Πειραιᾶ. Δέν τόν ἤξερα
κι αὐτόν, πρώτη φορά τόν ἔβλεπα, ἀλλά
τώρα ἤμουν μέ πτυχίο στά χέρια μου καί εἶχα
ἄλλο λόγο. Κάθησα στό γραφεῖο τοῦ
Δεσπότη καί περίμενα νά μοῦ δώσει τόν λόγο, νά τοῦ
πῶ γιατί πῆγα ἐκεῖ.
Ἀλλά, μοῦ λέει σέ μιά στιγμή, ἀφοῦ
μέ ἄφησε λίγο διάστημα καί μέ παρακολουθοῦσε,
φαίνεται (ἔκανε ὅτι ἐργαζόταν),
σηκώνει τό κεφάλι του ἀπότομα καί μοῦ λέει: «Κύριε Ἀλέξανδρε,
πρέπει νά προσέχετε τά πόδια σας». «Ἄλλο πάλι», λέω, «πάλι
τά πόδια μου»! Κοίταζα πάλι μήπως ἔχω λάσπες, μήπως ἔχω
λερωμένα πόδια, δέν ἔβλεπα τίποτα. Καί μέ τό ὕφος τό αὐταρχικόν,
πού εἶχε, ἀλλά εὐγενικόν, ὁ
ἀείμνηστος Ταυλαδωράκης, μοῦ λέει καί μοῦ
ἀπαγγέλει, ἔτσι, σάν ποινή: «Δέν
μπορεῖ, ἀγαπητέ μου, ὁ Θεολόγος νά φοράει
παρδαλή γραβάτα καί κόκκινες κάλτσες». Τί ἤτανε, δηλαδή, οἱ
κόκκινες κάλτσες: οἱ κάλτσες μου εἴχανε μιά γραμμούλα
κόκκινη ἐπάνω καί ἡ γραβάτα μου εἶχε
κάτι καρεδάκια, ἔτσι, φοιτητής ἤμουνα, καταλαβαίνετε
τί γραβάτα θά εἶχα. «Γι’ αὐτό πρέπει νά
συμμορφωθεῖς στόν κανόνα τῆς τάξεως καί τότε νά ἐπανέλθης».
Μ’ ἔδιωξε κι ἐκεῖνος,
δηλαδή. Ἀλλά, εἶχα τό πτυχίο τοῦ
Πανεπιστημίου καί διορίστηκα καθηγητής στήν Τεχνική Σχολή κι ἔτσι
προχώρησε ἀπό κεῖ καί πέρα ἡ
πορεία τῆς ζωῆς μου.
Δυσκολίες, ἁπλές
μέν, ἀλλά βασικές. Καί θά ’πρεπε κάποιος ἄλλος
ἤ νά ἐξοργιστεῖ ἤ
νά ἀπογοητευθεῖ. Ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὅμως, ἐμένα μέ κράτησε καί ἔμεινα
κοντά, ὥστε ἄφησα ὅλα τά ἄλλα
(ἀφοῦ πῆγα καθηγητής στήν Ἀκαδημία κατόπιν), καί
τό 1968, ὅπως ἀκούσατε, τήν Κυριακή μετά Χριστοῦ
Γεννήσεως ἔγινε ἡ κουρά μου καί ἡ
Χειροτονία μου σέ Διάκονο. Κι ἐδῶ
πάλι ἔμειναν δύο σημάδια, ἕνα μᾶλλον
σημάδι, τό ὁποῖο κατόπιν θεραπεύθηκε. Ὅταν χειροτονήθηκα Διᾶκος
στόν Ἅγιο Βασίλειο, ὁ κόσμος ἀπό
περιέργεια, ἀπό ἀγάπη, ἀπό συμπάθεια,
κατέκλυσε τόν Ναό καί ὁ Δεσπότης μέ πῆρε καί μέ πῆγε
στό Ἐπισκοπεῖο νά δεχθῶ
τά συγχαρητήρια τοῦ Λαοῦ. Ἦταν τόσο πολύς ὁ κόσμος, ὥστε
πέρασε ἡ ὥρα καί πῆγε τρεῖς
καί ἀκόμα δέν εἴχαμε τελειώσει. Ὁ
Δεσπότης, βέβαια, ἀπεσύρθη στά ἰδιαίτερά του καί μ’ ἄφησε
μένα μόνο, ἕως ὅτου τελείωσαν ὅλοι ἐκεῖνοι
πού μέ χαιρετοῦσαν. Κι ἔμεινα μόνος μεσ’ στό
γραφεῖο τοῦ Δεσπότη. Κανένας ἄλλος, εἴχανε
φύγει ὅλοι! Ἔπρεπε, τώρα, νά
διασχίσω τήν Τρίπολη ἀπ’ τή μιά ἄκρη στήν ἄλλη,
γιά νά πάω στό σπίτι πού μέναμε, ἐπάνω στόν λόφο τοῦ
Γιωργίτσα, στό πρῶτο Γυμνάσιο δίπλα. Μέ τά ράσα τώρα, γιά πρώτη φορά ἐγώ,
φοροῦσα τά ράσα, δέν εἶχα περπατήσει μέ ράσο
πάλι καθόλου! Ἤθελα νά ’χω κάποιον δίπλα μου, νά μοῦ
δώσει θάρρος. Δέν τόν εἶχα, ὅμως. Καί πῆρα μοναχός τόν δρόμο·
«μοναχός τόν δρόμο πῆρες», ὅπως λέει κι ὁ
ποιητής, «καί ξανάρθες μοναχός». Πῆγα στό σπίτι μέ ἀγωνία,
ὅτι θά ἄνοιγε ὁ
τόπος νά μέ καταπιεῖ, ὅτι ὁ κόσμος ὅλος μέ κοίταζε γύρω -
γύρω μέ περιέργεια, κι αὐτά. Τά ’χα χαμένα. Κι ἔλεγα: «Ἐχω
ἀνάγκη ἀπό ἕναν
ἄνθρωπο νά μέ στηρίξει». Δέν τόν εἶχα,
ὅμως. Εἶχα τήν Χάρη τοῦ
Θεοῦ.
Πέρασαν τά χρόνια, ἦρθε
ἡ ὥρα, ἐξελέγηκα Μητροπολίτης καί χειροτονήθηκα στήν Ἀθήνα
στίς 5 Μαΐου τοῦ 1984. Ὁ
μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος, ὁ Σεραφείμ, εἶπε
νά δεχθῶ συγχαρητήρια στήν Ἀρχιεπισκοπή, ὅπως,
ἄλλωστε, κάνει καί ὁ νῦν
Ἀρχιεπίσκοπος. Καί ἀπό τόν Μητροπολιτικό
Ναό μέχρι τήν Ἀρχιεπισκοπή εἶχα τόσο Λαό δίπλα μου,
ὥστε μέ κρατάγανε στά χέρια καί μέ πήγαιναν στόν ἀέρα.
Καί σκέφθηκα κείνη τήν ὥρα: «Τότε εἶχα ἀνάγκη
ἀπό ἕναν καί δέν τόν εἶχα, τώρα δέν ἔχω
ἀνάγκη ἀπό κανέναν καί ἔχω
χιλιάδες δίπλα μου».
Ἀλλά,
δόξα τῷ Θεῷ, μπόρεσα νά διακονήσω μέ τή Χάρη Του. Ἔδωσα
ὅλο τόν ἑαυτό μου καί ὅλο
τό εἶναι μου καί δέν κράτησα τίποτα ὡς
κρατούμενον. Ἀνέβηκα στά βουνά καί στά λαγκάδια τῆς
Γκραβαρίας, τῆς Ναυπακτίας, ὅπως εἶναι
γνωστή ὡς «Γκράβαρα», κι ἔνοιωσα χαρά μεγάλη κι ἔδωσα
χαρά. Κι ἐδώ πάλι, πού ἐπέστρεψα, ἦρθα
πάλι νά δώσω τόν ἑαυτό μου καί ὅλη τή ζωή μου, ἕως
ὅτου μέ καλέσει ὁ Θεός νά παραδώσω τήν
ψυχή μου στά χέρια Του...
Καί τώρα,
τελειώνοντας, εὐχαριστώντας καί δοξολογώντας τόν Θεό, θέλω νά κάνω μία
παράκληση σέ ὅλους: «Νά μοῦ ἐπιτρέψετε
νά σᾶς ἀγαπῶ καί νά μέ ἀφήσετε νά σᾶς
ὑπηρετῶ». Σᾶς
εὐχαριστῶ πολύ μέ ὅλη
τήν καρδιά μου καί ὁ Χριστός νά εἶναι πάντα μαζί σας. Σᾶς
εὐλογῶ καί σᾶς χαιρετῶ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου