Διάγραμμα – Περίληψη
Θέματος Δ' τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή»
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας,
περιόδου Θ', ἔτους 2014-2015.
Τό πολιτιστικό περιβάλλον τῆς πρώτης Ἐκκλησίας: Οἱ ἰουδαϊκή
προέλευση - Ὁ Ἰουδαϊσμός καί ἡ Παλαιά Διαθήκη. Ἡ
Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία. Ἡ ρωμαϊκή «Οἰκουμένη»
καί ἡ «pax romana». Ἡ αἴσθηση
τῆς ἰσχύος καί ἡ συνείδηση τῆς
παντοκρατορίας. Ὁ ἑλληνικός πολιτισμός τῆς Ρώμης καί τῆς
Αὐτοκρατορίας. Ὁ δίγλωσσος χαρακτῆρας
τῆς Αὐτοκρατορίας (ἑλληνική καί λατινική
γλῶσσα). Ἡ ἑλληνόφωνη
Ρώμη (μέχρι τά τέλη τοῦ 4ου μ.Χ. αἰ.). Οἱ
ἰδιότητες τοῦ «ρωμαίου πολίτη» («romanitas»)
καί τοῦ «λατίνου πολίτη» («latinitas»). Ὁ
εἰδωλολατρικός χαρακτῆρας τῆς
Αὐτοκρατορίας. Τό ρωμαϊκό «Πάνθεον» (=πανδαιμόνιον) καί ἡ
λατρεία τοῦ αὐτοκράτορα, ὡς ἑνοποιητικό
στοιχεῖο. Ἡ θέση τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ
στό Ρωμαϊκό κράτος. Ἡ εἰδική ἀνοχή πρός τήν ἰουδαϊκή
θρησκεία.
Ἡ Ἐκκλησία τῶν Μαρτύρων: Ἡ Ἐκκλησία
ζεῖ τό μυστήριον τοῦ Σταυροῦ:
συναντᾶ τήν ἀντίδραση τοῦ
εἰδωλολατρικοῦ κόσμου. «Εἰ
ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς
διώξουσιν» (Ἰω. 15,20). «Παραδοθήσεσθε
δέ καί ὑπό γονέων καί συγγενῶν
καί φίλων καί ἀδελφῶν,
καί θανατώσουσιν ἐξ ὑμῶν,
καί ἔσεσθε μισούμενοι ὑπό
πάντων διά τό ὄνομά
μου» (Λουκ. 21,12). Τό μαρτύριο, ὡς ἀναπόφευκτο
στοιχεῖο τοῦ κατά Χριστόν βίου. Οἱ πρῶτοι
διωγμοί ἐκ μέρους τῶν Ἰουδαίων
καί τό μαρτύριο τοῦ ἁγ. Στεφάνου (34 μ.Χ.). Ἡ θέση τῶν
Χριστιανῶν στό Ρωμαϊκό κράτος. Ὁ Χριστιανισμός ὡς
«αἵρεση» τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ.
Ἡ Α' περίοδος τῶν Διωγμῶν
(64-238 μ.Χ.): Νέρων (54-68) - Μαξιμῖνος (235-238). Οἱ
Χριστιανοί διώκονται μόνο γιά τό ὄνομά τους (nomen ipse
- nomen christianorum). Ὁ Χριστιανισμός ὡς «ἀπαγορευμένη
ἑταιρεία» (collegium illicitum). Ἡ
Β' περίοδος τῶν Διωγμῶν (249-313): Δέκιος (249-253)
- Μαξέντιος (+312). Ὁ Χριστιανισμός ὡς «ἀπαγορευμένη
θρησκεία» (religio illicita). Μάρτυρες καί πεπτωκότες (lapsi). Ἡ
Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν:
Θεία Εὐχαριστία καί λατρεία τοῦ Ἰησοῦ.
Τί ἐνίσχυε τούς Χριστιανούς στά μαρτύρια: Ἡ
πραγματική κοινωνία μέ τόν Κύριο τῆς Δόξης. Τά πνευματικά
χαρίσματα καί τά θαύματα τῶν Μαρτύρων κατά τό
μαρτύριο, ἀλλά καί πρό τοῦ μαρτυρίου. Γιατί ἐπικράτησε
ὁ Χριστιανισμός, ἀκόμη καί σέ συνθῆκες
διωγμῶν: α) Λόγῳ τῆς
ὁρατῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ
στούς πιστούς του καί β) λόγῳ τῆς
ἰσχυρῆς ἀνακαινιστικῆς καί θεραπευτικῆς
του δύναμης.
Ἀπό τίς Κατακόμβες στό φῶς τῆς ἐλευθερίας: Τό «Διάταγμα τῆς
ἀνεξιθρησκείας» (Μεδιόλανα - Μιλάνο, 313 μ.Χ.): Ὁ
Χριστιανισμός γίνεται πλέον «ἐπιτρεπομένη θρησκεία»
(religio licita). Τό πρόσωπο καί τό ἔργο τοῦ
Μ. Κων/νου (324-337). Γιατί τό Ρωμαϊκό κράτος ἀπεδέχθη τή «νέα
θρησκεία»: Ἐπειδή παρήγαγε ὑγιεῖς
πολίτες καί οἰκοδομοῦσε ὑγιῆ
κοινωνία πολιτῶν. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς «ἑταιρεία
ψυχιατρικῶν κλινικῶν» (π. Ἰω.
Ρωμανίδης). Ἡ Ἐκκλησία ὀργανώνεται ἐξωτερικά.
Οἱ συνέπειες τῶν Διωγμῶν:
α) Μάρτυρες καί Ὁμολογητές. β) Τό ζήτημα τῆς μετανοίας τῶν
πεπτωκότων. Ὁ τρόπος εἰσόδου στήν Ἐκκλησία:
Ἡ Κατήχηση καί τό Βάπτισμα. Ἡ σύνδεση τῶν
ἱερῶν Μυστηρίων μέ τά τρία στάδια «τῶν
σωζομένων» (Κάθαρση, Φωτισμός, Θέωση). Ἡ Κάθαρση ὡς
προβαπτισματική διαδικασία καί ἡ θέση τῶν
«ἰδιωτῶν» στήν Ἐκκλησία. Πῶς
γίνεται κάποιος Χριστιανός, κατά τόν ἅγ. Μακάριο Αἰγύπτιο
(301-391). Τά στάδια «τῶν σωζομένων» καί οἱ βαθμοί τῆς
Ἱερωσύνης.
Ἡ Χριστιανική «Οἰκουμένη»: Ἡ
Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία μεταβάλλεται σταδιακά σέ χριστιανική. Ἡ
διαδικασία αὐτή εἶχε σχεδόν ὁλοκληρωθεῖ
μέ τήν κοίμηση τοῦ Μ. Κων/νου (337). Ἔτσι, δημιουργεῖται
ἡ Χριστιανική «Οἰκουμένη» («Οἰκουμένη»
= Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία) μέ τά ἑξῆς
χαρακτηριστικά: α) Τόν ἑλληνικό πολιτισμό, ὁ ὁποῖος
διατηρεῖται καί ἐντός τοῦ
Χριστιανισμοῦ. β) Τή «νέα θρησκεία» (τόν Χριστιανισμό). γ) Ἕνα
ἰσχυρό νομικό σύστημα («dura lex, sed lex» = «σκληρός ὁ
νόμος, ἀλλά νόμος»!). Οἱ συνέπειες τῆς
δημιουργίας τῆς Χριστιανικῆς «Οἰκουμένης»
(θετικές καί ἀρνητικές): α) Ἡ Ἐκκλησία
ἀπολαμβάνει πλέον τῆς ἀσφάλειας
καί τῆς προστασίας τῆς Πολιτείας. β) Διαμορφώνονται
καί ἀναπτύσσονται ἡ ἐκκλησιαστική
λατρεία, Θεολογία καί τέχνη. γ) Ἡ Ἐκκλησία
ὀργανώνεται θεσμικά (διαμόρφωση ἐκκλησιαστικοῦ
πολιτεύματος, συνοδικοῦ συστήματος, κανονικοῦ δικαίου κ.λπ.) δ)
Παράλληλα, ἀποκτᾶ «ἐξουσίες» (νομική προσωπικότητα, περιουσία κ.λπ.), εἰς
βάρος τοῦ πνευματικοῦ της χαρακτῆρα,
τόν ὁποῖο, ὡστόσο, διασώζει ἀκέραιο. ε) Ἡ
Πολιτεία ἐπεμβαίνει σέ κάποιες περιπτώσεις στά ἐσωτερικά
τῆς Ἐκκλησίας· ἄλλοτε ἐπιχειρεῖ
νά ἐπιβάλλει τή «νέα πίστη» διά τῆς
βίας ἤ νά ἐκτοπίσει ἑτεροθρήσκους ἤ
αἱρετικούς. στ) Τά ἤθη τοῦ
κατά Χριστόν βίου χαλαρώνουν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐμφανισθεῖ
(ἀρχές δ' μ.Χ. αἰ.) ὁ
Μοναχισμός, ὡς ἀντίδραση στήν τάση «ἐκκοσμίκευσης» τῆς
Ἐκκλησίας. Ἀπό τό «μαρτύριο τοῦ
αἵματος» στό «μαρτύριο τῆς συνειδήσεως». Ὁ
Μοναχισμός διατηρεῖ ἀκέραιο τόν οὐσιώδη πυρῆνα
τοῦ Χριστιανισμοῦ. Κάποτε (395 μ.Χ.) ἡ
Χριστιανική «Οἰκουμένη» διαιρεῖται σέ Ἀνατολικό
καί Δυτικό κράτος (μέ σύμβολο τόν δικέφαλο ἀετό). Τό Δυτικό Κράτος
καταλύεται (φαινομενικά, τουλάχιστον) τό 476 μ.Χ. Ἡ
διαίρεση τοῦ κράτους κληροδότησε τούς μέχρι σήμερα χρησιμοποιούμενους πολιτιστικούς
ὅρους «ἀνατολή» καί «δύση» («ἀνατολικός
πολιτισμός» καί «δυτικός πολιτισμός»).
Οἱ μεγάλες αἱρέσεις: Παρά τίς εὐνοϊκότατες ἐξωτερικές
συνθῆκες, ἡ Ἐκκλησία
συνεχίζει νά πολεμεῖται σκληρά ἀπό τόν «κοσμοκράτορα
τοῦ αἰῶνος τούτου». Τούς ἐξωτερικούς ἐχθρούς
διαδέχονται οἱ ἐσωτερικοί (αἱρέσεις). Ἀμέσως
μετά τούς διωγμούς ἐμφανίζονται οἱ μεγάλες αἱρέσεις.
Οἱ αἱρετικοί, ὡς ἐχθροί
περισσότερο ἐπικίνδυνοι ἀπό τούς διῶκτες
τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή ἐμφανίζονται
ὡς οἰκεῖοι καί φίλοι. Οἱ αἱρέσεις,
ὡς ἀπόπειρες ἐκφιλοσόφησης τῆς
πίστεως ἤ ὡς ἀποτελέσματα ὑπέρβασης τῶν
δυνατοτήτων τοῦ ἀνθρωπίνου λόγου ἤ σύγχυσης τῶν
ὁρίων μεταξύ Θεολογίας καί φιλοσοφίας. Οἱ
αἱρέσεις ἀντιμετωπίστηκαν μέ τό ἔργο
τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας
καί μέ τόν θεσμό τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Οἱ
γνωστές μεγάλες αἱρέσεις: α) Ὁ Ἀρειανισμός
καί ἡ ἀντιμετώπισή του ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο
(295-373) καί τήν Α' Οἰκουμενική Σύνοδο (325). β) Ὁ Εὐνομιανισμός
(ἀκραῖος Ἀρειανισμός) καί ἡ Πνευματομαχία καί ἡ
ἀντιμετώπισή τους ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο (330-378),
τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Θεολόγο (328-390), τόν ἅγ.
Γρηγόριο Νύσσης (335-395) καί τήν Β' Οἰκουμενική Σύνοδο (381).
γ) Ὁ Νεστοριανισμός καί ἡ ἀντιμετώπισή
του ἀπό τόν ἅγ. Κύριλλο Ἀλεξανδρείας
(370-444) καί τήν Γ' Οἰκουμενική Σύνοδο (431). δ) Ὁ Μονοφυσιτισμός καί ἡ
ἀντιμετώπισή του ἀπό τόν ἅγ.
Κύριλλο Ἀλεξανδρείας καί τήν Δ' Οἰκουμενική Σύνοδο
(451). ε) Ὁ Νεονεστοριανισμός καί ἡ ἀντιμετώπισή
του ἀπό τόν ἅγ. Κύριλλο Ἀλεξανδρείας
καί τήν Ε' Οἰκουμενική Σύνοδο (553). στ) Ὁ Μονοθελητισμός καί ὁ
Μονοενεργητισμός καί ἡ ἀντιμετώπισή τους ἀπό τόν ἅγ.
Μάξιμο Ὁμολογητή (580-662), τόν ἅγ. Κύριλλο Ἀλεξανδρείας,
τόν ἅγ. Σοφρώνιο Ἱεροσολύμων (575-639)
καί τήν ΣΤ' Οἰκουμενική Σύνοδο (680-681). ζ) Ἡ
Εἰκονομαχία καί ἡ ἀντιμετώπισή
της ἀπό τόν ἅγ. Ἰωάννη
Δαμασκηνό (680-755) καί τήν Ζ' Οἰκουμενική Σύνοδο
(787).
Οἱ σχέσεις Θεολογίας, ἐπιστήμης καί φιλοσοφίας: Οἱ αἱρετικοί
«θεολογοῦν» ἀριστοτελικῶς (=διά συλλογισμῶν).
Οἱ συλλογισμοί ὡς ἀπαράδεκτη
μέθοδος Θεογνωσίας καί Θεολογίας. Ἡ αὐτονομία
τῶν συλλογισμῶν ἔναντι
τοῦ προσώτου καί τοῦ ἔργου
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἤ
ἡ ἄνευ Χριστοῦ «θεολογία»: «Οὐδείς
ἔρχεται πρός τόν Πατέρα εἰ μή δι’ ἐμοῦ»
(Ἰω. 14,6), «οὐδέ τόν Πατέρα τις ἐπιγινώσκει
εἰ μή ὁ Υἱός καί ᾧ ἐάν
βούληται ὁ Υἱός ἀποκαλύψαι» (Ματθ. 11,27). Ἡ ἀνθρωποκεντρικότητα
τῆς «θεολογίας» τῶν συλλογισμῶν:
Τό ὄργανο δημιουργίας τῶν συλλογισμῶν
(ὁ ἀνθρώπινος «λόγος») δέν ἐπηρεάστηκε ἀπό
τό γεγονός τῆς ἀνθρώπινης πτώσης. Οἱ συνέπειες τῆς
ἄνευ Χριστοῦ (= ἄνευ
Θεοῦ) «θεολογίας»: ἡ σύγχρονη ἄρνηση
τοῦ Θεοῦ (ἀθεΐα) - ὁ Θεός εἶχε
ἤδη ἐκτοπισθεῖ πρό πολλοῦ
ἀπό τόν χῶρο τῆς
Θεολογίας καί εἶχε ἀντικατασταθεῖ ἀπό
(λογικά) εἴδωλα. Ὁ χῶρος
δημιουργίας τῆς Θεολογίας: Ὁ στίβος τοῦ
ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀγωνιζομένου
πιστοῦ καί ὄχι τά ἀσφυτικά
ἐργαστήρια τῶν δυτικῶν
Πανεπιστημίων. Οἱ ἐν αὐθεντίᾳ ὁμιλοῦντες
πανεπιστημιακοί θεολόγοι καί ὁ παραμερισμός τῶν
Ἁγίων. Τό ἐρώτημα: «Εἶναι
ἡ Θεολογία ἐπιστήμη»; Οἱ
σχέσεις Θεολογίας, ἐπιστήμης καί φιλοσοφίας, ἐν συγκρίσει πρός α) τό
ἀντικείμενο, β) τό ὄργανο καί γ) τή
μέθοδο. Ἡ σχετική ὁμοιότητα τῆς
Θεολογίας μέ τήν ἐπιστήμη καί μάλιστα μέ τίς θεραπευτικές ἐπιστῆμες
(ἰατρική κ.ἄ.): Ἡ
Θεολογία ὡς «θεραπευτική ἐπιστήμη» (=μέθοδος). Ἡ
διάκριση μεταξύ «Θεολογίας» καί «Ἱστορίας τῆς
Θεολογίας» καί ἡ δυνατότητα ὕπαρξης «ἐπιστημονικῆς
Θεολογίας»: «Ἡ Θεολογία ὡς Θεο-λογία δέν εἶναι
ἐπιστήμη. Ἡ Θεολογία ὡς
ἐπιστήμη δέν εἶναι Θεο-λογία» (Κ.
Παπαπέτρου).
----
|
ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
|
ΟΡΓΑΝΟ
|
ΜΕΘΟΔΟΣ
|
ΕΠΙΣΤΗΜΗ
|
Ἐπιστητό
|
«Λόγος»
|
Ἐμπειρία
|
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
|
Εἶναι - Ὄν
|
«Λόγος»
|
Συλλογισμός
|
ΘΕΟΛΟΓΙΑ
|
Θεός
|
«Νοῦς»
|
Ἐμπειρία
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου