γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2021

«Ορθοδοξία καί Ζωή»: Προϋποθέσεις τῆς περί Χάριτος διδασκαλίας

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος ΣΤ΄ τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, περιόδου ΙΣΤ΄, ἔτους 2021-2022. 

Θεοπτία καί Ὀρθόδοξη Θεολογία: Ἀναζητοῦμε τήν αὐθεντική διδασκαλία περί Θείας Χάριτος στούς λόγους ὅσων γνωρίζουν πραγματικά τόν Θεό, δηλ. ὅσων ἔγιναν θεόπτες: οἱ θεόπτες (Προφῆτες, Ἀπόστολοι καί Ἅγιοι) εἶναι οἱ αὐθεντικοί Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖνοι, φθάνοντας στήν κατάσταση τῆς πραγματικῆς θέας καί κοινωνίας μέ τόν Θεό, γνωρίζουν ὁρισμένες ἀλήθειες περί Θεοῦ ἐντός τῆς θεοπτικῆς ἐμπειρίας τους. Ἡ πρώτη ἐξ αὐτῶν εἶναι ὅτι μεταξύ Θεοῦ καί κόσμου δέν ὑπάρχει καμμία ὁμοιότητα, γιατί ὁ μέν Θεός εἶναι ἄκτιστος, ὁ δέ κόσμος κτιστός. Αὐτό σημαίνει πῶς ὁ θεόπτης γνωρίζει ὅτι: α) πρώτη καί θεμελιώδης διάκριση, πού ὑφίσταται παντοῦ, εἶναι ἡ διάκριση μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, β) ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου ἀπό τήν παροῦσα ἤδη ζωή καί γ) ὁ κόσμος, ὡς κτιστός, εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ ἐκ τοῦ μηδενός (ἀποκτᾶ ἐμπειρική βεβαιότητα τοῦ δόγματος τῆς δημιουργίας). Μιά δεύτερη ἀλήθεια, πού γνωρίζει ὁ θεόπτης ἀπό τή θεοπτική ἐμπειρία του, εἶναι ὅτι στόν Θεό ὑπάρχει διάκριση μεταξύ «Οὐσίας» καί «Ὑποστάσεων»: ὁ Θεός εἶναι ἕνας, ἀλλά ταυτόχρονα τριαδικός (Πατήρ, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα). Ἐπίσης, γνωρίζει ὁρισμένες σχέσεις μεταξύ τῶν θείων Ὑποστάσεων: ὅτι ἡ πρώτη εἶναι ἀγέννητη, ὅτι ἡ δεύτερη ὑπάρχει ἀπό τήν πρώτη καί ὅτι ἡ τρίτη ὑπάρχει ἐπίσης ἀπό τή πρώτη, ἀλλά μέ διαφορετικό τρόπο. Οἱ ἔχοντες αὐτή τήν ἐμπειρική γνώση τήν διατυπώνουν στή συνέχεια σέ δόγματα πίστεως. Ὅλα τά δόγματα καί ὁλόκληρο τό περιεχόμενο τῆς πίστεως ἔχουν ἐμπειρική βάση, καί στό σημεῖο αὐτό ἡ Ὀρθόδοξη (Βιβλική καί Πατερική) Θεολογία ὁμοιάζει μέ τίς σύγχρονες ἐπιστῆμες, καί μάλιστα μέ τίς θετικές, οἱ ὁποῖες, ἐπίσης, βασίζονται σέ ἐμπειρικά δεδομένα (παρατήρηση καί πείραμα) καί δέν ἐργάζονται μέ βάση τόν ἀριστοτελικό συλλογισμό. Στή Δύση, ἀντίθετα, ἡ λεγόμενη σχολαστική (μεσαιωνική), ἀλλά καί ἡ σύγχρονη ἀκαδημαϊκή θεολογία λειτουργοῦν μέ ἕνα σύστημα συλλογισμῶν γύρω ἀπό τά θέματα τῆς πίστεως καί ὁμοιάζουν μέ τή φιλοσοφία. Ἡ δυτική θεολογία εἶναι ἀφηρημένος στοχασμός περί Θεοῦ, ξένος πρός τή ζωή, ἀλλά καί πρός τήν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ.

Οὐσία καί Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ: Μιά τρίτη ἀλήθεια, πού γνωρίζει ὁ θεόπτης, εἶναι ὅτι στόν Θεό ὑπάρχει διάκριση μεταξύ «Οὐσίας» καί «Ἐνέργειας» ἤ «Ἐνεργειῶν» τοῦ Θεοῦ. Ὁ θεόπτης ἔχει τή βεβαιότητα ὅτι αὐτό πού βλέπει καί αὐτό στό ὁποῖο μετέχει εἶναι ὄντως ὁ Θεός. Ὡστόσο, γνωρίζει ἐπίσης ὅτι ἐκεῖνο τό «μέρος», τό ὁποῖο ὁρᾶται καί τό ὁποῖο μετέχεται, πηγάζει ἀπό ἕνα ἄλλο «μέρος» τοῦ Θεοῦ, παντελῶς ἄγνωστο, παντελῶς ἀθέατο καί παντελῶς ἀμέθεκτο. Τό ἕνα εἶναι ἡ Οὐσία καί τό ἄλλο εἶναι ἡ Ἐνέργεια ἤ Δόξα ἤ Φῶς ἤ Βασιλεία ἤ Μεγαλοπρέπεια κ.λπ. τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐνέργεια αὐτή εἶναι ἡ Ἀκτίνα τῆς θείας Οὐσίας ἤ τό «ἀπρόσιτον Φῶς», μέσα στό ὁποῖο «κατοικεῖ» ὁ Θεός ἤ «ἡ δραστική καί οὐσιώδης τῆς Φύσεως (Οὐσίας) κίνησις» (ἅγ. Ἰωάννης Δαμασκηνός). Ἡ Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄκτιστη, ὅπως καί θεία Οὐσία, μέ τή διαφορά ὅτι αὐτή ὁρᾶται, μετέχεται καί «μέχρις ἡμῶν καταβαίνει» (Μέγας Βασίλειος). Τά «ἐνεργήματα» (ἀποτελέσματα) τῆς θείας Ἐνέργειας εἶναι ὅλα κτιστά, ἡ Ἐνέργεια ὅμως πού τά παράγει εἶναι ἄκτιστη («ἐπηρμένη ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν», Ψαλμ. 8,2). Ὡστόσο, παρ’ ὅτι γνωρίζεται καί μετέχεται ἡ θεία Ἐνέργεια, παραμένει ἀκόμη καί κατά τή γνώση της καί τή μέθεξή της ἀκατάληπτη, ἀφοῦ «Θεόν φράσαι ἀδύνατον, νοῆσαι ἀδυνατότερον» (ἅγ. Γρηγόριος Θεολόγος). Ἐπιπλέον, ἐπειδή γνωρίζεται καί μετέχεται ἀπό πολλούς, ἄν καί παραμένει μία καί ἑνιαία, κατά παράδοξο τρόπο, «πολλαπλασιάζεται ἀπολλαπλασιάστως καί μερίζεται ἀμερίστως ἐν μεριστοῖς». Ἔτσι μποροῦμε νά μιλᾶμε εἴτε γιά μία, εἴτε γιά πολλές Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ.

Ἡ Θεία Χάρις ὡς ἄκτιστη Ἐνέργεια: Μέ βάση τά παραπάνω, τίθεται τό ἐρώτημα, τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ Θεία Χάρις καί, εἰδικότερα, ἄν ἡ Θεία Χάρις εἶναι πραγματικότητα ἄκτιστη ἤ κτιστή. Ὅπως εἴδαμε, ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση θεωρεῖ τή Θεία Χάρη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἄν ἡ Θεία Χάρις εἶναι Ἐνέργεια καί ἄν ὁ Θεός ἔχει μόνο ἄκτιστες Ἐνέργειες, τότε ἡ Θεία Χάρις εἶναι ἄκτιστη, εἶναι μιά ἀπό τίς ἄκτιστες Ἐνέργειες, στίς ὁποῖες μερίζεται καί πολλαπλασιάζεται ἡ ἑνιαία Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἄν λοιπόν, ἡ Θεία Χάρις ἐνεργεῖ στά Μυστήρια καί ἄν ἀπό τά Μυστήρια μεταδίδεται στούς πιστούς, τότε, μετέχοντας στά Μυστήρια, μετέχουμε ἀκτίστων «πραγμάτων», καί μετέχουμε ἀκτίστων «πραγμάτων» σημαίνει μετέχουμε τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ! Γι’ αὐτό ἀκριβῶς τά Μυστήρια εἶναι σωστικά, σώζουν (ὑπό προϋποθέσεις, βέβαια): ἐπειδή διά τῶν Μυστηρίων κοινωνεῖται ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Ἐπειδή δέ τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πολλά, ἡ ἴδια Θεία Χάρις, μεριζομένη καί πολλαπλασιαζομένη ἀμερίστως καί ἀπολλαπλασιάστως, ἐνεργεῖ διαφορετικά ἀποτελέσματα σέ κάθε Μυστήριο: ἄλλα ἐπιτελεῖ στό Βάπτισμα, ἄλλα στή Θεία Εὐχαριστία, ἄλλα στήν Ἱερωσύνη, ἄλλα στό Εὐχέλαιο κ.λπ. Μέ ἄλλα λόγια, ὁ βαπτισμένος ἔχει κάτι, πού δέν ἔχει ὁ ἀβάπτιστος, καί αὐτό εἶναι ἡ βαπτισματική Χάρις, ὁ Κληρικός ἔχει κάτι, πού δέν ἔχει ὁ λαϊκός, καί αὐτό εἶναι ἡ ἱερατική Χάρις κ.ο.κ. 

Ἡ Θεία Χάρις στή δυτική παράδοση: Ὡστόσο, ἡ δυτική (ρωμαιοκαθολική) θεολογική παράδοση ἀπέρριψε τή διδασκαλία γιά τήν ἄκτιστη Χάρη, τήν ὁποία θεωρεῖ κτιστή ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Βέβαια, δέχεται ὅτι ὑπάρχει καί ἄκτιστη Χάρις, ὅμως δέχεται ἐπίσης ὅτι ἡ Χάρις, ἡ ὁποία ἔρχεται σέ μᾶς, εἶναι κτιστή. Αὐτό σημαίνει ὅτι στά Μυστήρια δέν μετέχουμε τοῦ Θεοῦ, δέν κοινωνοῦμε τοῦ Θεοῦ, δέν ἑνωνώμεθα μέ τόν Θεό, ἀλλά μετέχουμε, κοινωνοῦμε, ἑνωνώμεθα μέ κτιστά πράγματα (μέ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ). Ἡ πλάνη αὐτή προέρχεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ἡ ρωμαιοκαθολική θεολογική παράδοση ἀπέρριψε ἐπίσης τή διδασκαλία γιά τίς ἄκτιστες Ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Βέβαια, δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ ὅτι ὁ Θεός ἔχει ἐνέργειες (ἐνεργεῖ), ὅμως δέχεται ὅτι οἱ ἐνέργειες αὐτές εἶναι κτιστές. Αὐτό σημαίνει ὅτι πραγματική ἕνωση καί κοινωνία μέ τόν Θεό δέν ὑπάρχει καί ὅτι ὁ Θεός ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ τόν ἄνθρωπο μόνο μέσῳ «γινομένων καί ἀπογινομένων κτισμάτων». Ἡ αἵρεση αὐτή καταδικάστηκε ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τόν 14ο αἰ. μέ τή διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ (1296-1359), τῶν λεγόμενων Ἡσυχαστῶν Πατέρων καί τῶν μεγάλων Ἡσυχαστικῶν Συνόδων (1341, 1347, 1351) στό πρόσωπο τοῦ αἱρετικοῦ Μοναχοῦ Βαρλαάμ τοῦ Καλαβροῦ (1290-1350) καί τῶν ὁμοφρόνων του, φορέων τῆς δυτικῆς θεολογικῆς παράδοσης.

Δεῖτε βιντεοσκοπημένο τό Θέμα στόν παρακάτω σύνδεσμο:

https://www.youtube.com/watch?v=TEErl8fSlVE

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου