γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

Η Ανάσταση του Κυρίου και οι αμφισβητήσεις της

 

ΤΕΥΧΟΣ 131             ΤΡΙΠΟΛΗ            ΑΠΡΙΛΙΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2025 

Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

ΚΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑ ΚΑΙΡΟΥΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ 

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» 

Ὅπως γνωρίζουμε, ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Θεοδόχος, στήν Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου, δήλωσε προφητικά στήν Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, ὅτι τό θεῖο Βρέφος, πού κρατοῦσε στά χέρια του, θά εἶναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. 2,34), δηλαδή θέμα γιά τό ὁποῖο συνεχῶς θά ἐρίζουν καί θά ἀντιλέγουν οἱ ἄνθρωποι. Πράγματι, αὐτό συμβαίνει ἀπό τότε μέχρι σήμερα καί θά συμβαίνει μέχρι τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἀκόμη καί ὅταν ὁ Ἰησοῦς ζοῦσε ἀνάμεσά μας, ἄλλοι τόν δέχονταν καί πίστευαν στό κήρυγμά Του καί ἄλλοι τόν ἀμφισβητοῦσαν καί τόν ἀπέρριπταν.

Ὁλόκληρο τό ἔργο καί τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον»! Πολύ περισσότερο, ὅμως, εἶναι «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» ἡ κορυφαία πράξη τοῦ ἔργου Του, ἡ Ἀνάσταση. Αὐτό εἶναι φυσικό καί εὐνόητο: Ὅποιος δέχεται τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑποχρεωμένος νά τόν ἀποδεχθεῖ ὅπως ἀκριβῶς εἶναι, δηλαδή ὡς Θεό, καί, ἑπομένως, νά πιστέψει σ’ Αὐτόν. Ὅποιος δέν θέλει νά πιστέψει τόν Χριστό ὅπως ἀκριβῶς εἶναι, ἐπινοεῖ τρόπους νά ἀμφισβητήσει πρῶτα ἀπ’ ὅλα τήν Ἀνάστασή Του. Γιατί, ἄν ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε πραγματικά, τότε δέν εἶναι Θεός, ἀλλά ἕνας κοινός ἄνθρωπος. Ἐνδεχομένως, μπορεῖ νά ἦταν σοφός, ἤ μεγάλος, ἤ ἅγιος, ἀλλά τίποτε παραπάνω ἀπό κοινός ἄνθρωπος. Ἕνα τέτοιο πρόσωπο οὔτε σώζει, οὔτε λυτρώνει, οὔτε λατρεύεται. Ἡ λατρεία του εἶναι μιά ἀκόμη μορφή εἰδωλολατρίας καί ἡ σχέση μας μαζί του εἶναι ὅμοια μέ τή σχέση τῶν ὀπαδῶν μιᾶς φιλοσοφίας ἤ μιᾶς ἰδεολογίας μέ τόν ἐπινοητή της.

Ἡ ἀμφισβήτηση τῆς Ἀναστάσεως ἐμφανίζεται πρίν ἀκόμη συμβεῖ τό μεγάλο αὐτό γεγονός. Ὁ Κύριος εἶχε ἤδη μιλήσει γιά τήν ἐπικείμενη Ἀνάστασή Του, ἐμμέσως μέν, ἀλλά σαφῶς. Αὐτό τό θυμήθηκαν οἱ σταυρωτές Του καί ζήτησαν ἀπό τόν Πιλάτο νά ὑπάρχει φρουρά στόν Τάφο Του, τουλάχιστον γιά τίς τρεῖς πρῶτες ἡμέρες. Ἔτσι, ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἐνῶ τόν Τάφο Του φρουροῦσε «κουστωδία» (σῶμα στρατιωτῶν). Προφανῶς, οἱ Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι τῆς ἐποχῆς δέν πίστευαν ὅτι ὁ Χριστός ἐπρόκειτο νά ἀναστηθεῖ, ἀλλά θεωροῦσαν ὅτι μπορεῖ νά προκύψει ἕνας μύθος γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, κατασκευασμένος ἀπό τούς Μαθητές Του.

Στήν πορεία τοῦ χρόνου ὑπῆρξαν δύο βασικές μορφές ἀμφισβήτησης τῆς Ἀνάστασης, οἱ ὁποῖες προβάλλονται μέχρι σήμερα ἀπό τούς ἀρνητές τοῦ Χριστοῦ. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη, στήν ὁποία ἤδη ἀναφερθήκαμε, ἡ Ἀνάσταση εἶναι ἕνας μύθος, μιά ἐπινόηση τῶν Μαθητῶν τοῦ Ἰησοῦ. Οἱ Μαθητές, ὑποτίθεται, κατόρθωσαν νά ἐξαπατήσουν τούς πρώτους ὀπαδούς τους, ἀφοῦ πρῶτα ἔκλεψαν τό νεκρό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, καί συνεχίζουν νά ἐξαπατοῦν ἑκατομμύρια ἀνθρώπων μέχρι καί σήμερα, μέ κάτι πού ποτέ δέν συνέβη. Σύμφωνα μέ τή δεύτερη, οἱ Μαθητές ἐξαπατήθηκαν οἱ ἴδιοι, γιατί ὁ Χριστός δέν πέθανε πάνω στόν Σταυρό, ἀλλά λιποθύμησε. Μέσα στόν Τάφο ἀνέκτησε τίς αἰσθήσεις Του, βγῆκε ἀπό αὐτόν καί ἐμφανίστηκε στούς Μαθητές Του, οἱ ὁποῖοι πίστεψαν ὅτι ἀναστήθηκε. Ὅμως, καμία ἀπό τίς θεωρίες αὐτές δέν μπορεῖ νά ἐξηγήσει τά πραγματικά γεγονότα (τόν κενό Τάφο, τίς ἐμφανίσεις τοῦ Ἰησοῦ μετά τήν Ἀνάσταση κ.ἄ.), ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια.

Ὡστόσο, ἐμφανίζονται καί ἄλλες μορφές ἀμφισβήτησης τῆς Ἀνάστασης σέ ἀρχαίους καί σύγχρονους αἱρετικούς. Γιά παράδειγμα, οἱ ὀπαδοί τοῦ ἀρχαίου Δοκητισμοῦ πίστευαν ὅτι ὁ Χριστός σταυρώθηκε καί πέθανε «κατά δόκησιν», δηλαδή φαινομενικά. Ἐμεῖς νομίσαμε ὅτι σταυρώθηκε καί πέθανε, χωρίς νά ἔχει σταυρωθεῖ καί πεθάνει ὄντως. Ὅμως, ἄν ἰσχύει αὐτό, τότε δέν ὑπῆρξε Ἀνάσταση. Κάτι παρόμοιο, ἤ μᾶλλον κάτι ἀκόμη χειρότερο, ἰσχυρίζονται σήμερα οἱ «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». Κατά τίς ἀντιλήψεις τους, ὁ Χριστός δέν ἀναστήθηκε πραγματικά. «Ἀνάσταση», ὅπως περιγράφεται στήν Καινή Διαθήκη, εἶναι ἡ μεταβολή τοῦ Χριστοῦ σέ «πνευματική ὑπόσταση», ἤ σέ «πνευματικό ὄν». Ὁ Ἰησοῦς, ὡς ἄνθρωπος, ἀπέθανε διά παντός καί Ἀνάσταση τοῦ σώματός Του δέν συνέβη ποτέ! Ὁμάδες καί ὀργανώσεις τοῦ σύγχρονου κινήματος τῆς «Νέας Ἐποχῆς» ἐπιχειροῦν νά ἑρμηνεύσουν τήν Ἀνάσταση «συμβολικά» καί «πνευματικά». Ἄλλωστε, γιά τίς περισσότερες ἀπό τίς ὁμάδες αὐτές, ὁ ἴδιος ὁ Χριστός δέν ἦταν ἱστορικό πρόσωπο, ἀλλά μιά «κατάσταση» ἀνθρώπου.

Ὅλες αὐτές οἱ περιπτώσεις ἀρνοῦνται τήν ἱστορική βάση τῆς Ἀναστάσεως, δηλαδή ἀρνοῦνται τήν Ἀνάσταση ὡς ἱστορικό γεγονός. Πρίν δοῦμε τούς ἰσχυρισμούς τῶν παραπάνω ἀρνητῶν, ἄς δοῦμε συνοπτικά τίς ἱστορικές μαρτυρίες γιά τήν Ἀνάσταση. 

Οἱ μαρτυρίες τῆς Ἀναστάσεως 

Ὅλες οἱ μαρτυρίες τῆς Ἀναστάσεως προέρχονται ἀπό κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης καί, κυρίως, ἀπό τά Εὐαγγέλια. Τά κείμενα αὐτά ἔχουν τήν ἱστορική τους ἀξία. Ἔχουν χρονολογηθεῖ καί ἀναλυθεῖ ἐπιστημονικά, γνωρίζουμε πότε γράφτηκαν, ἀπό ποιούς, σέ ποιές συνθῆκες, γιά ποιό σκοπό κ.λπ. Κάποιοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ μαρτυρίες δέν εἶναι ἀξιόπιστες, ἐπειδή τά σχετικά μέ τήν Ἀνάσταση γεγονότα περιγράφονται μέ διαφορετικό τρόπο ἀπό κάθε ἱερό συγγραφέα. Ἀντίθετα, ὅμως, αὐτό ἐνισχύει τήν ἀξιοπιστία τῶν κειμένων. Ἀποδεικνύει, ὅτι δέν ὑπάρχει κοινή γραμμή γιά τήν ὑποτιθέμενη κατασκευή ἑνός μύθου, δέν ὑπάρχει σχέδιο, δέν ὑπάρχει προσυνεννόηση. Κάθε ἱερός συγγραφέας περιγράφει τό γεγονός μέ τόν δικό του τρόπο καί ὅπως ὁ ἴδιος τό ἔζησε, τονίζοντας τίς πλευρές πού ἐκεῖνος θεωρεῖ σημαντικότερες. Ὁ τρόπος περιγραφῆς εἶναι ἁπλός καί ἀνεπιτήδευτος. Δέν παρατηρεῖται καμία τάση ἐξιδανικεύσεως τῶν πραγμάτων, γι’ αὐτό ἀναφέρονται καί οἱ ἐπιπλήξεις ἤ οἱ «ὀνειδισμοί» τοῦ Κυρίου πρός τούς Μαθητές, ἀναφέρονται ἡ δειλία τῶν Μαθητῶν, ἡ «ἀπιστία», ἡ «σκληροκαρδία», οἱ δισταγμοί νά τόν προσκυνήσουν μετά τήν Ἀνάσταση κ.ἄ. Προσεκτική μελέτη τῶν μαρτυριῶν ὁδηγεῖ στήν ἀποκατάσταση τῆς σειρᾶς τῶν γεγονότων καί καταδεικνύει ὅτι οἱ μαρτυρίες δέν εἶναι ἀλληλοαναιρούμενες, ἀλλά ἀλληλοσυμπληρούμενες.

Ὁ κενός Τάφος τοῦ Ἰησοῦ.
Ἕνας ἀπό τούς μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως

Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ἡ ἀρχαιότερη ἀπό αὐτές προέρχεται ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καί, εἰδικότερα, ἀπό τήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή (15, 3-8), ἡ ὁποία γράφτηκε τό 55 μ.Χ. Μιά δεκαετία περίπου ἀργότερα γράφτηκαν τά λεγόμενα «συνοπτικά Εὐαγγέλια» (Κατά Ματθαῖον, Κατά Μᾶρκον καί Κατά Λουκᾶν) καί ἀρκετά ἀργότερα (περί τό 100 μ.Χ.) τό Κατά Ἰωάννην. Ὡστόσο, τά Εὐαγγέλια, ἄν καί ἕπονται χρονικά, περιέχουν μαρτυρίες αὐτοπτῶν μαρτύρων. Τί ἀκριβῶς μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος; Μᾶς πληροφορεῖ ὅτι οἱ πρῶτες - σημαντικότερες ἀλήθειες («ἐν πρώτοις»!) τοῦ κηρύγματος - «εὐαγγελίου» του εἶναι, ὅτι: α) ὁ Χριστός πέθανε γιά τίς ἁμαρτίες μας, «κατά τάς Γραφάς» (σύμφωνα μέ τίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης), β) ἐτάφη, γ) ἀναστήθηκε τήν τρίτη ἡμέρα, «κατά τάς Γραφάς», δ) ἐμφανίστηκε στόν Πέτρο, ε) ἔπειτα ἐμφανίστηκε στούς «δώδεκα» (ἀκριβέστερα, στούς ἕνδεκα), στ) σέ μία μόνο περίπτωση («ἐφάπαξ») ἐμφανίστηκε σέ πάνω ἀπό πεντακοσίους πιστούς Του («ἀδελφοῖς»), ἀπό τούς ὁποίους κάποιοι ἔχουν πεθάνει, ἀλλά οἱ περισσότεροι ζοῦν ἀκόμη (στήν ἐποχή τοῦ Παύλου), ζ) ἔπειτα ἐμφανίστηκε στόν Ἰάκωβο, η) ἔπειτα ἐμφανίστηκε «τοῖς ἀποστόλοις πᾶσιν» (ἐννοεῖ μόνο τούς ἕνδεκα ἤ τόν εὐρύτερο κύκλο τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων;) καί η) τέλος, ἐμφανίστηκε καί στόν ἴδιο, ἐννοῶντας τό ὅραμα κατά τήν πορεία του στή Δαμασκό (Πραξ. 9, 1-9).

Ἡ μαρτυρία αὐτή μᾶς πληροφορεῖ χαρακτηριστικά, ὅτι ὀ Κύριος μετά τήν Ἀνάσταση δέν ἐμφανίστηκε μόνο στούς δώδεκα Μαθητές Του καί στίς Μυροφόρες, ἀλλά καί σέ πολλούς ἄλλους, ὅπως σέ πάνω ἀπό πεντακοσίους «ἀδελφούς» σέ κάποια περίπτωση, οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ὁποίους ζοῦσαν τότε καί μποροῦσαν νά τό διαβεβαιώσουν. Ὁ κατάλογος τῶν ἐμφανίσεων, πού παραθέτει ὁ ἀπ. Παῦλος, συμπληρώνεται ἀπό τίς μαρτυρίες τῶν Εὐαγγελίων, κατά τίς ὁποῖες ὁ Κύριος ἐμφανίστηκε ἐπίσης α) στήν «ἄλλη Μαρία» (Ματθ. 28,1, ὅπου ὑπονοεῖται ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος) καί στή Μαρία τή Μαγδαληνή (Μάρκ. 16, 9-11, Ἰω. 20, 11-18), β) στίς Μυροφόρες (Ματθ. 28, 9-10), οἱ ὁποῖες προσῆλθαν στόν Τάφο σέ δύο ἤ τρεῖς ὁμάδες, ἀπό τό μεσονύκτιο τοῦ Σαββάτου περίπου μέχρι τό ξημέρωμα τῆς Κυριακῆς, γ) στούς δύο Μαθητές στήν πορεία τους πρός Ἐμμαούς (Μάρκ. 16,14, Λουκ. 24, 13,15), δ) στούς δέκα Ἀποστόλους, ὅταν ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς, καί στούς ἕνδεκα, ὅταν ἦταν παρών καί ὁ Θωμᾶς (Μάρκ. 16,14, Λουκ. 24, 36-43, Ἰω. 20, 19-29), ε) στούς ἑπτά Ἀποστόλους στή λίμνη τῆς Τιβεριάδος (Ἰω. 21, 1-23), στ) στούς ἕνδεκα στό ὄρος τῆς Γαλιλαίας (Ματθ. 28, 16) καί ζ) σέ ὅλους τούς Ἀποστόλους στή Βηθανία τήν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως (Μάρκ. 16, 19-20, Λουκ. 24,50, Πράξ. 1, 6-11). Τά Εὐαγγέλια μᾶς πληροφοροῦν, ἐπίσης, γιά τήν «κουστωδία» (φρουρά) τοῦ Τάφου (Ματθ. 27, 65-66), γιά τόν φωτεινό Ἄγγελο (Ματθ. 28,2) ἤ γιά τούς δύο Ἀγγέλους σέ ἄλλη περίπτωση (Ἰω. 20,12) στόν Τάφο κ.ἄ. Ὁ χῶρος δέν ἐπαρκεῖ γιά νά ἀναλύσουμε περισσότερο τίς παραπάνω μαρτυρίες, γι’ αὐτό ἄς δοῦμε τούς ἰσχυρισμούς τῶν ἀρνητῶν τῆς Ἀναστάσεως. 

Ὁ ἰσχυρισμός ὅτι οἱ Ἀπόστολοι παραπλανοῦν 

Ἡ ὑπόθεση ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔκλεψαν τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, γιά νά ἰσχυρισθοῦν στή συνέχεια ὅτι ἀναστήθηκε, δέν εὐσταθεῖ γιά πολλούς λόγους. Κατά τήν διήγηση τοῦ Ματθαίου, ἀστραπόμορφος Ἄγγελος «ἀπεκύλισε τόν λίθον» ἀπό τήν θύρα τοῦ Μνημείου. Βλέποντάς τον οἱ φρουροί, φοβήθηκαν καί ἔπεσαν σάν νεκροί. Ὅταν ἔσπευσαν νά διηγηθοῦν τό συμβάν στούς Ἀρχιερεῖς, ἐκεῖνοι τούς δωροδώκησαν γιά νά ποῦν ὅτι οἱ Μαθητές ἔκλεψαν τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, ἐνῶ ἐκεῖνοι εἶχαν ἀποκοιμηθεῖ (Ματθ. 28, 1,14). Ὅμως, ἄν οἱ στρατιῶτες εἶχαν κοιμηθεῖ, πῶς εἶδαν ὅτι κάποιοι ἔκλεψαν τό Σῶμα καί πῶς εἶδαν ποιοῖ ἀκριβῶς τό ἔκλεψαν;

Ἐπιπλέον, πόσο εὔκολο ἦταν νά κλαπεῖ τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ; Ἡ «κουστωδία» δέν ἦταν σῶμα δύο μόνο στρατιωτῶν, ὅπως βλέπουμε σέ δυτικές ἀναπαραστάσεις τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλά ἦταν σῶμα δεκαέξι ἔμπειρων στρατιωτῶν, ὅπως γνωρίζουμε ἀπό ἄλλες περιπτώσεις. Ὅλοι, λοιπόν, εἶχαν κοιμηθεῖ; Κανένας δέν ἀγρυπνοῦσε; Ὅλοι ἦταν σέ βαθύ ὕπνο, ὥστε νά μήν ἀντιληφθοῦν μιά ένέργεια, πού ἀπαιτοῦσε χρόνο καί κόπο; Ἡ μετακίνηση τοῦ λίθου δέν προκάλεσε θόρυβο; Ὑπῆρχε κένος χῶρος γιά τή μετακίνησή του; Δέν κοιμόταν δίπλα του κάποιος στρατιώτης; Ἄν, ὅπως εἶναι γνωστό, τά «ἐντάφια σπάργανα» βρέθηκαν μέσα στόν κενό Τάφο, οἱ Μαθητές εἶχαν χρόνο νά ξετυλίξουν τό Σῶμα ἀπό αὐτά, τά ὁποῖα ἦταν σχεδόν κολλημένα πάνω του ἀπό τό μίγμα «σμύρνης καί ἀλόης», μέ τό ὁποῖο εἶχε ἀλειφθεῖ τό Σῶμα; Ἄλλωστε, οὔτε οἱ στρατιῶτες, οὔτε οἱ Μαθητές, κατηγορήθηκαν ἐπίσημα ἀπό τίς ἀρχές ἤ τιμωρήθηκαν γιά τήν πράξη τους, ὅπως θά συνέβαινε ἄν ἡ φήμη τῆς κλοπῆς εἶχε κάποια βάση.

Ἡ κλοπή τοῦ Σώματος ἦταν παράτολμη καί ἐξαιρετικά ἐπικίνδυνη πράξη. Ἄν οἱ Μαθητές γίνονταν ἀντιληπτοί ἀπό τούς στρατιῶτες, εἶναι πολύ ἀμφίβολο ἄν θά ἐπιζοῦσαν! Ἀπό ποῦ, λοιπόν, ἄντλησαν τέτοια τόλμη; Μήπως ἦταν ἤδη τολμηροί; Ἀντίθετα, ὅσο ἀκόμη ζοῦσε ὁ Χριστός, κάποιοι τόν ἀμφισβητοῦσαν (Ἰω. 7,5), στόν καιρό τοῦ Πάθους τόν ἐγκατέλειψαν (μόνο ὁ Ἰωάννης παρέμεινε κοντά στόν Σταυρό), ὁ πιό τολμηρός, ὁ Πέτρος, τόν ἀρνήθηκε τρεῖς φορές. Μετά τή Σταύρωση ἦταν ὅλοι ἐσώκλειστοι «διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων»! (Ἰω. 20,19). Πῶς στή διάρκεια τῆς νύκτας ἀπέκτησαν ξαφνικά τέτοιο θάρρος; Πῶς καί μέ ποιά προσόντα θά ἔπειθαν τόν κόσμο γιά κάτι, πού δέν εἶχε συμβεῖ; Ἀλλά, καί τί λόγους εἶχαν νά προβάλλουν ἕναν τέτοιο μύθο; Οἱ Ἀπόστολοι ἦταν ἤδη ἀπογοητευμένοι ἀπό τόν Ἰησοῦ. Οἱ ἐλπίδες τους, ὅτι ἦταν ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, εἶχαν ἐξανεμιστεῖ καί μετά τόν Θάνατό Του εἶχαν περισσότερους λόγους νά τόν ἐγκαταλείψουν. Τί τούς μετέβαλλε ξαφνικά σέ ἐνθουσιώδεις κήρυκες τοῦ Ἰησοῦ; Ἐπιπλέον, τί περίμεναν νά κερδίσουν ἀπό τό κήρυγμα τῆς Ἀναστάσεως καί τί, τελικά, κέρδισαν; Τίποτε ἀπολύτως δέν ἀνέμεναν καί τό μόνο πού «κέρδισαν» ἦταν κίνδυνοι, δεινά, διωγμοί καί θάνατος! Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι, ἐκτός τοῦ Ἰωάννη, τελείωσαν τόν ἐπίγειο βίο τους μαρτυρικά, χύνοντας τό αἷμα τους γιά τόν Χριστό! Ὅμως, ἕνας μύθος, μιά ἀπάτη μπορεῖ νά ἐμπνεύσει δύναμη ἀντοχῆς στό μαρτύριο καί περιφρόνηση τοῦ ἴδιου τοῦ θανάτου;

Κάποιοι ἰσχυρίστηκαν, ὅτι ἄνθρωποι τοῦ Συνεδρίου τῶν Ἰουδαίων πρόλαβαν καί ἔκρυψαν τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ, γιά νά μήν τό κλέψουν οἱ Μαθητές καί ἰσχυριστοῦν ὅτι ἀναστήθηκε. Ὅμως, ὅταν οἱ Μαθητές ἄρχισαν νά κηρύττουν γιά τήν Ἀνάσταση, γιατί οἱ Ἰουδαῖοι ἐκεῖνοι δέν παρουσίασαν τό νεκρό Σῶμα; Ἄν κατεῖχαν τό ἰσχυρότερο τεκμήριο τῆς «ἀπάτης» τῶν Ἀποστόλων, γιατί δέν τό χρησιμοποίησαν; 

Ὁ ἰσχυρισμός ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἐξαπατήθηκαν 

Σύμφωνα μέ μιά ἄλλη αὐθαίρετη ὑπόθεση, οἱ ἴδιοι οἱ Μαθητές ἔπεσαν θύματα πλάνης, γιατί ὁ Κύριος δέν πέθανε, ὑποτίθεται, πάνω στόν Σταυρό, ἀλλά μόνο λιποθύμησε. Μέσα στόν Τάφο, ἀπό τήν ὑγρασία τοῦ περιβάλλοντος καί μέ τήν ἐπίδραση τῶν ἀρωμάτων ἀνέκτησε τίς αἰσθήσεις Του, μετακίνησε τόν λίθο τοῦ Μνημείου, βγῆκε ἀπό τόν Τάφο καί ἐμφανίστηκε στούς Μαθητές Του.

Ὅμως, ἄν ἡ «λιποθυμία» τοῦ Ἰησοῦ παραπλάνησε τούς «ἄπειρους» καί «εὔπιστους» Μαθητές, ἦταν δυνατό νά παραπλανήσει καί τούς ἔμπειρους στίς ἐκτελέσεις στρατιῶτες; Ἦταν δυνατό νά παραπλανήσει τόν Κεντυρίωνα, ἀπό τόν ὁποῖο ὁ Πιλάτος ζήτησε τή διαβεβαίωση γιά τόν Θάνατο τοῦ Ἰησοῦ; Καί μόνο ὁ λογχισμός τῆς πλευρᾶς τοῦ Κυρίου θά ἐπέφερε ἀκαριαῖα τόν θάνατο! Ἄς ἀναλογισθοῦμε καί τήν κατάσταση τοῦ Ἰησοῦ πρίν τή Σταύρωση. Ὅπως γνωρίζουμε, προηγήθηκαν τά φρικτά ἐκεῖνα Πάθη: ἡ φυλάκιση, οἱ ἐμπαιγμοί, οἱ κολαφισμοί, οἱ ἐμπτισμοί, ὁ ἀκάνθινος στέφανος καί, κυρίως, ἡ φραγγέλωση. Τό φραγγέλιο ἦταν εἰδικό μαστίγιο, πού ξέσκιζε τίς σάρκες σέ κάθε μαστίγωση! Μέ αὐτές τίς συνθῆκες τῆς πλήρους σωματικῆς καί ψυχικῆς ἐξουθένωσης, ὁ Κύριος λύγισε ἀπό τό βάρος τοῦ Σταυροῦ, ὅταν τόν ἀνάγκασαν νά τόν μεταφέρει στόν Γολγοθᾶ. Ἔτσι, πάνω στόν Σταυρό πέθανε σέ σύντομο χρονικό διάστημα καί πρίν ἀπό τούς ληστές, ὅπως ἀκριβῶς διηγοῦνται τά Εὐαγγέλια.

Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Χριστοῦ στίς Μυροφόρες
μετά τήν Ἀνάσταση

Ὅπως, ἐπίσης, γνωρίζουμε, ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος πρίν ἐνταφιάσουν τό Σῶμα Του τό ἄλειψαν μέ μίγμα σμύρνης καί ἀλόης σέ μεγάλη, μάλιστα, ποσότητα («ὡς λίτρας ἑκατόν», Ἰω. 19,39). Ἔπειτα τό τύλιξαν ὁλόκληρο μέ «ὀθώνια» (σεντόνια) ἀπό τήν κεφαλή μέχρι τά πόδια. Αὐτά κολλοῦσαν στό σῶμα μετά τήν ἐπάλειψη. Μέ αὐτά τά δεδομένα, ἀκόμη κι ἄν ὁ Κύριος εἶχε ἐπιζήσει ἀπό τόν Σταυρό, θά εἶχε πεθάνει ἀπό ἀσφυξία στίς συνθῆκες τοῦ ἐνταφιασμοῦ Του. Κι ἄν ἀκόμη αὐτό δέν εἶχε συμβεῖ, ἦταν πολύ δύσκολο νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τά «ἐντάφια σπάργανα». Κι ἄν κατόρθωσε νά ἀπελευθερωθεῖ, ἦταν σέ θέση νά μετακινήσει τόν λίθο τοῦ Μνημείου, τόν ὁποῖο ἀδυνατοῦσε νά μετακινήσει ὁμάδα Μυροφόρων; Κι ἄν μετακίνησε τόν λίθο, πῶς πέρασε ἀπαρατήρητος ἀπό τήν κουστωδία; Καί μέ ποιά περιβολή; Γυμνός ἤ βρῆκε κάπου ἐνδύματα; Κι ἄν πέρασε τήν κουστωδία, σέ τί κατάσταση ἐμφανίστηκε στούς Μαθητές Του, τήν ἴδια, μάλιστα ἡμέρα; Κάποιος καταπληγωμένος, τραυματισμένος, ἐξαντλημένος, ἔχοντας ἀνάγκη ἄμεσης περίθαλψης, μποροῦσε νά πείσει ὅτι ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς; Ἀντίθετα, στά Εὐαγγέλια βλέπουμε ὅτι ὁ Κύριος μετά τήν Ἀνάσταση ἐμφανίζεται μέ δύναμη καί ἐξουσία, ἔχοντας καταργήσει τόν θάνατο καί ὅλα τά παρεπόμενά του (τόν πόνο, τόν κόπο, τόν φόβο, τήν ἀσθένεια, τήν ἀδυναμία κ.ἄ.) καί μέ νέες ἰδιότητες (π.χ. ἔμπαινε καί ἔβγαινε ἀπό κλειστές θύρες!).

Κάποιοι ἰσχυρίστηκαν, ὅτι οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν παραισθήσεις καί ὁράματα τοῦ Ἀναστάντος, λόγῳ τῆς σφοδρῆς ἐπιθυμίας τους νά πιστέψουν στήν Ἀνάσταση. Ὅμως, στήν περίπτωση αὐτή, πῶς ἐξηγεῖται ὁ κενός Τάφος; Καί τί ἀπέγινε τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ;  

Συμπεράσματα 

Εἶναι φανερό, ὅτι ὅλες οἱ παραπάνω ὑποθέσεις καί ἄλλες παρόμοιες εἶναι ἀνυπόστατες, αὐθαίρετες καί δέν ἀντέχουν στήν κριτική. Στόχος τους ἦταν καί εἶναι νά πλήξουν τήν ἱστορικότητα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, πάνω στήν ὁποία θεμελιώθηκε τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ἀποστολική ἐποχή μέχρι σήμερα. Γιά ’μᾶς, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἱστορικό γεγονός, εἶναι μιά ἀδιαμφισβήτητη πραγματικότητα, πού  ἐπιβεβαιώνει, α) ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, ἡ Ζωή καί ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί β) ὅτι ὁ θάνατος, ὁ «ἔσχατος ἐχθρός» τοῦ ἀνθρώπου (Α΄ Κορ. 15,26), ἔχει ἤδη καταργηθεῖ μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ! Γράφει κάπου ὁ Μέγας Ἀθανάσιος πῶς, ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅτι καταργήθηκε ὁ θάνατος εἶναι τό γεγονός ὅτι κάθε εἴδους ἄνθρωποι, νέοι, γέροι, μικρά παιδιά, γυναῖκες, πλούσιοι καί πτωχοί, ἔνδοξοι καί ἄσημοι (ἀπό τούς Χριστιανούς, ἐννοεῖται), τόν περιφρονοῦν, δέν τόν ὑπολογίζουν καί χύνουν πρόθυμα τό αἷμα τους γιά τόν Χριστό. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως ἔδωσε τή δύναμη στούς Ἀποστόλους νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πράξ. 1,8) καί νά φωτίσουν τόν κόσμο.

Σέ διαφορετική περίπτωση, ὅπως χαρακτηριστικά ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἄν ὁ Χριστός δέν εἶχε ἀναστηθεῖ, τό κήρυγμά μας θά ἦταν κενό, χωρίς περιεχόμενο, ἡ πίστη μας θά ἦταν μάταιη καί ἄσκοπη, ἐμεῖς θά θεωρούμεθα ὀρθῶς «ψευδομάρτυρες», δηλαδή ἀπατεῶνες, ἀνάσταση νεκρῶν δέν θά περιμέναμε καί ὅσοι πέθαναν πιστεύοντας στόν Χριστό θά ἦταν κι αὐτοί ὁριστικά χαμένοι! (Α΄ Κορ. 15, 12-18).

Ἄν οἱ ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ ἀμφισβητοῦν ἤ «συκοφαντοῦν» τήν Ἀνάστασή Του, ἐμεῖς τήν διακηρύσσουμε ἀκόμη καί μέ τίς εὐχές, πού ἀνταλάσσουμε στήν περίοδο τοῦ Πάσχα: στόν χαιρετισμό «Χριστός ἀνέστη»!, ἀπαντοῦμε «ἀληθῶς ἀνέστη»! (ὁ Κύριος ἀναστήθηκε ὄντως, ἀναστήθηκε πραγματικά!).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου