γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2023

«Αγ. Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση» 2023-4: Η θεραπεία του Τυφλού της Ιεριχούς

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Ε' τοῦ Προγράμματος Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», περιόδου Α', ἔτους 2023-2024. 

Κείμενο Εὐαγγελίου: «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐγένετο ἐν τῷ ἐγγίζειν τὸν Ἰησοῦν εἰς Ἱεριχὼ τυφλός τις ἐκάθητο παρὰ τὴν ὁδὸν προσαιτῶν· 36 ἀκούσας δὲ ὄχλου διαπορευομένου ἐπυνθάνετο τί εἴη τοῦτο. 37 Ἀπήγγειλαν δὲ αὐτῷ ὅτι Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος παρέρχεται. 38 Καὶ ἐβόησε λέγων· Ἰησοῦ υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 39 Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· Υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με. 40 Σταθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκέλευσεν αὐτὸν ἀχθῆναι πρὸς αὐτόν. Ἐγγίσαντος δὲ αὐτοῦ ἐπηρώτησεν αὐτὸν 41 λέγων· Τί σοι θέλεις ποιήσω; Ὁ δὲ εἶπε· Κύριε, ἵνα ἀναβλέψω. 42 Καὶ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· Ἀνάβλεψον· ἡ πίστις σου σέσωκέ σε. 43 Καὶ παραχρῆμα ἀνέβλεψε, καὶ ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τὸν Θεόν· καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἰδὼν ἔδωκεν αἶνον τῷ Θεῷ» (Λουκ. 18, 35-43).

Μετάφραση Εὐαγγελίου: Κάποτε, καθώς πλησίαζε ὁ Ἰησοῦς στήν Ἱεριχώ, καθόταν ἕνας τυφλός κοντά στό δρόμο καί ζητιάνευε. 36 Ὅταν ἄκουσε πώς περνάει πολύς κόσμος, ρώτησε τί ἀκριβῶς συμβαίνει. 37 Καί τοῦ ἀπάντησαν ὅτι περνάει ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος. 38 Τότε φώναξε δυνατά· Ἰησοῦ, υἱέ (ἀπόγονε) τοῦ Δαβίδ, ἐλέησέ με. 39 Ἐκεῖνοι πού προπορεύονταν τόν μάλωναν γιά νά σωπήσει. Αὐτός, ὅμως, φώναζε πολύ περισσότερο· Υἱέ τοῦ Δαβίδ, ἐλέησέ με. 40 Ἀφοῦ σταμάτησε ὁ Ἰησοῦς, ζήτησε νά τόν φέρουν μπροστά του. Ὅταν ἐκεῖνος πλησίασε, τόν ρώτησε ὁ Ἰησοῦς· 41 Τί θέλεις νά σοῦ κάνω; Καί ἐκεῖνος εἶπε· Κύριε, θέλω νά ξαναδῶ (μέ τά μάτια μου). 42 Καί ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε· Ξανάβλεψε· ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε. 43 Καί ἀμέσως ξαναεῖδε τό φῶς του καί ἀκολουθοῦσε τόν Ἰησοῦ δοξάζοντας τόν Θεό. Καί ὅλος ὁ λαός, ὅταν εἶδε τό θαῦμα, δόξασε τόν Θεό.

Εἰσαγωγικά στοιχεῖα: Τό Εὐαγγέλιο ἀναφέρεται σέ ἕνα θαῦμα τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστός δέν διδάσκει μόνο, ἀλλά καί θαυματουργεῖ. Τό ἔργο Του δέν ἐξαντλεῖται στή διδασκαλία, ἀλλά ἐπικυρώνεται μέ θαυμαστά σημεῖα. Μέ αὐτά ὁ Ἰησοῦς ἀποκαλύπτει σταδιακά ποιός πραγματικά εἶναι. Τά θαύματα εἶναι ἐνέργειες, πού γίνονται μόνο μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι προσωρινή κατάργηση (ἀναστολή) τῶν νόμων τῆς φύσεως καί εἰδικότερα διάσπαση τοῦ νόμου αἰτίας - ἀποτελέσματος, μέ βάση τόν ὁποῖο λειτουργεῖ ὁ κόσμος. Γιά τόν Θεό τά θαύματα εἶναι ἐνέργειες φυσικές (γιά μᾶς καί γιά τή λειτουργία τοῦ κόσμου εἶναι ὑπερφυσικές). Μέ αὐτά ἀποκαλύπτεται ἡ βούληση τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου. Εἰδικότερα, ἀποκαλύπτεται ἡ ἀγάπη Του πρός τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο: εἶναι συνήθως θεραπεῖες ἀσθενῶν, λύσεις δαιμονιζομένων, ἀναστάσεις νεκρῶν! Δέν ἐνέχουν τό στοιχεῖο τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ («μηδενί εἴπητε», Ματθ. 17,9 κ.ἄ.). Γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἐνδείξεις ὅτι δέν εἴμαστε δέσμιοι τῆς φύσεως, ἀλλά μποροῦμε νά ὑπερβοῦμε τά δεδομένα της. Δέν ἀπευθύνονται στή λογική, ἀλλά στήν πίστη: προϋποθέτουν τήν πίστη καί τή στηρίζουν, τήν καλλιεργοῦν. Γι’ αὐτό ἀποκαλοῦνται συνήθως «σημεῖα»: ὄχι ἀποδείξεις, ἀλλά (ἰσχυρές) ἐνδείξεις τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Γενικά, τά θαύματα ἐνεργοῦνται ὑπό προϋποθέσεις, ὅπως: α) Ἡ πίστη. Ἕνα ὑπόβαθρο πίστεως εἶναι ἀπαραίτητο γιά κάθε εἰδική παρέμβαση τοῦ Θεοῦ: «πιστεύεις τοῦτο;» (Ἰω. 11,26 κ.ἄ.), «ἡ πίστις σου σέσωκέ σε». β) Ἡ ἀνθρώπινη βούληση. Ὁ Θεός δέν ἐνεργεῖ καταναγκαστικά: ἐρωτᾶ συνήθως· «θέλεις ὑγιής γενέσθαι;» (Ἰω. 5,6). γ) Ἡ προσευχή. Πολλές φορές ἡ παρέμβαση τοῦ Θεοῦ ἤ τῶν Ἁγίων δέν συμβαίνει, ἐπειδή δέν τή ζητᾶμε.

Ἡ προσευχή τοῦ Τυφλοῦ: Ὁ τυφλός τῆς περικοπῆς ἔχει ὅλες τίς προϋποθέσεις τῆς θεραπείας του, εἶναι ἄξιος τοῦ θαύματος. Ἔχει τήν πίστη. Ὅταν περνᾶ ὁ Ἰησοῦς, «βοᾶ» καί «κράζει» πρός αὐτόν. Εἶναι βέβαιος ὅτι ὁ Χριστός μπορεῖ νά τόν θεραπεύσει. Γιατί, ὅμως; Τί πίστευε περί τοῦ Ἰησοῦ; Κλειδί γιά τό περιεχόμενο τῆς πίστης του εἶναι ἡ προσφώνηση «υἱέ Δαυΐδ». Προφανῶς, ὁ τυφλός δέν γνώριζε τήν κατ’ ἄνθρωπον γενεαλογία (καταγωγή) τοῦ Ἰησοῦ. Ὅμως, γιά τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς, «υἱός Δαυΐδ» εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας, ὁ Ἀπεσταλμένος («Ἀπόστολος») τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀπελευθερωτής τοῦ Ἰσραήλ, πού θά ἀποκαθιστοῦσε τόν θρόνο τοῦ Δαυΐδ καί τή δόξα Λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Βέβαια, οἱ Προφῆτες καί οἱ Δίκαιοι τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γνώριζαν πολύ καλά ὅτι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας ἤ Ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τῆς Δόξης, πού ἐμφανιζόταν στήν Παλαιά Διαθήκη, δηλ. εἶχαν μυηθεῖ στό μέγα μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας. Οἱ πολλοί, προφανῶς, πίστευαν ὅτι ὁ Μεσσίας θά ἦταν ἕνας μεγάλος Προφήτης ἤ Ἅγιος, πού θά ἐνεργοῦσε μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ, δηλ. θά ἦταν κάποιο ὄργανο ἤ ἐνεργούμενο τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί δέν ἀναγνώρισαν τόν Μεσσία στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ, γι’ αὐτό σταύρωσαν «τόν Κύριον τῆς Δόξης» (Α' Κορ. 2,8). Ὁ τυφλός, ὅμως, οὕτως ἤ ἄλλως, τόν ἀναγνωρίζει ὡς Μεσσία. Μέ αὐτή τήν προϋπόθεση, α) θέλει τή θεραπεία του ἀπό τόν Ἰησοῦ καί β) τήν ἐπιζητεῖ: προσεύχεται. Στήν ἀναζήτηση τῆς θεραπείας ὑπερβαίνει κάθε ἐμπόδιο: παρακάμπτει ὅσους τόν ἐπιτιμοῦν. Ἡ προσευχή του ἔχει τά στοιχεῖα τῆς αὐθεντικότητας: α) ἔχει ἔνταση, προέρχεται «ἐκ βάθους ψυχῆς», ὁ τυφλός «βοᾶ» καί «κράζει», β) ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, γ) ἐμπεριέχει τήν ὁμολογία ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Μεσσίας («υἱέ Δαυΐδ»), δ) ἐμπεριέχει τήν ταπείνωση, τή συντριβή καί τήν ἐπίκληση τοῦ θείου ἐλέους («ἐλέησόν με»).

Ἡ «εὐχή τοῦ Ἰησοῦ»: Ἡ προσευχή τοῦ τυφλοῦ ἄσκησε τεράστια ἐπίδραση στήν ἐκκλησιαστική Παράδοση καί διαμόρφωσε τή συντομότερη καί ἰσχυρότερη προσευχή τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν προσευχητική φράση «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλεήσόν με», τήν προσευχή τῶν «πέντε λόγων» (Α' Κορ. 14,19) τοῦ ἀπ. Παύλου (ἤ τῶν περισσότερων κατά διάφορες παραλλαγές). Στοιχεῖα τῆς προσευχῆς αὐτῆς εἶναι: α) Ἡ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, τό ὁποῖο μέ τήν πρόσληψή του ἀπό τόν Χριστό καί ἰδιαίτερα μέ τήν Ἀνάσταση, ἔγινε «φοβερόν τοῖς ὑπεναντίοις». Πρόκειται τό «ὄνομα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα», ἀφοῦ «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων, καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Φιλιπ. 2, 10-11). Εἶναι τό ὄνομα, μέ τό ὁποῖο ἐκδιώκουμε τούς δαίμονες («Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους. Οὐ γάρ ἐστιν ἐν τῷ οὐρανῷ καί ἐν τῇ γῇ ἰσχυρότερον ὅπλον», ἅγ Ἰωάννης Σιναΐτης) καί μέ τό ὁποῖο σωζόμεθα («πᾶς ὅς ἄν ἐπικαλέσηται τό ὄνομα Κυρίου σωθήσεται», Πράξ. 2,21, Ρωμ. 10,13, «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία· οὐδέ γάρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς», Πράξ. 4,12). β) Ἡ ὁμολογία ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Κύριος καί ὁ Χριστός, δηλ. Θεός, ἤ μᾶλλον Θεός («Κύριος») καί ἄνθρωπος («Χριστός»). γ) Ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας, ἡ ταπείνωση, ἡ συντριβή, ἡ ἐπίκληση τοῦ θείου ἐλέους («ἐλέησόν με»). Ἡ χρήση αὐτῆς τῆς προσευχῆς σέ ἁπλούστερες μορφές εἶναι ἤδη γνωστή στήν Καινή Διαθήκη, ὅπου Χριστιανοί νοοῦνται «οἱ ἐπικαλούμενοι τό ὄνομα Κυρίου» (Πράξ. 9,14, Α' Κορ. 1,2 κ.ἄ.). Μιά ἀπό τίς ἁπλούστερες μορφές της εἶναι ἡ γνωστή φράση «Κύριε, ἐλέησον». Ἀποκαλεῖται «εὐχή τοῦ Ἰησοῦ», «νοερά προσευχή» καί «καρδιακή προσευχή», γιατί στίς ἀνώτερες μορφές της γίνεται μέ τόν κεκαθαρμένο καί φωτισμένο «νοῦ» καί ἐνεργεῖ μέσα στήν «καρδία» τοῦ ἀνθρώπου διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀδιαλείπτως. Οἱ μοναχοί τή χρησιμοποιοῦν συστηματικά στό καθημερινό τους πρόγραμμα (κανόνα), συνήθως μέ τή βοήθεια κομοποσχοινιοῦ. Μεγάλοι Πατέρες προτρέπουν νά τήν χρησιμοποιοῦμε ὅλοι: «Βοᾶτε ἀπό πρωΐ ἕως ἑσπέρας, εἰ δυνατόν, καί ὅλην τήν νύκτα, τό, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς· καί βιάσασθε τόν νοῦν ὑμῶν εἰς τοῦτο τό ἔργον ἕως θανάτου» (ἅγ. Χρυσόστομος)

Τά ἀποτελέσματα τῆς προσευχῆς: Ὁ τυφλός, χρησιμοποιώντας αὐτή τήν προσευχή, εἶχε ἄμεσα ἀποτελέσματα: ἄνοιξαν τά μάτια του, εἶδε, ἀπέκτησε τό φῶς, τό φυσικό καί τό πνευματικό. Καί, ὡς συνέπεια ἤ ὡς ἐκδήλωση τοῦ φωτισμοῦ του, ἀκολουθοῦσε τόν Χριστό καί δόξαζε τόν Θεό: «ἠκολούθει αὐτῷ δοξάζων τόν Θεόν»! Τό ἴδιο θά συμβεῖ καί σέ μᾶς, ἄν ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τοῦ τυφλοῦ. Ἔχουμε τό φυσικό φῶς, ἀλλά μᾶς λείπει συνήθως τό πνευματικό. Ὅποιος ἀποκτήσει τόν πνευματικό φωτισμό, ἀκολουθεῖ «ἀγαλλομένῳ ποδί» (μέ χαρά, τρέχωντας!) τόν Χριστό καί δοξάζει τόν Θεό. 

(«Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», Πρόγραμμα Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας. Περίοδος Α΄, ἔτος 2023-2024).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου