Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Ι΄ τοῦ Προγράμματος Ὀρθόδοξης Κατήχησης «Ὀρθοδοξία Ἑλληνισμός Ρωμηοσύνη», περιόδου Β΄, ἔτους 2024-2025.
Εἰσαγωγικά: Κατ’ ἐξοχήν μέρη τῆς Θείας Λειτουργίας τῆς
Ἐκκλησίας μας εἶναι: α) Ἡ Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων καί β) Ἡ Λειτουργία τῶν
Πιστῶν. Τό πρῶτο μέρος λήγει μετά τά Ἀναγνώσματα (τόν Ἀπόστολο καί τό
Εὐαγγέλιο) μέ τήν Ἀπόλυση τῶν Κατηχουμένων, ἡ ὁποία σήμερα λέγεται μυστικῶς.
Παλαιότερα μετά τήν ἔξοδο τῶν Κατηχουμένων ἔκλειναν οἱ πύλες τοῦ Ναοῦ καί
ἄρχιζε τό δεύτερο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν».
Οἱ Εὐχές τῶν Πιστῶν: Ἡ Λειτουργία τῶν Πιστῶν ἀρχίζει μέ δύο Εὐχές ὑπέρ τῶν Πιστῶν, πού λέγονται μυστικῶς. Μέ αὐτές ὁ Λειτουργός ζητᾶ τήν κάθαρση καί τήν καταξίωση γιά τό ἐπικείμενο Μυστήριο. Ἡ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ ἀπαιτεῖ ψυχική καί σωματική καθαρότητα. Αὐτή προϋποθέτει τήν ἀνθρώπινη προσπάθεια, ἀλλά δέν ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἀνθρώπινη προσπάθεια. Εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ ὅσους τό ζητοῦν καί, παράλληλα, καταβάλλουν προσπάθειες νά τό ἀποκτήσουν. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι, ἡ καθαρότητα αὐτή, ἡ καταξίωση καί τά λοιπά σχετικά αἰτήματα ἀφοροῦν σέ ὀλόκληρη τήν ἐκκλησιαστική Κοινότητα καί, βέβαια, στόν ἐπικεφαλῆς της, τόν Λειτουργό τῆς Εὐχαριστίας.
Ὁ Χερουβικός Ὕμνος: Μετά τίς Εὐχές τῶν Πιστῶν, ψάλλεται ὁ
Χερουβικός Ὕμνος, ἕνας σύντομος ὕμνος, ψαλλόμενος σέ ἀργό ρυθμό. Αὐτός καλεῖ
ὅλους τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι πρίν λίγο ἔψαλλαν τόν Τρισάγιο Ὕμνο, εἰκονίζοντας
τά Χερουβείμ, δηλ. τούς ἀνώτατους Ἀγγέλους, νά ἀποβάλλουν κάθε βιοτική μέριμνα,
γιά νά ὑποδεχθοῦν τόν Βασιλέα τῶν ὅλων, ὁ Ὁποῖος ἔρχεται συνοδευόμενος ἀπό τίς
ἀγγελικές τάξεις. Ἡ Ἐκκλησία ἑτοιμάζεται γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ,
ὁ Ὁποῖος ἔρχεται, ὄχι πλέον γιά νά διδάξει, ἀλλά γιά νά σταυρωθεῖ. Πρό τῆς
ὑποδοχῆς Του γίνεται θυμίαση τοῦ Θυσιαστηρίου καί τοῦ Ναοῦ ἀπό τήν Ὡραία Πύλη.
Προηγεῖται μιά χαρακτηριστική Εὐχή τοῦ Λειτουργοῦ, στήν ὁποία ὁμολογεῖ τήν
ἀναξιότητά του, ἀλλά καί τήν ἀναξιότητα κάθε ἀνθρώπου, νά ἱερουργεῖ τό Σῶμα καί
τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί νά προσφέρει τά Δῶρα τῆς Εὐχαριστίας. Παράλληλα, ζητᾶ
τήν κάθαρση καί τήν καταξίωση («ἱκάνωσον») γιά τό μεγάλο ἐπικείμενο ἔργο. Εἶναι
ἡ μόνη Εὐχή τῆς Λειτουργίας, πού ἀφορᾶ μόνο στόν Λειτουργό, καί ὄχι σέ ὁλόκληρη
τήν κοινότητα, καί εἶναι συντεταγμένη σέ ἑνικό ἀριθμό. Οἱ Εὐχές τῆς Λειτουργίας
εἶναι συντεταγμένες στόν πληθυντικό, γιατί ἡ Λειτουργία εἶναι πράξη ὁλόκληρης
τῆς Κοινότητας (Ἐκκλησίας) διά τοῦ Ἐπισκόπου ἤ τοῦ Πρεσβυτέρου καί ὄχι πράξη
τοῦ Ἐπισκόπου ἤ τοῦ Πρεσβυτέρου γιά τήν Ἐκκλησία, κατά τή Βατικάνεια (Παπική)
θεώρηση τοῦ Μυστηρίου.
Ἡ Μεγάλη Εἴσοδος: Κατά τή διάρκεια τοῦ Χερουβικοῦ Ὕμνου γίνεται
ἡ λεγομένη Μεγάλη Εἴσοδος, εἰκόνα τῆς πορείας τοῦ Χριστοῦ πρός τό Πάθος. Ὁ
Κύριος ἀνέρχεται τόν Γολγοθᾶ. Πορεύεται πρός τήν ὁλοκλήρωση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ
ἔργου Του, πρός τήν τελευταία καί σημαντικότερη πράξη τῆς Θείας Οἰκονομίας. Εἰκονίζεται
δέ στά τίμια δῶρα, τά ὁποῖα, χωρίς νά εἶναι ἀκόμη καθαγιασμένα, παραλαμβάνει ὁ
Λειτουργός ἀπό τήν ἁγία Πρόθεση, καλυμμένα μέ τά Καλύμματά τους, καί τά «προσκομίζει»
(μεταφέρει) στό Θυσιαστήριο (στήν Ἁγία Τράπεζα), μέσῳ τοῦ κυρίως Ναοῦ γιά νά
καθαγιασθοῦν. Γι’ αὐτό ἡ Μεγάλη Εἴσοδος ἀποκαλεῖται καί «Προσκομιδή». Ἄν ὁ
Λειτουργός εἶναι Ἐπίσκοπος, ὑποδέχεται τά τίμια δῶρα στήν Ὡραία Πύλη, τά ὁποῖα
μεταφέρουν οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Διάκονοι, καί μνημονεύει «ζῶντας» καί
«κεκοιμημένους». Αὐτή ἡ γενική μνημόνευση, πού ἐπικράτησε νά γίνεται καί ἀπό
Ἱερεῖς, ἀποτελεῖ περίληψη τῆς μνημόνευσης, πού ἔγινε στήν Πρόθεση κατά τήν
προετοιμασία τῆς Θείας Λειτουργίας.
Τά Πληρωτικά: Ἀφοῦ ἐναποτεθοῦν τά τίμια δῶρα στήν Ἁγία
Τράπεζα, λέγονται τά Πληρωτικά, μιά σειρά δεήσεων - αἰτημάτων, πού «πληροῦν»
(συμπληρώνουν) τά προηγούμενα αἰτήματα (τά Εἰρηνικά καί τήν Ἐκτενή). Εἶναι αἰτήματα
περισσότερο ἐξειδικευμένα: ἀναφέρονται μόνο σέ βαπτισμένους πιστούς καί σέ
πνευματικά θέματα. Μυστικῶς λέγεται ἡ Εὐχή τῆς Προσκομιδῆς, πού ἀναφέρεται στή
ἀποδοχή τῶν παραπάνω αἰτημάτων καί τῆς ἐπικείμενης Θυσίας ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ἀσπασμός καί ἡ Ὁμολογία: Φτάνοντας στό κέντρο
τῆς Λειτουργίας, προηγοῦνται δύο χαρακτηριστικές πράξεις: ὁ λειτουργικός
Ἀσπασμός ἤ ὁ Ἀσπασμός τῆς ἀγάπης καί ἡ Ὁμολογία τῆς πίστεως. Προηγεῖται
εἰρήνευση τοῦ Λαοῦ («Εἰρήνη πᾶσι»), ἔνδειξη ὅτι ἀκολουθεῖ κάτι σημαντικό. Αὐτό
ἐξαγγέλλεται μέ τό λειτουργικό παράγγελμα, «Ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ
ὁμολογήσωμεν». Στό σημεῖο αὐτο γινόταν παλαιότερα ὁ ἀσπασμός καί μεταξύ τοῦ
Λαοῦ, ὄπως ἀκριβῶς γίνεται σήμερα μεταξύ τοῦ Κλήρου ἐντός τοῦ Βήματος, ὅταν
τελεῖται συλλείτουργο. Σημαίνει ὅτι ἡ μετοχή στή Λειτουργία προϋποθέτει τήν πρός
ἀλλήλους ἀγάπη στήν πληρότητά της: νά μήν ἔχει κανένας κάτι ἐναντίον τοῦ ἄλλου,
ἔστω καί τό παραμικρό. Ἡ παρουσία τῆς ἀγάπης ἐγκυᾶται τήν παρουσία τοῦ ἴδιου
τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας, ἀφοῦ «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι» (Α΄ Ἰω. 4,16), γι’ αὐτό οἱ
ἀνταλάσσοντες τόν ἀσπασμό λένε, «Ὁ Χριστός ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν», «Καί ἦν καί ἔστι
καί ἔσται». Ἡ ἀγάπη εἶναι, ἐπίσης, προϋπόθεση τῆς Ὁμολογίας, τῆς περιληπτικῆς
(«Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καί ἀχώριστον») καί τῆς
ἀναλυτικῆς μέ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Προϋπόθεση τῆς μετοχῆς στή Λειτουργία,
τῆς Κοινωνίας τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ ὀρθή πίστη, ὅπως ἀκριβῶς τή ὁμολογήσαμε στό
Βάπτισμα, καί ὅπως περιλαμβάνεται στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, πού εἶναι πρωτίστως
Βαπτιστήριο Σύμβολο. Ἡ εἴσοδός του στή Λειτουργία μαρτυρεῖ τήν ἄρηκτη σύνδεση
Βαπτίσματος καί Λειτουργίας, τό δέ περιεχόμενό του ἦταν ἀπόκρυφο γιά τούς μή
βαπτισμένους, ὅπως μαρτυρεῖ τό πρό αὐτοῦ παράγγελμα, «Τάς θύρας, τάς θύρας».
Ἡ ἁγία Ἀναφορά: «Καρδία» τῆς Λειτουργίας εἶναι ἡ ἁγία Ἀναφορά, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μιά ἑνιαία Εὐχή, πού διακόπτεται ἀπό λειτουργικούς ὕμνους καί διακρίνεται στά ἑξῆς ἐπιμέρους τμήματα: α) Προοίμιο ἤ Διάλογος. Ἡ ἔναρξη τῆς Ἀναφορᾶς γίνεται μέ λειτουργικό παράγγελμα γιά τήν ὄρθια στάση ὅλου τοῦ Λαοῦ: «Στῶμεν καλῶς· στῶμεν μετά φόβου...». Ἀκολουθεῖ ἡ μεγάλη ἀποστολική Εὐλογία «Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ...) καί σύντομος διάλογος μεταξύ Λειτουργοῦ καί Λαοῦ. β) Εὐχαριστία ἤ Πρόλογος. Τό πρῶτο τμῆμα τῆς Εὐχῆς εἶναι εὐχαριστία πρός τόν Θεό γιά ὅλα τά δωρήματά Του, ἀπό τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, μέχρι τήν ἀνάπλαση καί τή σωτηρία του, μέχρι τή δωρεά τῆς Βασιλείας Του καί μέχρι τήν προσφορά τῆς συγκεκριμένης Λειτουργίας. Ἀποτελεῖ, ἐπίσης, εἰσαγωγή στό Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας, στό ὁποῖο ἀναφέρεται εἰδικότερα τό ἑπόμενο τμῆμα. γ) Ὁ Ἐπινίκιος Ὕμνος. Μέ τήν ὑπόμνηση τῆς δοξολογίας τοῦ Θεοῦ ἀπό τίς ἀγγελικές Δυνάμεις, ψάλλεται ὁ Ἐπινίκιος Ὕμνος τῶν Ἀγγέλων, «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ...». Ἡ συνέχεια τῆς Εὐχῆς ἀναφέρεται στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τόν κόσμο, στήν ἀποστολή τοῦ Υἱοῦ Του γιά τή σωτηρία μας, στήν «πλήρωση» (ὁλοκλήρωση) τῆς Θείας Οἰκονομίας καί στήν παράδοση τῶν ἁγίων Μυστηρίων. δ) Οἱ Λόγοι Συστάσεως. Ἐκφωνοῦνται στή συνέχεια οἱ λόγοι, μέ τούς ὁποίους ὁ Κύριος συνέστησε τό Μυστήριο («Λάβετε, φάγετε» κ.λπ.), ἀλλά δέν γίνεται στό σημεῖο αὐτό ἡ μεταβολή, ὅπως δέχεται ἡ δυτική (ρωμαιοκαθολική) παράδοση. ε) Ἡ Ἀνάμνηση. Στό μικρό αὐτό τμῆμα τονίζεται ὅτι, τό προκείμενο Μυστήριο ἀποτελεῖ ἀνάμνηση ὁλόκληρης τῆς Θείας Οἰκονομίας, εἰδικότερα δέ παρελθόντων γεγονότων (τοῦ Σταυροῦ, τοῦ Τάφου, τῆς Ἀναστάσεως, τῆς Ἀναλήψεως), ἀλλά καί ἑνός μελλοντικοῦ: τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ! στ) Ἡ Ἐπίκληση. Στή συνέχεια ὁ Λειτουργός ἐπικαλεῖται τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «ἐφ’ ἡμᾶς», δηλ. πάνω σέ ὁλόκληρη τήν ἐκκλησιαστική Κοινότητα, καί «ἐπί τά προκείμενα δῶρα ταῦτα». Μέ τίς λέξεις «ποίησον» καί «μεταβαλών» ὁλοκληρώνεται ἡ μεταβολή τῶν προκειμένων δώρων σέ Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ «ὅλος Χριστός» κατέρχεται καί παρίσταται μεταξύ τῶν Πιστῶν Του, μέσῳ τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του, προσφέροντας τόν Ἑαυτό Του «εἰς βρῶσιν τοῖς Πιστοῖς», «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» αὐτῶν «καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέχεται τόν ὅρο «μεταβολή» γιά τήν τελείωση τοῦ Μυστηρίου, ἀντί τοῦ ὅρου «μετουσίωση» τῆς δυτικῆς παράδοσης, πού ὑπονοεῖ ἀπόπειρα κατανόησης τοῦ Μυστηρίου μέσω τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς καί, εἰδικότερα, τῆς ἀριστοτελικῆς. ζ) Τά Δίπτυχα. Στό τελευταῖο μέρος τῆς Ἀναφορᾶς γίνεται ἡ κατ’ ἐξοχήν μνημόνευση τῆς Θείας Λειτουργίας. Μνημονεύονται πρῶτα οἱ τάξεις τῶν Ἁγίων, «ἐξαιρέτως» δέ (καί ἐκφώνως) ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, οἱ κεκοιμημένοι Πιστοί, ἔπειτα οἱ ζῶντες Πιστοί, ἀρχίζοντας ἀπό τούς ἀπανταχοῦ Κληρικούς καί Μοναχούς, ἀκολουθοῦν οἱ «βασιλεῖς» (οἱ ἑκάστοτε κυβερνῶντες ἤ ἄρχοντες), «ἐν πρώτοις» (καί ἐκφώνως) ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ τόπου, στό ὄνομα τοῦ ὁποίου τελεῖται ἡ Λειτουργία, καί, τέλος, οἱ διάφορες τάξεις καί ἀνάγκες Πιστῶν (νοσοῦντες, πλέοντες, αἰχμάλωτοι, κοπιάζοντες κ.ἄ.). Ἡ ἁγία Ἀναφορά ὁλοκληρώνεται μέ τή δεύτερη μεγάλη Εὐλογία τῆς Λειτουργίας: «Καί ἔσται τά ἐλέη τοῦ μεγάλου Θεοῦ...».
(«Ὀρθοδοξία Ἑλληνισμός Ρωμηοσύνη», Πρόγραμμα
Ὀρθόδοξης Κατήχησης, Τρίπολη, Πνευματικό Κέντρο Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου
Βασιλείου Τριπόλεως, πλατεία Ἐθνάρχου Μακαρίου. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας.
Περίοδος Β΄, ἔτος 2024-2025).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου