γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025

«Αγ. Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση» 2025-6: Το φρόνημα των αγίων Αποστόλων

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Ε' τοῦ Προγράμματος Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», περιόδου Γ', ἔτους 2025-2026. 

(Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα 30ης Νοεμβρίου) 

Κείμενο: «Ἀδελφοί, 4,9 ὁ Θεός ἡμᾶς τούς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καί ἀγγέλοις καί ἀνθρώποις. 10 Ἡμεῖς μωροί διά Χριστόν, ὑμεῖς δέ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δέ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δέ ἄτιμοι. 11 Ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καί πεινῶμεν καί διψῶμεν καί γυμνητεύομεν καί κολαφιζόμεθα καί ἀστατοῦμεν 12 καί κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, 13 βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι. 14 Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ’ ὡς τέκνα μου ἀγαπητά νουθετῶ. 15 Ἐάν γάρ μυρίους παιδαγωγούς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ’ οὐ πολλούς πατέρας· ἐν γάρ Χριστῷ Ἰησοῦ διά τοῦ εὐαγγελίου ἐγώ ὑμᾶς ἐγέννησα. 16 Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε» (Α΄ Κορ. 4, 9-16).

Ἀπόδοση: «Ἀδελφοί μου, 4,9 ὁ Θεός ὅρισε ἐμᾶς τούς ἀποστόλους νά ἐμφανισθοῦμε τελευταῖοι, σάν καταδικασμένοι σέ θάνατο, γιατί γίναμε θέαμα στόν κόσμο, στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους. 10 Ἐμεῖς φαινόμεθα ἀνόητοι γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ἐσεῖς σοφοί ἀπό τόν Χριστό. Ἐμεῖς εἴμαστε ἀδύναμοι, ἐσεῖς δυνατοί. Ἐμεῖς ἀσήμαντοι, ἐσεῖς ἔνδοξοι. 11 Μέχρι αὐτή τή στιγμή καί πεινᾶμε καί διψᾶμε, καί εἴμαστε κακοντυμένοι, καί ξυλοδαρμένοι, καί περιφερόμεθα ἀπό τόπο σέ τόπο ἄστεγοι. 12 Κοπιάζουμε γιά νά ζήσουμε, ἐργαζόμενοι μέ τά ἴδια μας τά χέρια. Ὅταν μᾶς ἐμπαίζουν, ἀπαντᾶμε μέ τό καλό· ὅταν μᾶς καταδιώκουν, δείχνουμε ἀνοχή· 13 ὅταν μᾶς συκοφαντοῦν, μιλᾶμε εὐγενικά. Καταντήσαμε σάν σκουπίδια ὅλου τοῦ κόσμου· ἔσχατοι ὅλων, μέχρι αὐτή τή στιγμή! 14 Αὐτά δέν σᾶς τά γράφω γιά νά ντραπεῖτε, ἀλλά σᾶς συμβουλεύω σάν ἀγαπητά μου παιδιά. 15 Γιατί κι ἄν άκόμη ἔχετε χιλιάδες δασκάλους μέ τόν Χριστό, δέν ἔχετε ὅμως πολλούς πατέρες, γιατί ἐγώ σᾶς γέννησα γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό μέ τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου. 16 Σᾶς παρακαλῶ, λοιπόν, νά γίνεσθε μιμητές μου».

Εἰσαγωγικά: Τό ἀπόσπασμα ἀνήκει στήν Α΄ Πρός Κορινθίους ἐπιστολή τοῦ ἀπ. Παύλου. Ὁ Παῦλος ἔφτασε στήν Κόρινθο μετά τήν Ἀθήνα καί ἔμεινε ἐκεῖ 18 μῆνες (51-52 μ.Χ.). Ἦταν τότε μεγάλη πόλη (60.000 κατοίκων περίπου), πρωτεύουσα τῆς Ἀχαΐας, μέ πολύ πλοῦτο, ἐμπόριο, ἀλλά καί μεγάλη διαφθορά. Στό περιβάλλον της κυριαρχοῦσε ὁ θρησκευτικός συγκρητισμός. Ὁ ἀπ. Παῦλος ἵδρυσε ἐκεῖ μιά πολύ ζωντανή Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας τά περισσότερα μέλη ἦταν χαρισματοῦχοι. Ὡστόσο, ἀναπόφευκτα προέκυψαν καί ἐκεῖ διάφορα προβλήματα, τά ὁποῖα τόν ἀνάγκασαν νά ἀποστείλει δύο ἐκτενεῖς ἐπιστολές. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ πλουσιότερη σέ ἀριθμό θέματων τῆς Κ. Διαθήκης (διαιρέσεις, πορνεία, εἰδωλόθυτα, πνευματικά χαρίσματα, γάμος κ.ἄ.). Τό πρῶτο πρόβλημα ἦταν τά «σχίσματα». Πρόκειται γιά παρατάξεις καί διαιρέσεις, πού ὑποστήριζαν ἤ προέβαλλαν κάποιον ἀπό τούς ἀποστόλους Παῦλο, Πέτρο καί Ἀπολλώ, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ Ἀπολλώ ἦταν λόγιος καί εὐγλωττότατος, μέ τούς περισσότερους ἴσως ὀπαδούς. Γι’ αὐτό ὁ ἀπ. Παῦλος ἀναφέρεται στή «σοφία τοῦ κόσμου», στό «σκάνδαλο» τοῦ Σταυροῦ καί στή «μωρία τοῦ κηρύγματος». Μέ τήν εὐκαιρία, διδάσκει ποιά εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἀποστολικῆς ζωῆς καί ποιό τό γνήσιο ἀποστολικό φρόνημα. Ἐπιπλέον, καταλογίζει νηπιότητα στούς Κορινθίους, ἐπειδή δέν ἔχουν ἀντιληφθεῖ τήν οὐσία τοῦ ἀποστολικοῦ φρονήματος, τό ὁποῖο, βέβαια, δέν διαφέρει ἀπό τό γενικότερο χριστιανικό φρόνημα, γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος καλεῖ τούς Κορινθίους καί ὅλους νά γίνουν μιμητές του.

Ὁ Χριστός ὡς «Ἄκρα Ταπείνωσις»: Ποιό ἀκριβῶς εἶναι τό ἀποστολικό φρόνημα; Εἶναι τό φρόνημα τῆς ταπεινώσεως! Τό δέ φρόνημα τῆς ταπεινώσεως εἶναι τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ταπείνωση δέν εἶναι μιά ἀρετή ἀνεξάρτητη ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι μιά αὐτόνομη «ἀξία», κατά τή γλώσσα τῆς ἐποχῆς μας. Γιά τόν Χριστιανό, εἶναι «μίμησις» καί «ὁμοίωσις» Χριστοῦ. Τότε μόνο ἔχει οὐσία καί νόημα. Ὄντως, ὁ Χριστός «ἑαυτόν ἐκένωσε μορφήν δούλου λαβών» καί «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν», γενόμενος ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας. Μάλιστα, δέν ἀρκέστηκε στό νά γίνει ἁπλῶς «δοῦλος» καί ἀνθρωπος, ἀλλά ταπείνωσε τόν Ἑαυτό Του «μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ Σταυροῦ» (Φιλιπ. 2, 7-8), δηλ. στόν ἔσχατο βαθμό! Ἐπιπλέον, μέ τόν Θάνατό Του «κατῆλθεν ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆς» καί ἔφθασε «μέχρις ἅδου ταμείων» (μέχρι τά βάθη τοῦ ἅδη!), κατά τήν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας. μέ σκοπό τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ σύμπαντος κόσμου. Ὁλόκληρο, λοιπόν, τό μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας συντελεῖται διά τῆς θείας «συγκαταβάσεως» ἤ ταπεινώσεως, καί μάλιστα διά τῆς «ἄκρας ταπεινώσεως». Στήν Ὀρθόδοξη ἁγιογραφία ὁ Κύριος εἰκονίζεται καί ὡς «Ἄκρα Ταπείνωσις» (ἔσχατη ταπείνωση). Ὡστόσο, «ἐν τῇ ταπεινώσει αὐτοῦ, ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη» (Ἡσ. 53,8): διά τῆς ταπεινώσεώς του ὁ Χριστός ὄχι μόνο σώζει τόν κόσμο, ἀλλά καί κρίνει τόν κόσμο! Στήν ταπείνωση κρύπτεται ὅλο τό μεγαλεῖο καί ἡ παντοδυναμία τοῦ Υἰοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη εἰκονογραφία δέν θέτει στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ τήν ἐπιγραφή «Ὁ βασιλεύς τῶν Ἰουδαίων» (ὁ ὑποτιθέμενος βασιλεύς), ἀλλά τήν ἐπιγραφή «Ὁ Βασιλεύς τῆς Δόξης». Ἡ πρώτη ἀποδίδει τά φαινόμενα, τήν ἐπιφάνεια τῶν πραγμάτων καί τήν ἱστορία. Ἡ δευτερή ἀποδίδει τήν πραγματικότητα καί τήν οὐσία τοῦ προσώπου καί τοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ. Ἄν ὁ Ἑωσφόρος ἐξέπεσε ἀπό ἔπαρση καί ἐγωϊσμό, τότε μόνο μέσῳ τῆς ταπεινώσεως ἔπρεπε νά ἐπιτευχθεῖ ἡ συντριβή τοῦ διαβόλου καί μόνο μέ τήν ταπείνωση ἀποκρούονται οἱ προσβολές του στήν καθημερινή μας ζωή.

Ἡ ἑκούσια ταπείνωση τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ: Τό φρόνημα τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ (τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί, γενικά, ὅλων τῶν πιστῶν τοῦ Χριστοῦ), δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλο ἀπό τό φρόνημα τοῦ Διδασκάλου τους. Κάθε μαθητής τοῦ Χριστοῦ ὀφείλει νά ἐνδυθεῖ τήν ταπείνωση, ἡ ὁποία θά τοῦ ἐξασφαλίσει τήν κοινωνία μέ τόν Χριστό καί τή σωτηρία. Ἡ ταπείνωση ὁδηγεῖ στήν εἰλικρινή καί σώζουσα μετάνοια, ἐνῶ ἡ ἔπαρση καί ὁ ἐγωϊσμός παγιώνουν τό ἀμετανόητο φρόνημα: ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας ταυτίζει τούς σωζομένους μέ τούς μετανοοῦντες καί τούς κολαζομένους μέ τούς ἀμετανοήτους. Ἡ ταπείνωση εἶναι ἀρετή «ὑψοποιός» («ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται»!, Λουκ. 14,11): ἀνυψώνει τό κάτοχό της στά ὕψη τοῦ ἐν Χριστῷ δοξασμοῦ! Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ «συγκατάβασις» (ταπείνωση) τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἑκούσια, δηλ. δική Του ἐλεύθερη ἐπιλογή καί ὄχι προϊόν κάποιου ἐξαναγκασμοῦ, ἀφοῦ ἐπί τοῦ Χριστοῦ «οὐδέν ἠναγκασμένον» ὑπάρχει: Θέλων ὁ Χριστός «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν»! Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ἐκούσια εἶναι καί ἡ ταπείνωση τῶν μαθητῶν Του: εἶναι ἐλεύθερη ἐπιλογή τους καί συνειδητός τρόπος ζωῆς, καί ὄχι ἐπιβολή καί ἀνάγκη. Ὡστόσο, στήν περίπτωση τῶν ἀνθρώπων προκὐπτουν θλίψεις καί περιστάσεις, πού ταπεινώνουν κατ’ ἀνάγκην τόν ἄνθρωπο. Ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ τίς ἀντιμετωπίζει μέ ὑπομονή, ὡς εὐκαιρίες γιά τήν καλλιέργεια καί τήν αὔξηση τῆς ταπείνωσης. Ἐπιπλέον, ὁ ἐνδυόμενος τήν ταπείνωση ἔρχεται ἀναγκαστικά σέ ἀντίθεση μέ τό «φρόνημα τοῦ κόσμου», τό ὑπερήφανο καί ἀλλαζονικό. Ἀναγκαστικά, διακρίνεται ἀπό τόν «κόσμο» καί διαφέρει. Οἰ πιστοί τῆς Κορίνθου στήν προκειμένη περίπτωση, ὡς «νήπιοι» πνευματικά, δέν εἶχαν ἀποβάλλει πλήρως τό «φρόνημα τοῦ κόσμου», γι’ αὐτό καί δέν ταυτίζονται ἀπόλυτα μέ τόν ἀπ. Παῦλο. Ἀντίθετα, εἶναι «φρόνιμοι», «ἰσχυροί», «ἔνδοξοι», δέν πεινοῦν, δέν διψοῦν, δέν λοιδοροῦνται, δέν διώκονται κ.λπ. Ὁ Ἀπόστολος τούς καλεῖ νά ἀποβάλλουν αὐτό τό φρόνημα, προοδεύοντες «εἰς ἄνδρα τέλειον»: «μιμηταί μου γίνεσθε»!

Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ὡς Πατέρες: Ὁ ἀπ. Παῦλος, ἐπισημαίνοντας προβλήματα καί ἀδυναμίες, δέν προσβάλλει, οὔτε ὑποτιμᾶ. Ἐνεργεῖ μέ διάκριση. Θεραπεύει, ὅπως ἕνας ἔμπειρος ἰατρός, καί συμβουλεύει, ὅπως ὁ πατέρας τά ἀγαπημένα του παιδιά. Γενικά, ὁ ρόλος τοῦ πατέρα εἶναι διαφορετικός ἀπό αὐτόν τοῦ δασκάλου. Δάσκαλοι ὑπάρχουν πολλοί, πατέρες ὅμως ὄχι. Τό ὅτι ἔχουμε ἕναν μόνο Πατέρα, τόν «ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 23,9), δέν σημαίνει ὅτι στερούμεθα πατέρων ἐδῶ στή γῆ. Ὁ ὅρος «πατέρας» εἶναι πολυσήμαντος: ἄλλος εἶναι ὁ οὐράνιος Πατέρας μας, ἄλλος ὁ φυσικός πατέρας μας καί ἄλλος ὁ πνευματικός πατέρας μας. Ὁ ἐπίγειος πατέρας εἶναι πατέρας μας «κατά φύσιν». Ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι Πατέρας μας «κατά χάριν» (ἔχουμε λάβει τήν υἱοθεσία, ὡς δωρεά καί ὅσο εἴμαστε ἑνωμένοι μέ τόν «κατά φύσιν» Υἱό Του, τόν Ἰησοῦ Χριστό). Ὁ πνευματικός πατέρας (ὡς ἄλλος Μωϋσῆς) εἶναι ὁδηγός «εἰς Χριστόν» (ὁδηγεῖ στόν Χριστό). Μέ αὐτή τήν ἔννοια, ὁ ἀπ. Παῦλος, ὡς πνευματικός πατέρας, εἶναι ὄντως πατέρας, ὅπως ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι καί ὅπως οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων, οἱ Κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι σώζει ὁ ἵδιος ἤ «γεννᾶ» ὁ ἴδιος στή νέα πνευματική ζωή, ἀλλά «γεννᾶ» «διά τοῦ Εὐαγγελίου» (4,15) καί, βέβαια, διά τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας (Βαπτίσματος, Θείας Εὐχαριστίας κ.ἄ.), διά τῶν ὁποίων ἐνεργεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅπως «διά τοῦ Εὐαγγελίου» καί διά τῶν Μυστηρίων «γεννοῦν» καί οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων Κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας. 

(«Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», Πρόγραμμα Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας. Περίοδος Γ΄, ἔτος 2025-2026).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου