ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Θ΄
ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ
PORTO
ALEGRE ΒΡΑΖΙΛΙΑΣ, 14-23 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2006
ΚΕΙΜΕΝΟ
ΕΠΙ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ:
«ΚΛΗΘΕΙΣΕΣ
ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ»
(«CALLED TO BE THE ONE CHURCH»)
Mετάφραση:
Δέσποινα Μ.
Καλογεράκη, Δρ Θεολογίας
(Οἱ λέξεις μέσα σέ
ἀγκύλες
εἶναι προσθήκη τῆς
μεταφράστριας).
Ἕνα κάλεσμα πρός ὅλες
τίς Ἐκκλησίες γιά νά ἀνανεώσουν τήν δέσμευσή τους πρός τήν ἐπίτευξη τῆς
ἑνότητας καί νά ἐμβαθύνουν τόν μεταξύ τους διάλογο.
Οἱ συνελεύσεις τοῦ ΠΣΕ
ἔχουν υἱοθετήσει κείμενα τά ὁποῖα προβάλλουν μιά προοπτική, ἤ καί προσδιορίζουν
τό ποιόν τῆς «ἐπιδιωκόμενης ἑνότητας».(1) Ἡ Ἔνατη Συνέλευση, πού συνῆλθε στό
Πόρτο Ἀλέγκρε, διαπνεόμενη ἀπό τίς ἀρχές τῶν ἐν λόγῳ κειμένων, ἀποδέχτηκε τό
παρόν κείμενο ἐνθαρρύνοντας τίς Ἐκκλησίες νά συνεχίσουν τήν συμπόρευσή τους
πρός τήν ἐπίτευξη τῆς πλήρους ὁρατῆς ἑνότητας.
Ὁ σκοπός τῆς
παρότρυνσης αὐτῆς πρός τίς Ἐκκλησίες εἶναι διττός: α) Νά ἀντικατοπτρίσει τί
πιθανόν θά μποροῦσαν οἱ ἐκκλησίες νά ἐπισημάνουν ἀπό κοινοῦ πάνω σέ διάφορα
σοβαρά θέματα πού ἀφοροῦν στήν Ἐκκλησία, στό σημεῖο αὐτό τοῦ ταξιδιοῦ τοῦ
οἰκουμενικοῦ διαλόγου καί β) νά προσκαλέσει τίς ἐκκλησίες σέ ἕναν διάλογο ἐπί νέοις
ὅροις, - [ἕναν διάλογο] ἀμοιβαίως ὑποστηρικτικό ἀλλά καί συγχρόνως ἀνοικτό καί
διερευνητικό - σχετικά μέ τήν ποιότητα καί τόν βαθμό τῆς ἀδελφοσύνης καί
(ἐπι)κοινωνίας τους, καί σχετικά μέ τά θέματα πού ἀκόμη διχάζουν τίς
ἐκκλησίες.(2)
Ι.
1. Ἐμεῖς, οἱ
ἐκλεγμένοι ἐκπρόσωποι τῆς Ἔνατης Συνέλευσης τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν
Ἐκκλησιῶν, εὐχαριστοῦμε τόν ἐν Τριάδι Θεό, τόν Πατέρα, τόν Υἱό καί τό Ἅγιο
Πνεῦμα, πού ἔφερε τίς ἐκκλησίες μας σέ ζωντανή ἐπαφή καί διάλογο. Χάριτι Θεοῦ
εἴμαστε ἀκόμη σέ θέση νά παραμένουμε ἑνωμένοι, ἀκόμη καί ὅταν αὐτό εἶναι
δύσκολο. Ἔχουν γίνει πολλές σημαντικές προσπάθειες νά ξεπεραστοῦν οἱ διαφορές
μας. Εἴμαστε «μιά ἀδελφότητα ἐκκλησιῶν πού ὁμολογοῦν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ὡς
Θεό καί Σωτῆρα σύμφωνα μέ τίς γραφές, καί γιά τόν λόγο αὐτό, ἐπιζητοῦμε νά
ἐκπληρώσουμε τήν κοινή μας κλήση [νά συμμετέχουμε] στήν δόξα τοῦ ἑνός Θεοῦ, τοῦ
Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».(3) [Σᾶς] Ἐπαναβεβαιώνουμε ὅτι «ὁ
πρωταρχικός στόχος τῆς κοινωνίας τῶν ἐκκλησιῶν στό Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν,
εἶναι νά προσκαλέσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο σέ μιά ὁρατή ἑνότητα ἐν μιᾷ Πίστει καί
σέ μιά εὐχαριστιακή κοινωνία ἐκφραζομένη, μέσα ἀπό τή λατρεία καί τήν κοινή ζωή
ἐν Χριστῷ, μέσα ἀπό τή μαρτυρία καί διακονία στόν κόσμο, καί ἀσφαλῶς,
[πρωταρχικός μας στόχος εἶναι] νά προχωρήσουμε σέ αὐτή τήν ἑνότητα ὥστε νά
προσελκύσουμε τόν κόσμο στήν Πίστη.(4) Οἱ συνεχεῖς διαιρέσεις [μεταξύ τῶν
ἐκκλησιῶν] εἶναι πραγματικά τραύματα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, μέ ἀποτέλεσμα τό
ἔργο τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο νά πάσχει.
2. Οἱ Ἐκκλησίες πού
εἶναι μέλη τοῦ ΠΣΕ, παραμένουν ἀφοσιωμένες ἡ μία στήν ἄλλη στόν δρόμο πρός τήν
ἐπίτευξη πλήρους ὁρατῆς ἑνότητας. Αὐτή ἡ ἀφοσίωση εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ ἐλεήμονος
Κυρίου μας. Ἡ Ἑνότητα εἶναι ταυτόχρονα καί ἕνα θεῖο δῶρο καί θεϊκή κλήση. Οἱ
ἐκκλησίες μας ἔχουν διαβεβαιώσει ὅτι ἡ ἑνότητα γιά τήν ὁποία προσευχόμαστε,
ἐλπίζουμε καί ἐργαζόμαστε δέν εἶναι παρά [α] «μιά κοινωνία δεδομένη καί
ἐκπεφρασμένη διά τῆς κοινῆς ὁμολογίας τῆς Ἀποστολικῆς Πίστεως, [β] μιά κοινή
μυστηριακή ζωή στήν ὁποία εἰσερχόμαστε διά τοῦ ἑνός βαπτίσματος, καί στήν ὁποία
μετέχουμε μέσα στίς εὐχαριστιακές μας συνάξεις, [γ] μιά κοινή ζωή στήν ὁποία τά
[ἁπλά] μέλη καί οἱ ἱερωμένοι χαίρουν ἀμοιβαίας ἀναγνώρισης καί συμφιλίωσης καί
[δ] μιά κοινή ἀποστολή ἡ ὁποία δίδει μαρτυρία γιά τό εὐαγγέλιο τῆς χάριτος τοῦ
Θεοῦ, σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ὑπηρετεῖ συγχρόνως τήν δημιουργία στήν
ὁλότητά της».(5) Ἔτσι νοεῖται ἡ κοινωνία τήν ὁποία καλοῦνται νά βιώνουν οἱ κατά
τόπους ἐκκλησίες καί νά εἶναι σέ θέση νά ἀποδέχονται ἐνδεχομένως ἡ μία τήν
συμβουλή τῆς ἄλλης. Ἔχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας, ἐφ’ ὅσον μαζί ἐπιδιώκουμε
νά ἀντιληφθοῦμε τό νόημα τῆς ἑνότητας καί καθολικότητας καθώς καί τήν σημασία
τοῦ βαπτίσματος.
ΙΙ.
3. Ὁμολογοῦμε Μία,
Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ὅπως αὐτή ὁρίζεται ἀπό τό σύμβολο
Νίκαιας-Κων/πολης (381). Ἡ μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιά εἰκόνα τῆς
ἑνότητας τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ, καί τῆς κοινωνίας τῶν θείων Προσώπων τῆς Τριάδος.
Ἡ Ἁγία Γραφή περιγράφει τήν κοινωνία τῶν Χριστιανῶν ὡς τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ τοῦ
ὁποίου ἡ ποικιλομορφία εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν ὁλότητά του: «Τώρα ὑπάρχουν
ποικιλίες χαρισμάτων, ἀλλά τό Πνεῦμα εἶναι τό ἴδιο καί ὑπάρχουν ποικιλίες
διακονιῶν, ἀλλά ὁ Κύριος εἶναι ὁ ἴδιος. Καί διάφορα εἴδη ἐνεργειῶν ὑπάρχουν,
ἀλλά ὁ Θεός εἶναι ὁ ἴδιος πού ἐνεργεῖ ὅλα σέ ὅλους. Στόν καθένα δίνεται ἡ
φανέρωση τοῦ Πνεύματος γιά τό καλό ὅλων» (Α΄ Κορ. 12, 4-7).(6) Ἔτσι, ὄντας ὁ
λαός τοῦ Θεοῦ, τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καί ὁ ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ Ἐκκλησία
καλεῖται νά καταστήσει φανερή τήν μοναδικότητά της μέσα ἀπό τήν πλούσια ποικιλομορφία
της.
4. Ἡ Ἐκκλησία ὡς
κοινωνία τῶν πιστῶν, γεννήθηκε ἀπό τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, δεδομένου ὅτι διά τῆς
ἀκοῆς τοῦ μηνύματος τοῦ εὐαγγελίου, καί διά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματός
Του, γεννᾶται ἡ Πίστις (Ρωμ. 10,17). Ἐπειδή ἀκριβῶς τά καλά νέα πού ἀναγγέλθηκαν
γιά νά ἀφυπνιστεῖ ἡ Πίστη δέν εἶναι παρά τά καλά νέα πού παραλάβαμε ἀπό τούς
ἀποστόλους, ἡ Ἐκκλησία πού ἱδρύθηκε εἶναι ἀποστολική. Θεμελιωμένη στούς
ἀποστόλους καί τούς προφῆτες ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τό οἰκητήριο τοῦ Θεοῦ, ἕναν
ἱερό ναό ἐντός τοῦ ὁποίου ζεῖ καί ἐνεργεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Διά τῆς δυνάμεως τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος οἱ πιστοί αὐξάνουν σέ ναό ἅγιο ἐν Κυρίῳ (Ἐφ. 2, 21-22).(7)
5. Σᾶς διαβεβαιώνουμε
ὅτι ἡ Πίστη τῆς Ἐκκλησίας ὅπως αὐτή ἐκφράστηκε ἀπό τούς Ἀποστόλους εἶναι μία,
ὅπως ἀκριβῶς ἕνα εἶναι καί τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Παρά ταῦτα, εἶναι θεμιτό ἡ
Πίστη αὐτή νά διατυπώνεται μέ διαφορετικούς τρόπους. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας, ὡς
μία νέα ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι μία. Ἐν τούτοις, ἐξελίσσεται μέσα ἀπό διάφορα
χαρίσματα καί διακονίες. Μία εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐκφράζεται μέ
διαφορετικές ἀνθρώπινες προσδοκίες. Ἀναγνωρίζουμε ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ στήν σχέση
τῆς Ἐκκλησίας μέ τίς ἐκκλησίες, ὑπάρχουν διαφορετικές ἐκκλησιολογικές
προσεγγίσεις καί ποικιλία ἀντιλήψεων. Μερικές διαφορές ἐκφράζουν τήν Χάρη τοῦ
Θεοῦ καί τήν ἀγαθότητά Του. Αὐτές θά πρέπει νά προβάλλονται ἐν χάριτι Θεοῦ, διά
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάποιες ἄλλες ὅμως διαφορές διαιροῦν τήν Ἐκκλησία. Αὐτές
θά πρέπει νά ὑπερνικηθοῦν διά τῶν καρπῶν τοῦ Πνεύματος, τῆς πίστεως, τῆς
ἐλπίδος καί τῆς ἀγάπης, ἔτσι ὥστε ἐν τέλει νά μήν ἐπικρατήσουν τάσεις
ἀποκλεισμοῦ καί διαχωρισμοῦ. «Τό σχέδιο» τοῦ Θεοῦ, «ὅταν ἔλθει τό πλήρωμα τοῦ
χρόνου, εἶναι νά ἑνωθοῦν ὅλα ἐν Αὐτῷ» (Ἐφ. 1,10), ἐναρμονίζοντας ἔτσι ὅλες τίς
διαφορές. Ὁ Θεός καλεῖ τόν λαό του ἐν ἀγάπῃ στήν προβολή [τῶν διαφορῶν πού
ἑνώνουν] καί ἐπανεκτίμηση [τῶν διαφορῶν πού διχάζουν], στόν δρόμο πρός τήν
πληρότητα τῆς κοινωνίας.
6. Ἡ καθολικότητα τῆς
Ἐκκλησίας ἐκφράζει τήν πληρότητα, ἀκεραιότητα καί ὁλότητα τῆς ζωῆς της, ἐν
Χριστῷ, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ ὅλες τίς ἐποχές καί σέ ὅλους τούς χώρους.
Αὐτό τό μυστήριο ἐκφράζεται σέ κάθε κοινότητα βαπτισμένων πιστῶν, ὅπου ἡ
ἀποστολική Πίστη ὁμολογεῖται ἀλλά καί βιώνεται, τό εὐαγγέλιο κηρύττεται, καί τά
μυστήρια ἐπιτελοῦνται. Κάθε ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἐκκλησία καθολική καί ὄχι ἁπλά ἕνα
μέρος της. Κάθε ἐκκλησία εἶναι ἡ Ἐκκλησία καθολική, ἀλλά ὄχι στήν ὁλότητά της.
Κάθε ἐκκλησία ἐκπληρώνει τήν καθολικότητά της ὅταν εἶναι σέ κοινωνία μέ τίς
ἄλλες ἐκκλησίες. Σᾶς διαβεβαιώνουμε ὅτι ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας ἐκφράζεται
πιό ξεκάθαρα μέ τήν κοινή συμμετοχή στήν θεία κοινωνία καί μέ τήν ἀμοιβαία
ἀναγνώριση-ἀποδοχή καί συμφιλίωση μεταξύ τῶν μελῶν τοῦ κλήρου.
7. Ἡ σχέση μεταξύ τῶν
ἐκκλησιῶν χαρακτηρίζεται ἀπό μιά δυναμική ἀλληλεπίδραση. Κάθε ἐκκλησία καλεῖται
νά δίδει καί νά λαμβάνει δωρεές μέ πνεῦμα ἀμοιβαίας ὑπευθυνότητας. Κάθε
ἐκκλησία πρέπει νά ἀντιλαμβάνεται ὅλα ὅσα εἶναι ἐφήμερα στήν ζωή της καί νά
ἔχει τό θάρρος νά τό ἀναγνωρίσει στίς ἄλλες ἐκκλησίες. Ἀκόμη καί σήμερα, ὅταν ἡ
κοινή συμμετοχή στήν εὐχαριστία δέν εἶναι δυνατή, διηρημένες ἐκκλησίες
ἐκφράζουν ἀμοιβαία ὑπευθυνότητα καί ἐπιδεικνύουν τήν καθολικότητα πού τίς
διακρίνει, ὅταν προσεύχονται ἡ μία γιά τήν ἄλλη, ὅταν μοιράζονται τά ἀγαθά,
ἀλληλοβοηθοῦνται σέ περιόδους δύσκολες, παίρνουν ἀπό κοινοῦ ἀποφάσεις,
ἐργάζονται γιά τήν ἐπικράτηση τῆς δικαιοσύνης, τῆς συμφιλίωσης καί τῆς εἰρήνης
καί θεωροῦν ἡ μία τήν ἄλλη ὑπόλογη ὅσον ἀφορᾶ τήν ἔννοια τῆς μαθητείας πού
ἐνέχεται στό βάπτισμα, καί παρά τίς ὅποιες διαφορές, ἐπιμένουν στόν διάλογο,
ἀρνούμενοι τό «δέν σᾶς ἔχω ἀνάγκη» (Α΄ Κορ. 12,21). Ὅταν ἀπομακρυνόμαστε ὁ ἕνας
ἀπό τόν ἄλλο, γινόμαστε φτωχότεροι.
ΙΙΙ.
8. Ὅλοι οἱ
βεβαπτισμένοι ἐν Χριστῷ, εἶναι ἑνωμένοι στό Σῶμα του: «Ἔχουμε λοιπόν ταφεῖ μαζί
του διά τοῦ βαπτίσματος εἰς τόν θάνατον, ὥστε, ὅπως ὁ Χριστός ἀναστήθηκε ἐκ τῶν
νεκρῶν διά τῆς δόξης τοῦ Πατρός, ἔτσι καί ἐμεῖς μποροῦμε νά ζήσουμε μιά νέα
ζωή» (Ρωμ. 6,4). Κατά τό βάπτισμα, τό Πνεῦμα ἁγιάζει τούς πιστούς μέ τήν
ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ. Τό βάπτισμα ὡς μέσο πού μᾶς ἑνώνει μέ τόν Χριστό, καλεῖ
τίς ἐκκλησίες νά εἶναι ἀνοικτές καί εἰλικρινεῖς μεταξύ τους, ἀκόμη καί ὅταν
αὐτό εἶναι δύσκολο στήν ἐφαρμογή του: «Ὁμολογοῦντες τήν ἀλήθεια ἐν ἀγάπῃ, ἄς
αὐξάνουμε μέ κάθε τρόπο εἰς αὐτόν πού εἶναι ἡ κεφαλή, δηλαδή τόν Χριστό» (Ἐφ.
4,15). Τό βάπτισμα δίδει ὡς δωρεά στίς ἐκκλησίες τήν ἐλευθερία ἀλλά καί τήν
εὐθύνη νά πορευθοῦν ἀπό κοινοῦ πρός τό κήρυγμα τοῦ Λόγου, τήν ὁμολογία μιᾶς
Πίστεως, τήν τέλεση τῆς Εὐχαριστίας, καί τήν κοινή μετοχή στήν διακονία τῆς
ἱεροσύνης. Ὑπάρχουν μερικοί πού δέν χρησιμοποιοῦν νερό στήν ἱεροτελεστία τοῦ
βαπτίσματος, ἀλλά μετέχουν στήν πνευματική ἐμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.(8)
9. Τό ὅτι ὅλοι μας,
ἀπό κοινοῦ, ἀνήκουμε στόν Χριστό διά τοῦ βαπτίσματος εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός
καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, δίδει τήν δυνατότητα στίς ἐκκλησίες καί
τίς καλεῖ νά συμβαδίσουν, ἀκόμη καί ὅταν διαφωνοῦν. Διαβεβαιώνουμε ὅτι ὑπάρχει
ἕνα βάπτισμα, ὅπως ἀκριβῶς ὑπάρχει ἕνα σῶμα καί ἕνα Πνεῦμα, μία ἐλπίδα τῆς
κλήσεώς μας, ἕνας Κύριος, μία Πίστη, ἕνας Θεός καί Πατέρας ὅλων μας (βλ. Ἐφ. 4,
4-6). Ἐν χάριτι Θεοῦ, διά τοῦ βαπτίσματος καταδεικνύεται ὅτι ἀνήκουμε ὁ ἕνας
στόν ἄλλον, παρά τό γεγονός ὅτι κάποιες ἐκκλησίες δέν εἶναι ἀκόμη σέ θέση νά
ἀναγνωρίσουν ἄλλες ὡς Ἐκκλησία μέ τήν πλήρη ἔννοια τῆς λέξης. Ἄς θυμηθοῦμε τά
λόγια τῆς Δήλωσης τοῦ Τορόντο, ὅπου οἱ ἐκκλησίες-μέλη τοῦ ΠΣΕ διαβεβαιώνουν ὅτι
«ἡ μετοχή στήν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πληρέστερη ἀπό τήν μετοχή στό σῶμα
τῆς δικῆς τους ἐκκλησίας. Ἑπομένως, ἐπιδιώκουν νά ἐπιτύχουν μιά ζωντανή ἐπαφή
μέ ἐκείνους πού βρίσκονται ἔξω ἀπό τά ὅρια της δικῆς τους ἐκκλησίας καί
ὁμολογοῦν τόν Χριστό ὡς Κύριο».(9)
ΙV.
10. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς
δημιούργημα τοῦ Λόγου καί τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα μυστήριο, σημεῖο,
καί ὄργανο ταγμένο γιά τήν σωτηρία τοῦ κόσμου σύμφωνα μέ τό σχέδιο του Θεοῦ. Ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ ἐκφράζεται μέ τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τῆς ἁμαρτίας, πού
συνέβαλε στήν θεραπεία καί ὁλοκλήρωση τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἡ Βασιλεία τοῦ
Θεοῦ μπορεῖ νά γίνει ἀντιληπτή σέ μιά κοινότητα πού συμφιλιώνει καί
συμφιλιώνεται, μιά κοινότητα πού καλεῖται νά καθαγιαστεῖ: Μιά κοινότητα πού
ἀγωνίζεται νά ὑπερνικήσει διακρίσεις πού ἐκφράζονται ἀπό ἁμαρτωλές κοινωνικές
δομές, καί ἐργάζεται γιά τήν ὑπερπήδηση τῶν διαιρέσεων στήν ἴδια της τήν ζωή
καί γιά τήν θεραπεία καί ἑνότητα στήν ἀνθρώπινη κοινότητα. Ἡ Ἐκκλησία συμμετέχει
στήν διακονία συμφιλίωσης τοῦ Χριστοῦ, πού ἐκένωσε ἑαυτόν, ὅταν ἐπιτελεῖ τήν
ἀποστολή της, ἐπιβεβαιώνοντας καί ἀνανεώνοντας τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σέ ὅλη τήν
ἀνθρωπότητα, δουλεύοντας στό πλάι ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἔχασαν τήν ἀνθρώπινη
ἀξιοπρέπεια λόγω τῆς οἰκονομικῆς, πολιτικῆς καί κοινωνικῆς περιθωριοποιήσεώς
τους.
11. Τό ἱεραποστολικό
ἔργο εἶναι ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ζωῆς τῆς ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία διά τῆς
ἀποστολῆς της ἐκφράζει τήν κλήση της γιά τήν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν
προσφορά τοῦ ζωντανοῦ Χριστοῦ σέ ὅλη τήν δημιουργία. Οἱ ἐκκλησίες ζοῦν μεταξύ
λαῶν ἄλλων πεποιθήσεων καί ἰδεολογιῶν. Ὡς τό ὄργανο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι
κυρίαρχος σέ ὅλη τήν κτίση, ἡ Ἐκκλησία καλεῖται νά ἔλθει σέ διάλογο καί
συνεργασία μέ αὐτούς, ὥστε μέ τήν ἀποστολή της νά συμβάλλει στήν ὠφέλεια ὅλων
τῶν δημιουργημάτων καί στήν εὐημερία τῆς γῆς. Ὅλες οἱ ἐκκλησίες καλοῦνται νά
ἀγωνιστοῦν κατά τῆς ἁμαρτίας σέ ὅλες της τίς ἐκδηλώσεις. Τῆς ἁμαρτίας πού εἶναι
μέσα τους ἀλλά καί στό περιβάλλον τους. Καλοῦνται ὅλες οἱ ἐκκλησίες νά
ἐργαστοῦν μέ τούς ἄλλους γιά νά καταπολεμήσουν τήν ἀδικία, νά ἁπαλύνουν τόν
ἀνθρώπινο πόνο, νά ὑπερνικήσουν τήν βία καί νά διασφαλίσουν τήν πληρότητα τῆς
ζωῆς ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
V.
12. Καθ’ ὅλη τήν
διάρκεια τῆς ἱστορίας του, τό ΠΣΕ ἔχει ὑπάρξει προνομιοῦχο μέσον διά τοῦ ὁποίου
οἱ ἐκκλησίες εἶχαν τήν εὐκαιρία νά ἀκούσουν ἡ μία γιά τήν ἄλλη καί νά
συζητήσουν θέματα πού ἀποτελοῦν πρόκληση γιά τίς ἐκκλησίες καί συνιστοῦν
κίνδυνο γιά τήν ἀνθρωπότητα. Διοργανώνοντας πολυμερεῖς καί διμερεῖς διαλόγους,
οἱ ἐκκλησίες, στά πλαίσια τῆς οἰκουμενικῆς κίνησης, ἔχουν ἀσχοληθεῖ
διερευνητικά μέ ζητήματα πού τίς διχάζουν. Ἀκόμη καί μετά ἀπό αὐτές τίς
προσπάθειες οἱ ἐκκλησίες δέν εἶναι πάντα σέ θέση νά παραδεχτοῦν τήν ἀμοιβαία
εὐθύνη πού φέρουν ἡ μία πρός τήν ἄλλη, καί δέν ἀναγνωρίζουν πάντοτε τήν ἀνάγκη
νά λογοδοτήσουν ἡ μία στήν ἄλλη γιά τήν Πίστη τους, τήν ζωή τους καί τήν
μαρτυρία τους, ὅπως ἐπίσης καί νά διασαφηνίσουν τά σημεῖα ἐκεῖνα πού τίς
διχάζουν. Ἔχοντας ὑπ’ ὄψιν τήν ἐμπειρία τῆς ζωῆς πού ἤδη μοιραζόμαστε καί τά ἐπιτεύγματα
τῶν πολυμερῶν καί διμερῶν αὐτῶν διαλόγων, εἶναι καιρός νά κάνουμε μαζί σταθερά
βήματα μπροστά.
13. Οὕτως ἐχόντων τῶν
πραγμάτων, ἡ Ἔνατη Συνέλευση προσκαλεῖ τό ΠΣΕ νά ἐξακολουθήσει νά διευκολύνει
τήν εἰς βάθος διεξαγωγή συζητήσεων μεταξύ τῶν διαφόρων ἐκκλησιῶν. Ἐπίσης,
προσκαλοῦμε ὅλες τίς ἐκκλησίες μας νά ἀναλάβουν τό δύσκολο ἔργο τῆς εἰλικρινοῦς
ἀποτίμησης τῆς σχέσεως τῆς δικῆς τους Πίστης καί ὀργανωτικῆς τάξεως μέ αὐτές
τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν. Ζητοῦμε ἀπό κάθε ἐκκλησία νά διευκρινίσει τά κριτήρια τά
ὁποῖα μορφοποιοῦν καί πιστοποιοῦν ἀκόμη, τήν σχέση της μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες.
Ἄν μιλήσουν εἰλικρινά γιά τίς ὁμοιότητες, διαφωνίες καί διαφορές τους, ὅλες οἱ
ἐκκλησίες θά βοηθηθοῦν στό ἔργο τους γιά ἐξασφάλιση τῆς εἰρήνης καί τήν
προώθηση τῆς κοινῆς ζωῆς τους.
14. Μέ ἀπώτερο σκοπό
τήν ἐπίτευξη τῆς πλήρους ὁρατῆς ἑνότητάς τους, οἱ ἐκκλησίες καλοῦνται νά
προσεγγίσουν θέματα πού ἐπανειλημμένως τίς ἀπασχολοῦν, μέ νέες καί
ἀποδοτικότερες μεθόδους. Μεταξύ τῶν θεμάτων πού χρήζουν συνεχοῦς διαλόγου ἀπό
τίς ἐκκλησίες εἶναι τά ἑξῆς:
α) Σέ ποιό βαθμό θά
μποροῦσε ἡ δική σας ἐκκλησία νά ἐντοπίσει τήν πιστή ἔκφραση τῆς ἀποστολικῆς
Πίστεως στήν δική της ζωή, προσευχή, καί μαρτυρία καθώς καί σέ αὐτή τῶν ἄλλων
ἐκκλησιῶν;
β) Σέ ποιές ὄψεις τῆς
ζωῆς καί τῆς Πίστεως τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν, ἐντοπίζει ἡ δική σας ἐκκλησία, τήν
ἀφοσίωσή τους στόν Χριστό;
γ) Ἀναγνωρίζει ἡ δική
σας ἐκκλησία στήν ζωή τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν, μιά κοινή πρακτική μύησης στό
Χριστιανισμό, πού νά θεμελιώνεται στό βάπτισμα;
δ) Γιατί πιστεύει ἡ
ἐκκλησία σας ὅτι εἶναι ἀπαραίτητο, ἤ ἐπιτρεπτό, ἤ καί ἀδύνατο νά συμμετέχει στό
Δεῖπνο τοῦ Κυρίου μαζί μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες;
ε) Μέ ποιούς τρόπους
εἶναι ἡ ἐκκλησία σας σέ θέση νά ἀναγνωρίζει τίς διατεταγμένες ἱερατικές
διακονίες τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν;
στ) Σέ ποιό βαθμό εἶναι
ἡ ἐκκλησία σας σέ θέση νά συμμετάσχει στήν πνευματικότητα τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν;
ζ) Πῶς σκοπεύει ἡ
ἐκκλησία σας νά συνεργαστεῖ μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες, γιά τήν ἐπίλυση προβλημάτων
ὅπως κοινωνικῶν καί πολιτικῶν ἡγεμονιῶν, διώξεων, καταπίεσης, φτώχειας καί βίας;
η) Σέ ποιό βαθμό
ὑπάρχουν κοινά σημεῖα μεταξύ τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν καί τῆς ἐκκλησίας σας ὅσον
ἀφορᾶ στήν [ἱερ]αποστολική ἀποστολή στόν κόσμο;
θ) Σέ ποιό βαθμό
ὑπάρχουν κοινά σημεῖα μεταξύ τῆς ἐκκλησίας σας καί τῶν ἄλλων ἐκκλησιῶν ὅσον
ἀφορᾶ στήν διατύπωση τῆς Πίστης καί στήν θεολογική ἐκπαίδευση;
ι) Πόσο πλήρης θά
μποροῦσε νά εἶναι ἡ συμπροσευχή τῆς ἐκκλησίας σας μέ τίς ἄλλες ἐκκλησίες;
Ἡ ἐνασχόληση μέ τά
ἐρωτήματα αὐτά ἀποτελεῖ πρόκληση γιά τίς ἐκκλησίες, ὥστε νά ἀποδεχθοῦν ὅτι
κάποιες ὄψεις τῆς ζωῆς τους ἀπαιτοῦν ἀνανέωση, ἀλλά καί νά ἀξιοποιήσουν νέες
εὐκαιρίες γιά τήν ἐμβάθυνση τῶν σχέσεών τους μέ τίς ἐκκλησίες πού ἀκολουθοῦν
ἄλλες παραδόσεις.
VΙ.
15. Οἱ ἐκκλησίες μας
ταξιδεύουν μαζί στόν διάλογο καί στήν κοινή δράση, ἔχοντας τήν πεποίθηση ὅτι ὁ
ἀναστημένος Χριστός θά συνεχίσει νά ἀποκαλύπτεται, ὅπως ἔκανε καί στήν
περίπτωση τῆς κλάσης τοῦ ἄρτου στούς Ἐμμαούς, καί ὅτι θά ἀποκαλύψει τό βαθύτερο
νόημα τῆς ἀδελφοσύνης καί κοινωνίας (Λουκ. 24, 13-35). Ἔχοντας ἐπισημάνει τήν
πρόοδο πού ἐπιτεύχθηκε στά πλαίσια της οἰκουμενικῆς κίνησης, παροτρύνουμε τίς
ἐκκλησίες μας νά συνεχίσουν νά βαδίζουν σέ αὐτό τό δύσβατο ἀλλά χαροποιό
μονοπάτι, ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στόν Θεό Πατέρα, τόν Υἱό καί στό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ
Χάρις τοῦ ὁποίου μεταμορφώνει τίς προσπάθειές μας αὐτές πρός ἐπίτευξη τῆς
ἑνότητας, σέ καρπούς κοινωνίας.
Ἄς [δώσουμε προσοχή
γιά νά] ἀκούσουμε τί λέει τό Πνεῦμα στίς ἐκκλησίες! [Ἀποκ. 3,6]
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ἡ παροῦσα Πρόσκληση
πρός τίς Ἐκκλησίες ἐκπονήθηκε μετά ἀπό πρόταση τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ ΠΣΕ
(2002), στά πλαίσια διαδικασιῶν πού ὀργανώθηκαν ἀπό τήν ἐπιτροπή Πίστεως καί
Τάξεως τοῦ Συμβουλίου. Ἡ πρόσκληση γράφτηκε σέ πρώτη φάση, στήν Λευκωσία τῆς
Κύπρου τό 2004. Ἀναθεωρήθηκε (βάσει ἐκτεταμένων σχολίων κυβερνητικῶν ἐπιτροπῶν
τοῦ ΠΣΕ, τῶν ἐπιτροπῶν Πίστεως καί Τάξης, καθώς καί τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς
καί τῆς Ἐπιτροπῆς Εἰδικῶν Ὑποθέσεων), σέ μιά δεύτερη συνάντηση στήν Λευκωσία
τόν Μάιο τοῦ 2005. Ἡ ἐπιτροπή Πίστεως καί Τάξεως ἐκ μέρους του ΠΣΕ ἐκφράζει τίς
εὐχαριστίες της στήν ἐκκλησία τῆς Κύπρου, γιά τήν φιλοξενία τῶν προκαταρκτικῶν
αὐτῶν συναντήσεων. Τά τελικά συμπεράσματα ἐξήχθησαν σέ μιά συνάντηση τῆς
ἐπιτροπῆς πού ἔλαβε χώρα στόν Ἅγιο Νικόλαο Κρήτης τόν Ἰούνιο του 2005.
2. Γιά τήν προώθηση
αὐτῆς τῆς προσπάθειας, οἱ ἐπιτροπές Πίστεως καί Τάξεως ἔχουν ἐκπονήσει καί
ἀποστείλει στίς ἐκκλησίες ἕνα καινούριο Ἔγγραφο Μελέτης, «Ἡ Φύση καί Ἀποστολή
τῆς Ἐκκλησίας: Ἕνα βῆμα πρός μιά κοινή Δήλωση», Ἐπιτροπή Πίστεως καί Τάξεως,
Ἔγγραφο Ἀρ. 198.
3. Ἡ Βάση (Σύνταγμα,
Ι).
4. Ἐπιδιώξεις καί
Λειτουργίες, ΠΣΕ (Σύνταγμα, ΙΙΙ).
5. «Ἡ Ἑνότητα τῆς
Ἐκκλησίας ὡς Κοινωνίας: Χάρισμα καί Κλήση», Δήλωση Καμπέρας, 2.1.
6. Οἱ παραπομπές ἀπό
τήν Γραφή πού περιλαμβάνονται στό κείμενο εἶναι ἀπό τήν New Revised Standard
Version of the Bible, © 1989, 1995.
7. Ἡ Φύση καί ἡ
Ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας, 23.
8. «Ἡ Ἑνότητα τῆς
Ἐκκλησίας ὡς Κοινωνία: Χάρισμα καί Κλήση», Δήλωση Καμπέρας, 3.2.
9. Ἡ Δήλωση τοῦ
Τορόντο, ΙV.3.
ΠΗΓΗ:
Ὁλόκληρο τό κείμενο
τοῦ ΠΣΕ στό Porto Alegre, τό 2006:
Τό πρωτότυπο κείμενο
(στά Ἀγγλικά):
ΣΗΜΕΙΩΣΙΣ:
Στή
θέση
αὐτή («Οἰκουμενική
Κίνησις») ἀναρτῶνται
πρός
ἐνημέρωσιν
τῶν
ἐνδιαφερομένων
ἐπίσημα
κείμενα, ἀναφερόμενα
στόν
Διάλογο
τῆς
Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας
μέ
διάφορες
Χριστιανικές
Ὁμολογίες, ἀκόμη
καί
ἄν
δέν
ἐκφράζουν
ἀκριβῶς
ἤ
ὀρθῶς
τό
φρόνημα
τῆς
Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου