γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2022

«Ορθοδοξία καί Ζωή»: Προβαπτισματική διαδικασία και Κατηχήσεις

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος ΙΓ΄ τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, περιόδου ΙΣΤ΄, ἔτους 2021-2022. 

Εἰσαγωγικά: Ἡ Ἐκκλησία δέν «σημαίνεται» μόνο στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἀλλά καί στό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος, μέ τήν ἔννοια ὅτι μέλη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μόνο οἱ βαπτισμένοι πιστοί. Τό Βάπτισμα εἶναι ἡ «θύρα» τῆς Ἐκκλησίας. Ὡστόσο, ἡ εἴσοδος στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι τό μόνο ἀποτέλεσμα τοῦ Βαπτίσματος, ἀφοῦ τό Βάπτισμα ἐπιπλέον, παρέχει τή βαπτισματική Χάρη, ἀναγεννᾶ τόν βαπτιζόμενο, παρέχει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, ἀπελευθερώνει ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ Διαβόλου κ.λπ. Τό Βάπτισμα, λοιπόν, εἶναι κάτι πολύ περισσότερο τῆς «θύρας». Μάλιστα, μιά σύγχρονη θεολογική τάση, ἡ λεγόμενη «Βαπτισματική Θεολογία», μετατοπίζει τόν πηρύνα τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τή Θεία Εὐχαριστία πρός τό Βάπτισμα. Ἄν καί ἡ τάση αὐτή πάσχει σοβαρά ὡς πρός τήν ὀρθότητά της, τό Βάπτισμα σώζει κυριολεκτικά. Ὅμως, δέν σώζει αὐτόματα, δηλ. δέν ἐνεργεῖ μαγικά (ὅπως μιά μαγική πράξη ἤ τελετή). Σώζει μέ προϋποθέσεις, δηλ. μέ τήν κατάλληλη προεργασία καί μέ τήν προσωπική συμβολή τοῦ βαπτιζομένου. Σώζει, ἐπίσης, συνδεδεμένο ἄρρηκτα μέ τά ἄλλα Μυστήρια, εἰδικότερα δέ μέ τή Θεία Εὐχαριστία καί μέ τό Χρίσμα. Γιά νά ἐμβαθύνουμε στήν οὐσία τοῦ Βαπτίσματος, πρέπει νά ἀνατρέξουμε στήν πράξη τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἐπειδή α) ἡ γενική ἐπικράτηση τοῦ Νηπιοβαπτισμοῦ ἐπέφερε τή λήθη κάποιων χαρακτηριστικῶν στοιχείων του καί τῶν πράξεων πού σχετίζονται μέ αὐτό καί β) ἡ κοσμικοποίηση τῶν Μυστηρίων στήν ἐποχή μας, ἡ μετατροπή τους σέ κοινωνικές ἐκδηλώσεις, ἀποξενώνει ἀπό τόν οὐσιώδη πηρύνα τους. Ὄντως, στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, γιά πολλούς αἰῶνες καί σέ ἀντίθεση μέ ὅ,τι συμβαίνει σήμερα, τό Βαπτισμα τῶν ἐνηλίκων ἦταν κανόνας καί τό Βάπτισμα τῶν νηπίων ἦταν ἐξαίρεση. Τό Βάπτισμα ἦταν μέρος τῆς Χριστιανικῆς μυήσεως, δηλ. τῆς διαδικασίας εἰσόδου στήν Ἐκκλησία, πού περιελάβανε τό τρίπτυχο Βάπτισμα - Χρίσμα - Θεία Εὐχαριστία. Ὡστόσο, τοῦ Βαπτίσματος προηγεῖτο ἀπαραιτήτως ἡ Κατήχηση.

Ἡ διαδικασία τῶν Κατηχήσεων: Τό Βάπτισμα προϋποθέτει τήν πίστη, ἡ δέ πίστη προϋποθέτει διδασκαλία καί μαθητεία στόν λόγο τοῦ Θεοῦ: «Πῶς δέ πιστεύσωσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν; πῶς δέ ἀκούσωσιν χωρίς κηρύσσοντος; ... ἄρα ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς, ἡ δέ ἀκοή διά ῥήματος Χριστοῦ» (Ρωμ. 10, 14-17). Διδασκαλία στήν προκειμένη περίπτωση εἶναι ἡ Κατήχηση καί διδάσκαλοι οἱ Κατηχητές. Πρῶτοι Κατηχητές ἦταν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, μεταφέροντες στόν κόσμο τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας (Εὐαγγελιστές). Οἱ ἀκούοντες τούς λόγους τῶν Ἀποστόλων πίστευαν (ὅσοι πίστευαν) καί οἱ πιστεύοντες ἐβαπτίζοντο. Ἑπόμενοι Κατηχητές ἦταν οἱ διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων Ἐπίσκοποι καί Πρεσβύτεροι τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Κατήχηση ἦταν μακρά καί ὑπεύθυνη διαδικασία, πού διαρκοῦσε τουλάχιστον ἕνα ἔτος καί ἄρχιζε, συνήθως, μετά τήν ἑορτῆ τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ προσερχόμενοι στήν Ἐκκλησία εἶχαν, συνήθως, κάποιον ἐγκυητή γιά τήν εἰλικρίνεια τῆς προθέσεώς τους. Αὐτός ἦταν ὁ Ἀνάδοχος, ὁ ὁποῖος μετεῖχε στήν προβαπτισματική διαδικασία, ἀλλά καί στήν τέλεση τοῦ Βαπτίσματος. Οἱ ἐνδιαφερόμενοι νά βαπτιστοῦν κατεχωροῦντο στούς καταλόγους τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί σχηματιζόταν ἡ τάξη τῶν Κατηχουμένων. Ἡ ἔνταξη στήν τάξη αὐτή γινόταν μέ εἰδική Εὐχή καί μέ χειροθεσία. Ἔτσι οἱ Κατηχούμενοι ἀποκτοῦσαν δικαιώματα πρόσβασης στή λατρεία τῆς Ἐκκλησίας: συμμετεῖχαν (ὑποχρεωτικά) στίς καθημερινές Ἀκολουθίες, ἐκτός ἀπό τά Μυστήρια. Ἐπίσης, συμμετεῖχαν στό πρῶτο μέρος τῆς Θείας Λειτουργίας, στήν λεγομένη «Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων», τῆς ὁποίας ἐπίκεντρο εἶναι τά Ἀναγνώσματα (ὁ Ἀπόστολος καί τό Εὐαγγέλιο), ἀλλά καί τό κήρυγμα. Στή συνέχεια, μετά τίς Δεήσεις καί τίς Εὐχές ὑπέρ τῶν Κατηχουμένων, οἱ Κατηχούμενοι ἀποχωροῦσαν καί ἔκλειναν οἱ θύρες τοῦ Ναοῦ γιά τό δεύτερο μέρος τῆς Λειτουργίας. Ἡ θέση τους στόν Ναό ἦταν στόν Πρόναο ἤ Νάρθηκα. Οἱ Κατηχήσεις γίνονταν ὁμαδικά καί προγραμματισμένα ἀπό τούς Ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας καί ἄρχιζαν μέ τίς ἐξορκιστικές Εὐχές κατά τοῦ Διαβόλου. Στήν ἀρχή περίπου τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ὁ Ἐπίσκοπος ἐξέταζε τούς Κατηχουμένους καί ἐπέλεγε ὅσους θεωροῦσε ἕτοιμους γιά νά βαπτιστοῦν τό ἐπερχόμενο Πάσχα. Αὐτοί συνιστοῦσαν τήν τάξη τῶν Φωτιζομένων ἤ τῶν πρός τό Φώτισμα, στούς ὁποίους ὁ Ἐπίσκοπος ἔκανε ὁ ἴδιος τό τελευταῖο μέρος τῶν προβαπτισματικῶν Κατηχήσεων. Ὡστόσο, στούς Κατηχουμένους δέν ἀποκαλυπτόταν ὁλόκληρο τό περιεχόμενο τῆς πίστεως: ἕνα μέρος ἀποκαλυπτόταν σέ Κατηχήσεις πού γίνονταν μετά τό Βάπτισμα. Τό Βάπτισμα γινόταν ὁμαδικά ἀπό τόν Ἐπίσκοπο καί τόν Κλῆρο πρό ἤ μᾶλλον ἐντός τῆς Λειτουργίας τῆς μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Πάσχα, στή θέση τῶν Ἀντιφώνων (ἤ τῶν Ἀναγωσμάτων τοῦ Ἑσπερινοῦ). Εὐθύς ἀμέσως, οἱ Νεοφώτιστοι εἰσέρχονταν θριαβευτικά στόν Ναό ἐνδεδυμένοι ὁλόλευκες στολές καί βαστάζοντες ἀναμένες λαμπάδες. Στή Θεία Κοινωνία κοινωνοῦσαν πρίν ἀπό τούς ἄλλους πιστούς. Ἀργότερα, ὅταν οἱ Κατηχούμενοι εἶχαν πληθυνθεῖ ἀρκετά, τό Βάπτισμα γινόταν καί σέ ἄλλες μεγάλες Δεσποτικές ἑορτές, ὅπως τά Χριστούγεννα, τά Θεοφάνεια καί ἡ Πεντηκοστή. Τόπος τελέσεως τοῦ Μυστηρίου ἦταν τό Βαπτιστήριο, μέρος τοῦ Προνάου ἤ ἀνεξάρτητο παροικοδόμημα τοῦ Ναοῦ μέ μόνιμο σταυροειδές συνήθως Βαπτιστήριο.

Τό περιεχόμενο τῶν Κατηχήσεων: Στίς τάξεις τῶν Κατηχουμένων, τῶν Φωτιζομένων καί τῶν Νεοφωτίστων ἀντιστοιχοῦσαν τρία εἴδη Κατηχήσεων: α) Οἱ ἁπλές Κατηχήσεις τῶν Κατηχουμένων, β) οἱ Κατηχήσεις τῶν Φωτιζομένων καί γ) οἱ λεγόμενες Μυσταγωγικές Κατηχήσεις τῶν Νεοφωτίστων. Τό περιεχόμενο καί τή δομή τους μποροῦμε νά ἀντλήσουμε κατ’ ἀρχήν ἀπό τά ἱερά Εὐαγγέλια. Πρῶτες Κατηχήσεις ἦταν τά τρία πρῶτα Εὐαγγέλια, τά ἀποκαλούμενα «συνοπτικά» (Ματθαίου, Μάρκου καί Λουκᾶ). Ἡ δομή αὐτῶν τῶν Εὐαγγελίων εἶναι παράλληλη καί ταυτίζεται μέ τη δομή τοῦ πρώτου εἴδους τῶν Κατηχήσεων, περιλαμβάνει δέ τά τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ (Γέννηση, Βάπτιση), τή διδασκαλία, τά θαύματα καί τέλος τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση. Αὐτό σημαίνει ὅτι κέντρο καί περιεχόμενο τῶν Κατηχήσεων ἦταν ὁ Χριστός! Τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, τό ἀποκαλούμενο «θεολογικό», διαφέρει ἀπό τά συνοπτικά καί ὡς πρός τή δομή καί ὡς πρός τό περιεχόμενο καί ὡς πρός τό βάθος τῶν νοημάτων του. Ἀπευθύνεται σέ ὅσους ἤδη γνωρίζουν τό περιεχόμενο τῶν συνοπτικῶν Εὐαγγελίων καί, προφανῶς, χρησιμοποιήθηκε ὡς Μυσταγωγική Κατήχηση. Οἱ Κατηχήσεις τῶν Φωτιζομένων περιελάμβαναν, συνήθως, ἀποκάλυψη καί ἀνάλυση τοῦ περιεχομένου τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, τό ὁποῖο δέν ἦταν γνωστό οὔτε στούς ἀβαπτίστους, οὔτε στούς Κατηχουμένους, τουλάχιστον στό σύνολό του (πρβλ. τήν πρό αὐτοῦ λειτουργική προτροπή: «τάς θύρας, τάς θύρας ἐν σοφίᾳ πρόσχωμεν»). Οἱ Μυσταγωγικές Κατηχήσεις περιελάμβαναν τά περί τῶν ἱερῶν Μυστηρίων καί, ἰδιαίτερα, τά περί τῆς Θείας Λειτουργίας. Οἱ Κατηχούμενοι δέν γνώριζαν τί συμβαίνει στό δεύτερο μέρος τῆς Λειτουργίας στή λεγόμενη «Λειτουργία τῶν Πιστῶν» ἤ γνώριζαν ἐλάχιστα στοιχεῖα. Πολύτιμη πηγή γιά τό περιεχόμενο τῶν Κατηχήσεων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία (4ο μ.Χ. αἰ.) εἶναι ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων (313-386), ὁ ὁποῖος παραδίδει 18 Κατηχήσεις Φωτιζομένων καί 5 Μυσταγωγικές Κατηχήσεις (δύο ἀναφέρονται στό Βάπτισμα, μία στό Χρίσμα καί δύο στή Θ. Λειτουργία). Πολύ νωρίς προέκυψε ἡ ἀνάγκη μιᾶς συμπερίληψης τῆς πίστεως, δηλ. ἡ ἀνάγκη ὕπαρξης ἑνός συνεπτυγμένου κειμένου, μέ τά βασικότερα στοιχεῖα τῆς πίστεως, γιά νά χρησιμεύει καί ὡς Ὁμολογία τοῦ Βαπτιζομένου. Ἔτσι προῆλθαν τά λεγόμενα Βαπτιστήρια Σύμβολα ἤ Σύμβολα Πίστεως. Στήν ἀρχή ἦταν σύντομα, προϊόντος δέ τοῦ χρόνου ἔγιναν ἐκτενέστερα, συμπεριλαμβάνοντας στοιχεῖα τῆς πίστεως πού ἀμφισβητήθηκαν ἀπό τίς αἱρέσεις. Οἱ ἀπαρχές τους βρίσκονται ἤδη στήν Καινή Διαθήκη, σέ ἐκφράσεις ὅπως: «Ὑμεῖς τίνα με λέγετε εἶναι; ... Σύ εἶ ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. 16, 1516) καί «Τί κωλύει με βαπτισθῆναι; ... Εἰ πιστεύεις ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἔξεστιν ... Πιστεύω τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ εἶναι τόν Ἰησοῦν Χριστόν» (Πραξ. 8, 36-37). Τελικά, ὅλα τά ἀρχαῖα Βαπτιστήρια Σύμβολα ἐκτοπίστηκαν ἀπό τό γνωστό μας Σύμβολο Πίστεως τῆς Β΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (381), τό ὁποῖο συμπεριλαμβάνει καί συμπληρώνει τήν «πίστη» τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325) καί τό ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία θεώρησε καί θεωρεῖ πλῆρες. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι τό γνωστό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι πρωτίστως Βαπτιστήριο Σύμβολο, δηλ. προοριζόταν γιά τό ἅγιο Βάπτισμα. Μετέπειτα εἰσῆλθε στή Θεία Λειτουργία, στίς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας (Ἀπόδειπνο κ.ἄ.) καί στίς προσωπικές προσευχές τῶν πιστῶν. Ὡστόσο, κατά τό πάγιο φρόνημα τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ἡ γνώση καί ἡ ἀποδοχή τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως δέν ἀρκοῦν γιά τό ἅγιο Βάπτισμα. Ἀπαιτεῖται καί ἡ πρακτική ἐφαρμογή τους. 

Δεῖτε βιντεοσκοπημένο τό Θέμα στόν παρακάτω σύνδεσμο:

https://www.youtube.com/watch?v=AWiLGBmo87Q&t=108s

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου