γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2022

«Ορθοδοξία και Ζωή» 2022-2023: Εισαγωγικά στοιχεία στήν Παλαιά Διαθήκη

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Β΄ τοῦ Θεολογικοῦ Προγράμματος «Ὀρθοδοξία καί Ζωή» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας, περιόδου ΙΖ΄, ἔτους 2022-2023. 

Εἰσαγωγικές προσεγγίσεις: Ἡ Ἁγία Γραφή εἶναι ἡ πρώτη καί βασική «πηγή» τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἤ τῆς θείας Ἀποκαλύψεως, καί ἡ Παλαιά Διαθήκη τό πρῶτο μέρος τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ Ἁγία Γραφή ἀποτελεῖ ἀδιάσπαστο σύνολο: δέν μπορεῖ νά χωριστεῖ ἡ Παλαιά Διαθήκη ἀπό τήν Καινή καί δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ ἡ Καινή Διαθήκη χωρίς τήν Παλαιά, οὔτε ἡ Παλαιά χωρίς τήν Καινή. Ἡ πολεμική ἐναντίον τῆς Π. Διαθήκης (ἀπό ἀρχαιολάτρες, ἐθνοφυλετιστές ἤ αἱρετικούς) εἶναι πολεμική ἐναντίον τῆς Καινῆς, ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ἐναντίον τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἁγία Γραφή, ὡς συλλογή ἱερῶν κειμένων: 27 ἡ Καινή + 49 ἡ Παλαιά = 76 βιβλία. Ἡ συλλογή τῆς Π. Διαθήκης εἶναι τά ἱερά κείμενα, πού ἔγραψαν Προφῆτες καί Δίκαιοι τῆς πρό Χριστοῦ ἐποχῆς, δηλ. θεόπτες τῆς ἐποχῆς. Ἡ Π. Διαθήκη μαρτυρεῖ ἀκριβῶς γιά τήν ὕπαρξη θεοπτίας τήν ἐποχή ἐκείνη, γιά ἐμφανίσεις, παρουσίες, ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ τήν πρό τοῦ Χριστοῦ ἐποχή. Οἱ ἐμφανίσεις αὐτές συνδέονται στενά μεταξύ τους καί ὁδηγοῦν στό γεγονός πού τέμνει τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, δηλ. στήν ἔλευση (Σάρκωση) τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ σύνδεση ἐκείνων τῶν ἐμφανίσεων τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ μιά ἄλλη ἱστορία, «ἱερά ἱστορία», παράλληλη μέ τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, τήν «ἱστορία τῆς Θείας Οἰκονομίας». Ἀρχή αὐτῆς τῆς ἱστορίας εἶναι ὁ Χριστός (Δημιουργία), κέντρο ὁ Χριστός (Ἐνανθρώπηση) καί τέλος, ἐπίσης, ὁ Χριστός (Κρίση). Ἡ Παλαιά Διαθήκη δέν ὁμιλεῖ γιά τήν ἱστορία τοῦ κόσμου, οὔτε γιά τήν ἱστορία ἑνός λαοῦ (τῶν Ἑβραίων). Γι’ αὐτά ὁμιλεῖ μόνο περιστασιακά καί κατ’ ἀνάγκην. Ὁμιλεῖ γιά τήν ἱστορία (τούς σταθμούς) τῆς θείας Οἰκονομίας. Τό κύρος τῶν βιβλίων της ἔγκειται στό γεγονός ὅτι αὐτά ἐγράφησαν ἀπό θεόπτες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης (Προφῆτες καί Δικαίους).

Ὁ Κανόνας τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: Τά κείμενα τῆς Π. Διαθήκης ἐγράφησαν σέ μιά μακρά περίοδο, ἴσως ἀπό τό 1.300-1.200 π.Χ. (ἐποχή τοῦ Μωϋσέως), μέχρι σχεδόν τῶν χρόνων τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πρώτη συλλογή τους ἔγινε τόν 5ο π.Χ. αἰ. καί περιλαμβάνει 39 βιβλία, τά λεγόμενα «Πρωτοκανονικά» (Ἰουδαϊκός ἤ Παλαιστινός Κανόνας). Ἔκτοτε ὅμως, προῆλθαν καί ἄλλα ἱερά κείμενα, γι’ αὐτό μιά δεύτερη συλλογή ἔγινε στίς ἀρχές τοῦ 2ου μ.Χ. αἰ. καί περιλαμβάνει, ἄλλα 10 βιβλία, τά λεγόμενα «Δευτεροκανονικά» (Ἑλληνιστικός ἤ Ἀλεξανδρινός Κανόνας), δηλ. συνολικά 49 βιβλία. Ἡ διαίρεση τῶν βιβλίων στούς Κανόνες αὐτούς εἶναι διαφορετική. Ὁ Α' Κανόνας διαιρεῖ σέ: α) Νόμο, β) Προφῆτες («Προφῆται πρότεροι» καί «Προφῆται ὕστεροι» καί γ) Ἁγιόγραφα («Ἁγιόγραφα πρότερα», «Πέντε κύλινδροι» καί «Ἁγιόγραφα ὕστερα»). Ὁ Β' Κανόνας διαιρεῖ τά βιβλία σέ: α) Ἱστορικά, β) Ποιητικά ἤ Διδακτικά καί γ) Προφητικά («Προφῆται ἐλάσσονες» καί «Προφῆται μείζονες»). Ἐπίσης, ἡ ὀνομασία κάποιων βιβλίων διαφέρει μεταξύ τῶν δύο Κανόνων. Ἡ Ἐκκλησία παρέλαβε τόν Κανόνα τῆς Π. Διαθήκης ἀπό τήν ἰουδαϊκή χρήση του (ἡ Ἁγία Γραφή τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου καί τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλησίας ἦταν μόνο ἡ Π. Διαθήκη) καί, εἰδικότερα, παρέλαβε τόν Ἀλεξανδρινό (Β') Κανόνα. Ὡστόσο, ἡ ἑβραϊκή Συναγωγή δέχεται σήμερα μόνο τόν Α' Κανόνα. Στήν ἴδια γραμμή ὁ Λούθηρος (1483-1546), ὅταν ἐξέδωσε τήν Ἁγία Γραφή γιά τούς ὀπαδούς του, ἐξοβέλισε αὐθαίρετα τά «Δευτεροκανονικά» βιβλία ἀπό τό σῶμα της. Ἔκτοτε ὁ Προτεσταντισμός δέχεται μόνο τά «Πρωτοκανονικά», ὅπως καί ὅλες οἱ σύγχρονες χριστιανικές αἱρέσεις («Μάρτυρες Ἰεχωβᾶ», Πεντηκοστιανοί κ.ἄ.), πού ἔχουν (σχεδόν ἀποκλειστικά) προτεσταντικές καταβολές.

Τό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: Πρωτότυπη γλώσσα τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ἡ ἑβραϊκή. Ὡστόσο, κάποια βιβλία της (ἀπό τά «Δευτεροκανονικά») γράφτηκαν πρωτοτύπως στήν ἑλληνική (Σοφία Σολομῶντος, Β' καί Γ' Μακκαβαίων). Στόν 3ο ἤ 2ο π.Χ. ἀνάγεται ἡ σπουδαιότερη μετάφραση τῆς Π. Διαθήκης στήν ἑλληνική, ἡ λεγομένη «τῶν Ἑβδομήκοντα» (Ο'). Προέρχεται ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια καί προέκυψε ἀπό τίς ἀνάγκες τῶν Ἑλληνιστῶν (ἑλληνόφωνων) Ἰουδαίων τῆς περιοχῆς. Ἡ μετάφραση αὐτή εἶναι τό ἐπίσημο ἐκκλησιαστικό κείμενο τῆς Π. Διαθήκης, εἶναι τό κείμενο τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου καί τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί ἔχει μεγάλο κύρος, ἀκόμη καί μεταξύ τῶν Ἑβραίων. Ἐπιπλέον, τό σωζόμενο κείμενο τῶν Ο' εἶναι πολύ ἀρχαιότερο ἀπό τό σωζόμενο ἑβραϊκό, τό θεωρούμενο «πρωτότυπο». Παράλληλα, ὑπάρχουν καί ἄλλες μεταφράσεις τῆς Π. Διαθήκης, ἀρχαῖες καί νεότερες. Σήμερα κυκλοφοροῦν μεταφράσεις σέ ὅλες τίς γλῶσσες. Πολύ γνωστή στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ μετάφραση τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Νεοφύτου Βάμβα (1851). Ὁ Βάμβας (1776-1875) ἦταν ὑποστηρικτής τῶν Προτεσταντῶν «μισσιοναρίων» (ἱεραποστόλων) στήν Ἑλλάδα καί συνεργάστηκε μέ Ἄγγλους ἱεραποστόλους γιά τή μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ἡ μετάφρασή του ἔχει σαφεῖς προτεσταντικές ἐπιδράσεις, προκάλεσε ἀντιδράσεις στήν ἐποχή της καί καταδικάστηκε ἐπίσημα ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, γιά νά διαφυλάξει ἀναλλοίωτο τό περιεχόμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, εἶχε ἀπαγορεύσει τότε (τέλη 19ου αἰ.) ὅλες τίς μεταφράσεις της, οἱ ὁποῖες ἄλλωστε εἶχαν προτεστανική ἤ ρωμαιοκαθολική προέλευση. Ἔτσι ἐξηγεῖται, γιατί ἡ μετάφραση τοῦ Βάμβα, ἡ ὁποία, ἄν καί ἀπέχει πολύ ἀπό τό γλωσσικό ἰδίωμα τῆς ἐποχῆς μας, ἐπανεκδίδεται μέχρι σήμερα συνεχῶς καί χρησιμοποιεῖται ἀπό ὅλες σχεδόν τίς χριστιανικές αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς μας. Μοναδική, ἴσως, ἐξαίρεση εἶναι ἡ ὀργάνωση τῶν «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ», ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖ δική της μετάφραση, τή λεγομένη «Μετάφραση Νέου Κόσμου» (ΜΝΚ). Αὐτή ἔγινε ἀπό ἄλλη ἀγγλική μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς (τό πρωτότυπο ἑλληνικό ἔχει μεταφραστεῖ στήν ἀγγλική καί ἀπό τήν ἀγγλική ἔχει μεταφραστεῖ πάλι στήν ἑλληνική!) καί εἶναι γεμάτη ἀπό ἀλλοιώσεις (σκόπιμες συνήθως), πού εὐνοοῦν τίς ἀντιλήψεις τῆς ὀργάνωσης. Σκοτεινή σελίδα στή νεότερη ἱστορία τῆς χώρας μας εἶναι τά λεγόμενα «Εὐαγγελικά» (8/11/1901): Μέ ἀφορμή τό γεγονός ὅτι ἡ ἐφημερίδα «Ἀκρόπολις» ἄρχισε νά δημοσιεύει (9/9/1901) τή μετάφραση τῶν Εὐαγγελίων στή δημοτική τοῦ Ἀλεξάνδρου Πάλλη (τῶν ἀρχῶν τοῦ 1901), ἀντέδρασαν οἱ φοιτητές τῆς Θεολογικῆς καί ἄλλων Σχολῶν καί προκλήθηκαν ὀγκώδεις διαληλώσεις, μέ ἀποτέλεσμα τήν παραίτηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί τῆς τότε Κυβέρνησης καί τόν θάνατο 10 περίπου διαδηλωτῶν. Γενικά, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐπιτρέπει τή μετάφραση τῶν Γραφῶν σέ κάθε γλώσσα ἤ γλωσσικό ἰδίωμα. Ὅμως, κάθε ἔκδοση τοῦ κειμένου ἤ μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πρέπει νά ἔχει στήν ἀρχή ἐγκριτικό ἔγγραφο α) τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί β) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ὁ βοηθητικός χαρακτῆρας τῆς μετάφρασης στήν κατανόηση τοῦ περιεχομένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς: Καμμία μετάφραση δέν μπορεῖ νά ὑποκαταστήσει τό πρωτότυπο κείμενο. Τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς προστατεύεται καί ἀπό τό Ἑλληνικό Σύνταγμα: «Τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς τηρεῖται ἀναλλοίωτο. Ἡ ἐπίσημη μετάφρασή του σέ ἄλλο γλωσσικό τύπο ἀπαγορεύεται χωρίς τήν ἔγκριση τῆς Αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδας καί τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας στήν Κωνσταντινούπολη» (ἄρθρ. 3). Ἡ κατ’ ἰδίαν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ὄχι μόνο ἐπιτρέπεται, ἀλλά καί προτρέπεται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ὀφέλεια τῆς μελέτης τῶν Γραφῶν εἶναι ἀνυπολόγιστη καί πρέπει νά ἐντάσσεται στό καθημερινό πρόγραμμα κάθε Χριστιανοῦ.  

Δεῖτε βιντεοσκοπημένο τό Θέμα στόν παρακάτω σύνδεσμο:

https://www.youtube.com/watch?v=HIU66vgGu94&t=183s

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου