γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

«Αγ. Γραφή, Εκκλησία, Παράδοση» 2024-5: Εγκώμιο στον θείο Νόμο (Ο Άμωμος - Ψαλμός 118)

 


Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος ΙΒ' τοῦ Προγράμματος Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», περιόδου Β', ἔτους 2024-2025. 

Εἰσαγωγικά: Μεταξύ τῶν Ψαλμῶν ὁ μεγαλύτερος σέ ἔκταση εἶναι ὁ Ψαλμός 118. Ἀποκαλεῖται «Ἄμωμος», ἀπό τήν ἀρχική φράση του («Μακάριοι οἱ ἄμωμοι ἐν ὁδῷ»), καί περιεχόμενό του εἶναι ὁ νόμος ἤ οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Θεωρεῖται ἐγκώμιο ἤ ὕμνος στόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί ἔχει χαρακτηριστεῖ «ἐπιτομή (σύνοψη - περίληψη) τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς» (ἅγ. Ἀμβρόσιος). Οἱ Ραββῖνοι τῶν Ἑβραίων τόν ἔχουν ὀνομάσει «μέγα ἀλφαβητάριον». Ὁ συγγραφέας του εἶναι ἄγνωστος, ὅπως καί ὁ χρόνος συγγραφῆς του. Πιθανώτατα προέρχεται ἀπό τούς χρόνους τῆς βαβυλώνειας αἰχμαλωσίας τῶν Ἰουδαίων (587-538 π.Χ.). Ἡ ἀναφορά στόν νόμο ἤ στίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ γίνεται μέ ποικίλα ὀνόματα, ὅπως; α) «νόμος», β) «ἐντολαί», γ) «δικαιώματα», δ) «κρίματα», ε) «ὁδός», στ) «μαρτυρία» ἤ «μαρτύρια», ζ) «ἀλήθεια», η) «λόγιον» ἤ «λόγος» ἤ «λόγοι» τοῦ «στόματος» τοῦ Θεοῦ κ.ἄ. Ἡ Ἐκκλησία ἔχει τοποθετήσει τόν Ἄμωμο στό Μεσονυκτικό γιά καθημερινή ἀνάγνωση. Ἡ ἀνάγνωσή του προβλέπεται καί γιά τόν Ὄρθρο τοῦ Σαββάτου καί τῆς Κυριακῆς, ἐνῶ τμῆμα τοῦ Ἀμώμου ψάλλεται καί στή Νεκρώσιμη Ἀκολουθία. Ἀποτελεῖται ἀπό 176 στίχους, οἱ ὁποῖοι διαιροῦνται σέ 22 τμήματα ἤ «στροφές». Κάθε στροφή περιλαμβάνει 8 στίχους. Στή λειτουργική του χρήση διαιρεῖται σέ τρεῖς «στάσεις» καί περιλαμβάνει ἕνα ὁλόκληρο «Κάθισμα» τοῦ Ψαλτηρίου (τό 17ο). Λόγῳ τοῦ μεγέθους του καί τοῦ κοινοῦ περιεχομένου του, ἑρμηνεύουμε τίς δύο πρῶτες στροφές.

Ἡ πρώτη στροφή τοῦ Ἀμώμου (στίχ. 1-8): Ὁ Ψαλμωδός ἀρχίζει ἐγκωμιάζοντας τόν «ἄμωμο», δηλ. τόν ἀπαλλαγμένο ἀπό κάθε «μῶμο» (κηλῖδα, ἐλάττωμα, κακό), τόν ἄμεμπτο, τόν ἀνεπίληπτο, τόν «τέλειο». Εὐτυχισμένοι εἶναι ὅσοι παραμένουν ἄμεμπτοι καί ἀνεπίληπτοι στήν πορεία τῆς ζωῆς τους, ὅσοι ζοῦν σύμφωνα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅσοι βαδίζουν τήν εὐθεία καί βασιλική ὁδό, χωρίς νά παρεκκλίνουν δεξιά καί ἀριστερά. Ἐπίσης, εὐτυχισμένοι εἶναι καί ὅσοι ἐρευνοῦν μέ ἐνδιαφέρον τούς λόγους, τά θελήματα, τόν νόμο, τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου. Ὅσοι ἀναζητοῦν μέ ὅλη τους τήν καρδιά τόν Κύριο, ἐκεῖνοι θά τόν ἀνακαλύψουν καί θά τόν γνωρίσουν. Ἀντίθετα, εἶναι δυστυχισμένοι ὅσοι ὑπηρετοῦν τήν ἀνομία καί τήν ἁμαρτία καί δέν βαδίζουν τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μέ διάθεση εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης ὁ Ψαλμωδός ἀπευθύνεται στόν Θεό, λέγοντάς Του: Σύ, Κύριε, μᾶς ἔδωσες τίς ἐντολές σου, ὄχι μόνο γιά νά τίς γνωρίζουμε, ἀλλά κυρίως γιά νά τίς ἐφαρμόζουμε μέ προσοχή καί ἀκρίβεια. Στρεφόμενος στόν ἑαυτό του, εὔχεται καί ἡ δική του πορεία στή ζωή καί ἡ ἐν γένει διαγωγή του νά κατευθύνονται στήν ἐφαρμογή τῶν ἀπαιτήσεων καί τῶν θελημάτων τοῦ Θεοῦ. Ἡ μελέτη καί ἡ ἐνασχόληση μέ ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ ποτέ δέν θά ἐπιφέρει ντροπή. Γι’ αὐτό, ὑπόσχεται ὁ Ψαλμωδός στόν Θεό, ὅτι θά τόν δοξάζει μέ ὅλη τήν εἰλικρίνεια τῆς καρδιᾶς του, ὅταν θά ἔχει γνωρίσει καί ἐφαρμόσει τίς δικαιότατες ἐντολές σου. Θά τίς τηρήσω, λέει, μέ ὅλη μου τήν καρδιά, ἀλλά καί σύ, Κύριε, μή μέ ἐγκαταλείψεις ἀβοήθητο στήν προσπάθειά μου.

Ἡ δεύτερη στροφή τοῦ Ἀμώμου (στίχ. 9-16): Στή συνέχεια διερωτᾶται· Μέ ποιόν τρόπο θά κατορθώσει ἕνας νέος νά ἐπιτύχει στή ζωή του; Καί ἀπαντᾶ· Μόνο ὅταν ἐφαρμόζει τούς λόγους σου, τούς λόγους τοῦ Θεοῦ! Μέ ὅλη μου τήν καρδιά σέ ἀναζήτησα, Κύριε, ὁμολογεῖ ὁ Ψαλμωδός, μήν ἐπιτρέψεις νά ἀπομακρυνθῶ ἀπό τίς ἐντολές σου, νά τίς περιφρονήσω ἤ νά τίς ἐγκαταλείψω. Στά βάθη τῆς καρδιᾶς μου ἔκρυψα τούς λόγους σου! Ὄχι στόν νοῦ μου μόνο ἤ στή μνήμη μου, ἀλλά στήν καρδιά. Τούς ἀγάπησα καί τούς ἀσφάλισα ἐκεῖ, γιά νά μέ προφυλάσσουν ὥστε νά μήν ἁμαρτάνω ἐνωπιόν σου. Δοξασμένος εἶσαι, Κύριε· ἀποκάλυψέ μου τά θελήματά σου καί τίς ἀπαιτήσεις σου. Ὄχι τά θελήματα τά δικά μου, ἀλλά τά δικά σου, καί ὄχι τίς γενικότητες τῶν θελημάτων σου, πού εἶναι ἤδη γνωστές, ἀλλά τίς λεπτομέρειες καί τίς εἰδικότητες, πού ἀφοροῦν στή δική μου προσωπική ζωή καί κατάσταση. Μέ τό στόμα μου διακήρυξα παντοῦ ὅλες τίς ἀποφάσεις σου, ὅπως ἀκριβῶς μᾶς τίς δίδαξες. Βαδίζοντας τόν δρόμο τῶν ἐντολῶν, τόσο εὐχαριστήθηκα καί ἔχω τόση χαρά, σάν νά ἤμουν ὁ πιό πλούσιος τῆς γῆς. Μέ χαρά, λοιπόν, θά ἀσχοληθῶ μέ τή μελέτη τῶν ἐντολῶν σου, καί θά καταβάλλω κάθε προσπάθεια νά ἀνακαλύψω καί νά κατανοήσω τίς κατευθύνσεις καί τούς δρόμους, στούς ὁποίους ἐσύ μᾶς ὁδηγεῖς. Θά μελετήσω τά παραγγέλματά σου καί δέν θά λησμονήσω ποτέ τούς λόγους σου.

Ὁ χαρακτῆρας τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ: Ποιό εἶναι τό νόημα τοῦ Ἀμώμου γία τήν ἐποχή μας; Σήμερα ὁ ὅρος «ἐντολή» ἔχει ἀποκτήσει ἀρνητικό περιεχόμενο. Θυμίζει, ὁλοκληρωτισμό, καταπίεση, ἀνελευθερία, γιά πολλούς λόγους, ὅπως: α) Ἔχει ταυτιστεῖ μέ πράξεις ὁλοκληρωτικῶν (δικτατορικῶν) καθεστώτων στήν πολιτική. β) Ἔχει ταυτιστεῖ μέ διατάξεις ἀντίστοιχων ἠθικῶν συστημάτων (φιλοσοφικῆς ἤ κοσμικῆς ἤ ἀκομη καί θρησκευτικῆς ἠθικῆς). γ) Ἀκόμη καί ἐντός τῆς ἐκκλησιαστικῆς Παράδοσης οἱ ἐντολές ἐμπεριέχουν τά στοιχεῖα τοῦ «βάρους», τοῦ «φορτίου», τῆς «βίας», τῆς «στενῆς καί τεθλιμένης ὁδοῦ»! Ἐτσι, πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι ἀποφεύγουν συστηματικά τόν λόγο περί ἐντολῶν, παρά τό γεγονός ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μίλησε ἐπανειλημμένα γιά τήν τήρησή τους. Ὡστόσο, οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχουν καμία σχέση οὔτε μέ τούς νόμους τῆς πολιτείας, οὔτε μέ τίς διατάξεις τῆς ἠθικῆς, ἐπειδή: α) Εἶναι ἔκφραση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Στόν αὐθεντικό (προπτωτικό) ἄνθρωπο δέν ὑπάρχουν ἐντολές, ἐπειδή ἐκεῖνος ἀκολουθεῖ μέ φυσικό τρόπο καί χωρίς προσπάθεια ἤ κόπο τό θεῖο θέλημα: «δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δέ καί ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καί ἁμαρτωλοῖς...» (Α΄ Τιμ. 1,9). Στόν μεταπτωτικό, ὅμως, ἄνθρωπο, μέ τό ἐπαναστημένο ἔναντι τοῦ Θεοῦ φρόνημα καί μέ τό «ἴδιον» (δικό του, διαφορετικό) θέλημα, ὁ Θεός ὐποδεικνύει τό θέλημά Του μέσῳ ἐντολῶν, μέ ἀποτέλεσμα στήν προκειμένη περίπτωση νά εἶναι ἀπαραίτητες οἱ ἐντολές. β) Ἔχουν θεραπευτικό καί, κατά συνέπειαν, προσωρινό χαρακτῆρα. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος θεραπευτεῖ πνευματικά, δέν ἔχει πλέον ἀνάγκη ἐντολῶν: οἱ ἐντολές ὑπάρχουν γιά νά καταργηθοῦν! γ) Ὡστόσο, μέσα στίς ἐντολές Του εἶναι κεκρυμμένος ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος ἀποκαλύπτεται στούς πιστούς του, στόν βαθμό πού αὐτοί τίς τηροῦν: «Ἐάν τις ἀγαπᾶ με, τόν λόγον μου τηρήσει, καί ὁ Πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν καί πρός αὐτόν ἐλευσόμεθα καί μονήν παρ’ αὐτῷ ποιήσωμεν» (Ἰω. 14, 23-24). «Κύριος εἰς τάς ἰδίας ἐγκέκρυπται ἐντολάς καί τοῖς ζητοῦσιν αὐτόν κατ’ ἀναλογίαν εὑρίσκεται» (ἅγ. Μᾶρκος Ἀσκητής). Οἱ ἐντολές τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι νεκρές διατάξεις, ἀλλά ζωηφόρες ὑποθῆκες: ἐμπεριέχουν ζωή, εἶναι πηγές ζωῆς, γι’ αὐτό ἡ συστηματική ἐφαρμογή τους προκαλεῖ χαρά («τέρψιν», «ἐτέρφθην»!) καί μάλιστα ἐντονώτατη («ὡς ἐπί παντί πλούτῳ»). δ) Δέν ὑπάρχει ἄλλη «ὁδός» γιά νά γνωρίσουμε τόν Θεό καί νά ἑνωθοῦμε μαζί Του, παρά μόνο ἡ «ὁδός» τῶν ἐντολῶν Του: «Ἡ πρός τόν Θεόν ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις ... ταῖς τῶν σεβασμιωτάτων ἐντολῶν ἀγαπήσεσι καί ἱερουργίαις μόνως τελεῖται» (ἅγ. Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης). Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται ὄχι ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τίς ἐντολές ὅπως τίς διατάξεις ἑνός νόμου, ἀλλά ὅταν τίς ἀγαπήσουμε («ἀγαπήσεσι») καί τίς ἐφαρμόσουμε σάν ἱερό ἔργο («ἱερουργίαις»). ε) Λόγῳ τῆς ἁμαρτωλῆς καταστάσεώς μας, τῆς μεταπτωτικῆς, ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν προϋποθέτει τήν ἄσκηση στοιχειώδους βίας, τουλάχιστον στήν ἀρχή. Ὅσο, ὅμως, ὁ τηρητής τους προοδεύει, προσαρμοζόμενος στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τόσο τό βάρος τῶν ἐντολῶν ἐλαφρύνεται καί ἡ τήρησή τους γίνεται εὐκολότερη: «Ὁ γάρ ζυγός μου χρηστός καί τό φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστιν» (Ματθ. 11,30). «Αὕτη γάρ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἵνα τάς ἐντολάς αὐτοῦ τηρῶμεν· καί αἱ ἐντολαί αὐτοῦ βαρεῖαι οὐκ εἰσίν» (Α΄ Ἰω. 5,3). Γενικά, ἡ «ὁδός τῶν ἐντολῶν» εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν σωτηρία μας. Ἄν καί οἱ ἐντολές καθ’ αὐτές δέν σώζουν, ἀφοῦ μόνο ὁ Χριστός σώζει, ἔχουν ἀπόλυτη ἀξία, γιατί εἶναι συνδεδεμένες μέ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί ὁδηγοῦν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὅταν βέβαια χειρίζονται ἤ ἐφαρμόζονται μέ τόν ὀρθό τρόπο: «Καλός ὁ νόμος, ἐάν τις αὐτῷ νομίμως χρῆται» (Α΄ Τιμ. 1,8)! 

(«Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοση», Πρόγραμμα Μελέτης καί Ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου Βασιλείου Τριπόλεως. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ. Ἀθανασούλιας. Περίοδος Β΄, ἔτος 2024-2025).

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου