Διάγραμμα – Περίληψη Θέματος Β΄ τοῦ Προγράμματος Ὀρθόδοξης Κατήχησης «Ὀρθοδοξία Ἑλληνισμός Ρωμηοσύνη», περιόδου Γ΄, ἔτους 2025-2026.
Οἱ ἀπαρχές τοῦ Ἑλληνισμοῦ: Τί εἶναι Ἑλληνισμός: «τό ὅμαιμον, τό ὁμόγλωσσον, τό ὁμόθρησκον καί τό ὁμότροπον» ἤ «τό τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας μετέχειν». Ὁ Ἑλληνισμός ἔχει Προϊστορία καί Ἱστορία. Στήν Προϊστορία του ἀνήκουν οἱ προελληνικοί ἤ πρωτοτελληνικοί πολιτισμοί Μινωΐκος, Μυκηναΐκος, Κυκλαδικός κ.ἄ. Ἡ καθ’ αὐτό Ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀρχίζει τόν 10ο π.Χ. αἰ. περίπου, μέ τά πρῶτα γραπτά μνημεῖα του, τά ὁμηρικά ἔπη. Ὡστόσο, τά γεγονότα πού περιγράφονται ἐκεῖ εἶναι πολύ παλαιότερα. Ὅπως γνωρίζουμε καί ἀπό ἄλλες πηγές, πολλούς αἰῶνες πρίν, στήν κεντρική Ἀσία, στό ὀροπέδιο τοῦ Παμίρ, κατοικοῦσαν «αἱ ἄρισται φυλαί τοῦ ἀνθρωπίνου γένους» (Κ. Παπαρηγόπουλος), οἱ Ἄριοι καί οἱ Σημίτες, οἱ ὁποῖες μιλοῦσαν δύο διαφορετικές γλῶσσες. Ἀπό τούς πρώτους (Ἄριους) προέρχονται οἱ τέσσερις κυριώτερες ἑλληνικές φυλές: α) οἱ Ἀχαιοί, β) οἱ Ἴωνες καί γ) οἱ Αἰολεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐγκαταστάθηκαν στόν ἑλλαδικό χῶρο, ἐρχόμενοι ἀπό τόν βορά, ἀπό τόν 14ο π.Χ. αἰ. (1400) καί ἑξῆς, καί ἀργότερα δ) οἱ Δωριεῖς (1100). Οἱ φυλές αὐτές ἦταν ὀργανωμένες σέ πόλεις - κράτη, ἀνεξάρτητα μεταξύ τους. Ὡστόσο, εἶχαν κοινή καταγωγή («τό ὅμαιμον»), κοινή γλώσσα («τό ὁμόγλωσσον»), κοινή θρησκεία (τό ὁμόθρησκον) καί κοινές συνήθειες («τό ὁμότροπον» ἤ «τό ὁμοηθές»). Ὅλοι ἀπεκαλοῦντο «Ἕλληνες», ἀλλά τό ὄνομα αὐτό δέν ἦταν ὄνομα κράτους, ἀλλά κοινῆς καταγωγῆς καί πολιτισμοῦ. Σέ δύο τουλάχιστον περιπτώσεις στούς πρώτους αἰῶνες αὐτές οἱ πόλεις - κράτη ἐνώθηκαν σέ κοινή δράση: α) στήν ἐκστρατεία ἐναντίον τῆς Τροίας (1200) καί β) στήν ἀντιμετώπιση τοῦ περσικοῦ κινδύνου (492-480). Ἤδη τόν 10ο π.Χ. αἰ. ὁ Ἑλληνισμός εἶχε ὑψηλότατο πολιτισμό: τά ὁμηρικά ἔπη θεωροῦνται κορυφαῖα καί ἀξεπέραστα ποιητικά δημιουργήματα μέχρι σήμερα!
Χαρακτηριστικοί σταθμοί τοῦ Ἑλληνισμοῦ: 13ος π.Χ. αἰ.: Τρωϊκός πόλεμος
(1250-1240), ὁ πρῶτος μεγάλος ἱστορικός σταθμός τοῦ Ἑλληνισμοῦ. 11ος αἰ.: Ὁ Α΄ ἑλληνικός ἀποικισμός (Μ.
Ἀσία, 1100-800). 10ος αἰ.: Ὅμηρος, ὁ
μέγιστος τῶν Ἑλλήνων ποιητῶν, 8ος αἰ.: Ἠσίοδος (π. 700), ὁ δεύτερος μεγάλος
ποιητής τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὁ Β΄ ἑλληνικός ἀποικισμός (Μεσόγειος - Εὔξεινος Πόντος,
8ος - 6ος αἰ.). Ὁ Α΄ Μεσσηνιακός Πόλεμος (743-724). 7ος αἰ.: Ποιητές Σιμωνίδης ὁ Ἀμοργῖνος (π. 670), Τυρταῖος (β΄ 1/2
7ου αἰ. π.) καί Ἀρχίλοχος (π. 650). Αἴσωπος (620-564). Προσωκρατικοί φιλόσοφοι
Θαλής (624-564;) καί Ἀναξίμανδρος (611-545;). Σόλων ὁ νομοθέτης (π. 639-559).
Β΄ Μεσσηνιακός Πόλεμος (645-628). 6ος
αἰ.: Λυρικοί ποιητές Ἀλκαῖος (π. 600) καί Σαπφώ (π. 570). 5ος αἰ.: Πίνδαρος ποιητής (522-433).
Λυρικοί ποιητές Θέογνις (570-485) καί Σιμωνίδης ὁ Κεῖος (556-469). Οἱ μεγάλοι
τραγικοί Αἰσχύλος (525-456), Σοφοκλής (496-406) καί Εὐριπίδης (480-406).
Προσωκρατικοί φιλόσοφοι Ἠράκλειτος (544-484;), Πυθαγόρας (570-496), Παρμενίδης
(540-470;). Σοφιστές Πρωταγόρας (490-420), Ἰππίας (443-400). Λοιποί φιλόσοφοι
Ξενοφάνης (570-475;), Ἐμπεδοκλής (495-435;), Ἀναξαγόρας (500-428), Λεύκιπος (5
π.Χ. αἰ.), Ζήνων (490-430;). Ἡρόδοτος ἱστορικός (484-425). Ἡ Ἰωνική Ἐπανάσταση
(κατά τῶν Περσῶν, 499-493). Οἱ Περσικές Ἐκστρατεῖες: ἡ Α΄ (492), ἡ Β΄ (Δάτις
καί Ἀρταφέρνης, 490) καί ἡ Γ΄ (Ξέρξης, 480). Μάχη Θερμοπυλῶν (480). Ναυμαχία
Σαλαμίνας (480). Γ΄ Μεσσηνιακός Πόλεμος (464-454). Ὁ Περικλής (πολιτικός -
στρατηγός) καί ἡ ἐποχή του (495-429). Πελοποννησιακός Πόλεμος (431-404). 4ος αἰ.: Ἀριστοφάνης κωμικός (445-386).
Γοργίας σοφιστής (π. 483-π. 375). Μεγάλοι φιλόσοφοι Σωκράτης (469-399), Πλάτων
(427-348) καί Ἀριστοτέλης (382-322). Εὐκλείδης (450-380;) καί Δημόκριτος
(460-370) φιλόσοφοι. Ἱστορικοί Θουκυδίδης (π. 460-399) καί Ξενοφών (431-354).
Ἱπποκράτης ἰατρός (460-370). Ρήτορες Ἰσοκράτης (436-338) καί Δημοσθένης
(384-322). Μακεδονική κυριαρχία (338-337 ἑξ.). Φίλιππος (382-336). Μέγας
Ἀλέξανδρος (356-323). Οἱ Ἐκστρατεῖες τοῦ Ἀλεξάνδρου στήν Ἀνατολή (334-323). 3ος αἰ.: Φιλόσοφοι Ἐπίκουρος (341-270),
Ζήνων (336-264;), Χρύσιππος (281-208;). Ἀρχιμίδης μαθηματικός (287-212). Οἱ
Ἐπίγονοι τοῦ Μ. Ἀλεξανδρου (323-30). Οἱ Αὐτοκρατορίες α) τῶν Ἀντιγονιδῶν
(Μακεδονία, 323-148), β) τῶν Ἀτταλιδῶν (Πέργαμος, 323-129), γ) τῶν Σελευκιδῶν
(Παλαιστίνη - Ἀσία, 323-63) καί δ) τῶν Πτολεμαίων (Ἀλεξάνδρεια, 323-30). 2ος αἰ.: Πολύβιος ἱστορικός (202-120).
Ἡ Ρωμαϊκή κυριαρχία (148 π.Χ. - 330 μ.Χ.). Κατάλυση τοῦ Κράτους τῶν Ἀντιγονιδῶν
(148) καί τῶν Ἀτταλιδῶν (129). 1ος αἰ.:
Φιλόσοφοι Λουκρήτιος (94-55), Ποσειδώνιος (135-51;) καί Κικέρων (106-43).
Ρωμαϊκή κυριαρχία. Κατάλυση τοῦ Κράτους τῶν Σελευκιδῶν (63) καί τῶν Πτολεμαίων
(30) ἀπό τούς Ρωμαίους.
Ἡ πολιτιστική ταυτότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ: Συνήθως, ἡ θρησκεία καί ἡ γλώσσα θεωροῦνται τά βασικότερα χαρακτηριστικά κάθε πολιτισμοῦ μέ τή θρησκεία νά προηγεῖται σέ ἀρχαιότητα καί σέ σημασία. Ἐπίσης, τά χαρακτηριστικά κάθε πολιτισμοῦ, ἐντοπίζονται στά τρία σπουδαιότερα θέματα, πού ἀπασχολοῦν διαχρονικά τόν ἄνθρωπο, στά περί Θεοῦ, ἀνθρώπου καί κόσμου. Ὡστόσο, ἄν σέ ἄλλους ἀρχαίους πολιτισμούς ἔχουν προτεραιότητα τά περί Θεοῦ, στόν ἀρχαῖο Ἑλληνισμό προτεραιότητα ἔχει ὁ κόσμος. Ὁ κόσμος εἶναι αἰώνιος, χωρίς ἀρχή καί τέλος. Δέν τόν δημιούργησε κάποιος Θεός ἤ ἄνθρωπος. Στό σύνολό του εἶναι τελειότητα καί ἁρμονία - δέν ἐπιδέχεται βελτίωση. Διέπεται ἀπό αἰώνιους καί ἀκατάλυτους νόμους, τούς ὁποίους κανείς δέν μπορεῖ νά ὑπερβεῖ, γνωστούς μέ τά ὀνόματα «μοίρα», «ἀνάγκη», «εἰμαρμένη» κ.ἄ. Στήν οὐσία του εἶναι ἕνα κλειστό σύστημα, ἕνας μεγάλος κύκλος, μέσα στόν ὁποῖο εἶναι ἐγλωβισμένα τά πάντα. Τό ἴδιο καί ὁ χρόνος, πού τόν διέπει, εἶναι κυκλικός, ἐμπνευσμένος ἀπό τήν φύση καί τήν ἀνακύκλιση τῶν ἐποχῶν της: τά πάντα ἐπιστρέφουν καί ἐπαναλαμβάνονται, δέν ὑπάρχει ἀρχή καί τέλος, δέν ὑπάρχει γεγονός μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο, «οἱ αἰῶνες ἀντιγράφουσι ἀλλήλους»! Ἡ θρησκεία τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ ἔχει τίς ἴδιες ἀκριβῶς παγανιστικές ρίζες μέ τίς θρησκεῖες ὅλων τῶν πρωτόγονων λαῶν καί εἶναι, ὅπως ἐκεῖνες, πολυθεϊστική (καί, βέβαια, εἰδωλολατρική). Ὡστόσο, οἱ «θεοί» τοῦ Ἑλληνισμοῦ δέν βρίσκονται ἐκτός τοῦ κόσμου, ἀλλά μέσα σ’ αὐτόν: εἶναι μέρος αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δέν εἶναι οἱ μόνοι αἰώνιοι καί ἀθάνατοι, γιατί πρό αὐτῶν αἰώνιος καί ἀθάνατος εἶναι ὁ ἴδιος ὁ κόσμος. Δέν δημιούργησαν ἐκεῖνοι τόν κόσμο. Ὅπου γίνεται λόγος γιά «δημιουργία», πρόκειται γιά ἁπλή διάπλαση ἤ διαμόρφωση τῶν ἐπιμέρους πραγμάτων, πού τόν ἀποτελοῦν, ἀπό προϋπάρχουσα αἰώνια ὕλη καί μέ βάση αἰώνια πρότυπα («ἰδέες»). Δέν εἶναι δημιουργία ἀπό τό μηδέν, ἀφοῦ «οὐδέν ἐξ οὐδενός» (Προσωκρατικοί) ἤ «ex nixilo nixil est». Ἐπίσης, οἱ «θεοί» εἶναι ὑποκείμενοι στούς αἰώνιος καί ἀκατάλυτους νόμους, πού διέπουν τόν κόσμο, δηλ. στή «μοίρα» καί στήν «ἀνάγκη». Αὐτό σημαίνει ὅτι, οὐσιαστικά, στεροῦνται ἐλευθερίας: «ἀνάγκα καί θεοί πείθονται»! Ὡστόσο, ἀπό πολύ νωρίς διαφαίνεται μιά κριτική τοῦ ἴδιου τοῦ Ἑλληνισμοῦ στή θρησκεία του, μέ ἀναζήτηση μιᾶς τελειότερης θρησκευτικῆς ἔκφρασης πρός τήν κατεύθυνση τοῦ μονοθεϊσμοῦ. Ὁ ἴδιος ὁ Ὅμηρος θεωρεῖται ὁ πρῶτος ἀποδομητής τῆς ἀρχαίας θρησκείας, ἐπειδή κατέβασε τούς «θεούς» της στό ἐπίπεδο ὄχι τῶν ἁπλῶν, ἀλλά τῶν ἐμπαθῶν ἀνθρώπων. Τήν ἴδια καί αὐστηρότερη κριτική κάνουν καί πολλοί ἄλλοι ἐκπρόσωπου τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τά φιλοσοφικά συστήματα τῶν κορυφαίων φιλοσόφων Πλάτωνα καί Ἀριστοτέλη εἶναι σαφῶς μονοθεϊστικά καί δέν ἔχουν καμία σχέση μέ τή λαϊκή θρησκευτικότητα τῆς ἐποχῆς τους. Ὁ ἄνθρωπος στό πλαίσιο αὐτό ἀποτελεῖ ἁπλό ἐξάρτημα τοῦ κόσμου. Προφανῶς, ὑπερέχει σέ σχέση π.χ. μέ τά ζῶα, ἀλλά δέν ἔχει κάποια ἡγεμονική θέση μέσα στόν κόσμο. Ὁ κόσμος δέν ἔγινε γιά τόν ἄνθρωπο, οὔτε ὑπάρχει γιά τόν ἄνθρωπο. Ἄν οἱ «θεοί» εἶναι ὑποταγμένοι στούς αἰώνιους νόμους, πού διέπουν τόν κόσμο, πολύ περισσότερο εἶναι ὑποταγμένος ὁ ἄνθρωπος, καί ἄν οἱ «θεοί» στεροῦνται ἐλευθερίας, πολύ περισσότερο στερεῖται ἐλευθερίας ὁ ἄνθρωπος. Προορισμός του εἶναι νά ὑποτάσσεται στή μοίρα, νά ζεῖ «κατά μόρον» (σύμφωνα μέ τή μοίρα του). Κάθε ἀπόπειρα νά ὑπερβεῖ τή μοίρα του, νά ἐνεργήσει «ὑπέρ μόρον», νά τολμήσει κάποιο ἄλμα πρός τήν ἐλευθερία, συνιστᾶ «ὕβριν», ἡ ὁποία ἐπιφέρει ἀναγκαστικά τήν «νέμεσιν», τήν τιμωρία καί τή συντριβή. Αὐτή τή διαδικασία τοῦ ἄλματος πρός τήν ἐλευθερία καί τήν ὑπέρβαση, τῆς «ὕβρεως» καί τῆς συντριβῆς περιγράφει, συνήθως, ἡ ἀρχαία τραγωδία. Ἡ μόνη ἐνδεδειγμένη στάση τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τοῦ κόσμου εἶναι ὁ θαυμασμός καί ἡ λατρεία (εἰδωλολατρία). Ὁ θαυμασμός, εἰδικότερα, ἀποτυπώνεται σέ ἀπαράμιλλης ἀξίας ἔργα τέχνης, τά ὁποῖα ὅμως εἶναι κατώτερα ἀπό τά πρότυπά τους καί ἀπό ὀντολογική ἄποψη καί ἀπό αἰσθητική (καλλιτεχνική). Ἡ ἐπιστήμη τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ ἔχει σκοπό νά κατανοήσει τόν κόσμο καί τούς νόμους του καί νά τά περιγράψει. Ἐπιστήμη μέ τή σημερινή ἔννοια, ὡς ἀπόπειρα βελτίωσης τοῦ κόσμου, εἶναι ἀπαράδεκτη καί συνιστᾶ μιά ἄλλη μορφή «ὕβρεως», ἀφοῦ προσκρούει στήν τελειότητα τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπό ψυχή καί σῶμα. Ἡ ψυχή εἶναι αἰώνια καί ἀθάνατη. Δέν ἔχει τέλος, ἀλλά οὔτε ἀρχή. Ζοῦσε κάποτε σέ ἕναν ἰδεώδη κόσμο, στόν ὁποῖο εἶχε τέλεια γνώση (γι’ αὐτό ἡ ἐδῶ γνώση εἶναι «ἀνάμνησις», κατά τόν Πλάτωνα). Ἀπό τόν κόσμο αὐτό ἐξέπεσε καί ἐγκλωβίστηκε σέ ὑλικό σῶμα, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ «σῆμα» (τάφο) ἤ «δεσμωτήριον» (φυλακή) τῆς ψυχῆς. Τό σῶμα, ὅση ὡραιότητα καί ἄν διαθέτει, ὅσο καί ἄν προκαλεῖ τήν ἕλξη τῶν φύλων καί τήν ἔμπνευση τῶν καλλιτεχνῶν, εἶναι τό κατώτερο καί τό κακό μέρος τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ λύτρωση ταυτίζεται μέ τήν ἀπαλλαγή ἀπό τό σῶμα καί μέ τήν ἐπιστροφή τῆς ψυχῆς στόν αἰώνιο κόσμο, ἀπό τόν ὁποῖο προῆλθε. Κάποιες φορές ἐπανέρχεται σέ ἀνθρώπινο σῶμα καί πάλι ἐπιστρέφει στόν τόπο τῆς προέλευσής της (μετενσάρκωση). Μέ αὐτές τίς βασικές ἰδέες καί προϋποθέσεις ὁ ἀρχαῖος Ἑλληνισμός συναντήθηκε μέ τόν Χριστιανισμό ἤδη ἀπό τόν 1ο μ.Χ. αἰ.
(«Ὀρθοδοξία Ἑλληνισμός Ρωμηοσύνη», Πρόγραμμα
Ὀρθόδοξης Κατήχησης, Τρίπολη, Πνευματικό Κέντρο Μητροπολιτικοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγίου
Βασιλείου Τριπόλεως, πλατεία Ἐθνάρχου Μακαρίου. Ὑπεύθυνος π. Σωτήριος Ὀ.
Ἀθανασούλιας. Περίοδος Γ΄, ἔτος 2025-2026).

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου