γαπητοί φίλοι,

Σς καλωσορίζω στό προσωπικό μου ἱστολόγιο καί σς εχομαι καλή περιήγηση. Σ’ ατό θά βρετε κείμενα θεολογικο καί πνευματικο περιεχομένου, πως κείμενα ναφερόμενα στήν πίστη καί Παράδοση τς κκλησίας, ντιαιρετικά κείμενα, κείμενα πνευματικς οκοδομς, κείμενα ναφερόμενα σέ προβληματισμούς καί ναζητήσεις τς ποχς μας καί, γενικά, διάφορα στοιχεα πό τήν πίστη καί ζωή τς ρθόδοξης κκλησίας.

Εχομαι τά κείμενα ατά καί κάθε νάρτηση σ’ ατό τό ἱστολόγιο νά φανον χρήσιμα σέ σους νδιαφέρονται, νά προβληματίσουν θετικά, νά φυπνίσουν καί νά οκοδομήσουν πνευματικά.

ελογία καί Χάρις το Κυρίου νά εναι πάντοτε μαζί σας.

Μετά τιμς καί γάπης.

π. Σωτήριος θανασούλιας

φημέριος Μητροπολιτικο ερο Ναο γίου Βασιλείου Τριπόλεως.

Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2017

Σώμα και ψυχή επί του ανθρώπου


Διάγραμμα – Περίληψη
Θέματος Ε' το Θεολογικο Προγράμματος «ρθοδοξία καί Ζωή»
τς ερς Μητροπόλεως Μαντινείας καί Κυνουρίας,
περιόδου ΙΒ', τους 2017-2018.

Ὁ ἄνθρωπος ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα: Ἡ Βιβλική διήγηση γιά τή δημιουργία ὑπονοεῖ σαφῶς τό «δισύνθετον» ἤ τό «συναμφότερον» τοῦ ἀνθρώπου: ἄνθρωπος = σῶμα + ψυχή. Οὔτε ἡ ψυχή χωρίς τό σῶμα, οὔτε τό σῶμα χωρίς τήν ψυχή εἶναι ἄνθρωπος. Ὁ θάνατος, ὡς μέγιστο κακό, διχοτομεῖ (οὐσιαστικά, καταργεῖ) τόν ἄνθρωπο, ἡ δέ κατάλυση αὐτοῦ τοῦ κακοῦ καί ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου στήν ὁλότητά του θά γίνει μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν πρό τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Βιβλικές ἐκφράσεις πού εὐνοοῦν τό «τρισύνθετον» τοῦ ἀνθρώπου (σῶμα, ψυχή, πνεῦμα), ἀναφέρονται εἴτε στίς δύο βασικές δυνάμεις τῆς ψυχῆς («λογική» καί «νοερά»), εἴτε στή Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ζωοποιεῖ καί τό σῶμα καί τήν ψυχή. Ὡς δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, τό σῶμα καί ἡ ψυχή ἔχουν ἀρχή, ἀλλά τό μέν σῶμα ἔχει ἀρχή καί τέλος, ἡ δέ ψυχή ἔχει ἀρχή καί (κατά χάριν) δέν ἔχει τέλος. Μεταξύ σώματος καί ψυχῆς ὑπάρχει στενώτατος («φυσικώτατος») δεσμός καί ἀλληλεπίδραση: ἡ ψυχή μετέχει σέ ὅ,τι συμβαίνει στό σῶμα καί τό σῶμα σέ ὅ,τι συμβαίνει στήν ψυχή. Ὡστόσο, ἀπό τά δύο συστατικά τοῦ ἀνθρώπου ὑπερτερεῖ σαφῶς ἡ ψυχή.

Τό ἀνθρώπινο σῶμα: Τό περιβάλλον ἐντός τοῦ ὁποίου ἐμφανίστηκε ὁ Χριστιανισμός εἶχε σαφῶς ὑποτιμητική ἀντίληψη γιά τό σῶμα: κατά τήν ἑλληνική παράδοση, τό σῶμα εἶναι τό κακό μέρος τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ὁποίου προορισμός εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τό σῶμα. Ἡ ἀντίληψη αὐτή διατηρήθηκε, ἐνισχύθηκε καί κυριάρχησε στήν αἵρεση τῶν Μανιχαίων, πού πίστευαν σέ ἔντονη ἀντίθεση μεταξύ ὕλης καί πνεύματος, σώματος καί ψυχῆς καί ταύτιζαν τό σῶμα μέ τό κακό. Κατ’ ἐπίδρασιν τοῦ Μανιχαϊσμοῦ, τό σῶμα ταυτίστηκε μέ τήν ἁμαρτία ἤ θεωρήθηκε ἕδρα της, ἀκόμη καί σέ ἀσκητικούς κύκλους ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως, στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν ἰσχύει ἡ διάκριση (ἀντίθεση) μεταξύ πνεύματος καί ὕλης, ἀλλά οἱ διακρίσεις μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου, ὁρατοῦ καί ἀοράτου, σωματικοῦ καί ἀσωμάτου, γι’ αὐτό ὑπάρχει καί «σῶμα πνευματικόν» (Α΄ Κορ. 15,44). «Πνεῦμα» καί «πνευματικό» εἶναι ὅ,τι μετέχει στήν ἄκτιστη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τά προϊόντα τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν ἐκδηλώσεις τοῦ «ψυχικοῦ ἀνθρώπου». Ἐπίσης, ἡ ἁμαρτία ἐνυπάρχει κατά τόν ἴδιο τρόπο στό σῶμα καί στήν ψυχή καί ἕδρα της εἶναι κυρίως ἡ ψυχή. Τά πάθη καί τά ἁμαρτήματα διακρίνονται σέ «σαρκικά» καί «ψυχικά»: «ψυχικά» εἶναι ὅσα γίνονται μόνο διά τῆς ψυχῆς καί «σαρκικά» εἶναι ὅσα γίνονται «διά τῆς κοινωνίας» σώματος καί ψυχῆς. Συνεπῶς, ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, τό σῶμα εἶναι «καλόν λίαν» (Γεν. 1,31), ἡ δέ ἁμαρτία εἶναι «ἐπιγενόμενον» τοῦ σώματος (ἐπεισῆλθε ἀργότερα), ὅπως καί τῆς ψυχῆς. Ὅπου ὑπάρχουν στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ἐκφράσεις ἐναντίον τοῦ σώματος, αὐτές ἀναφέρονται στό «σωματικό φρόνημα», δηλ. στήν ἐπεισελθοῦσα στό σῶμα ἁμαρτία, καί ὄχι στό ἴδιο τό σῶμα. Ὅπως τό σῶμα γίνεται σκεῦος ἁμαρτίας ἔτσι γίνεται καί «ναός τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματος» (Α΄ Κορ. 6,19), ὥστε «εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός» (Α΄ Κορ. 3,17). Ἡ ὕψιστη τιμή πρός τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔγκειται στό γεγονός ὅτι αὐτό προσελήφθη ἀπό τόν Κύριο κατά τήν Ἐνανθρώπισή Του. Ὁ Κύριος ὄχι μόνο προσέλαβε, ἀλλά καί ἐθέωσε τό ἀνθρώπινο σῶμα: «ἐν αὐτῷ (τῷ Χριστῷ) κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς» (Κολ. 2,9). Ἔκτοτε, ὅλες οἱ θεοπτικές ἐμπειρίες τῆς Καινῆς Διαθήκης εἶναι ἐμπειρίες μέσῳ τοῦ τεθεωμένου Σώματος τοῦ σεσαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἐπιπλέον, ὁ Κύριος ἀνέστησε τό ἀνθρώπινο σῶμα: ἡ ἀνάστασις, τό κέντρο τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, εἶναι ἀκριβῶς ἡ ζωοποίησις τοῦ σώματος. Ὁ Κύριος ἀνέστη ὡς «ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων», δηλ. ὡς πρόδρομος τῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν ἦταν ἀντίληψη ἀπαράδεκτη γιά τά δεδομένα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Τό Σῶμα τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ κοινωνεῖται ἀπό τούς βεβαπτισμένους πιστούς στή Θεία Εὐχαριστία. Διά τοῦ Βαπτίσματος καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας κάθε πιστός γίνεται μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ: «οὐκ οἴδατε ὅτι τά σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; ἄρας οὖν τά μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; μή γένοιτο» (Α΄ Κορ. 6,15). Μετέχουμε στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νά μετέχουμε καί στή Δόξα τοῦ Σώματός Του. Τό σῶμα μετέχει στόν ἐν Χριστῷ δοξασμό, ὅπως καί ἡ ψυχή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα δεδοξασμένων σωμάτων εἶναι τά ἱερά λείψανα τῶν Ἁγίων, τά ὁποῖα εἶναι ἀντικείμενα τιμητικῆς προσκυνήσεως τῶν πιστῶν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου