ΤΕΥΧΟΣ 8
ΤΡΙΠΟΛΙΣ ΜΑΪΟΣ 2000
Η
ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΚΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΕΝΣΑΡΚΩΣΗΣ
«Προσδοκῶ
ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ
μέλλοντος αἰῶνος. Ἀμήν». Ἔτσι
κλείνει τό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας, περικλείοντας σ' αὐτή
τή φράση τήν Ἐσχατολογία
τῆς Ἐκκλησίας καί τήν πίστη γιά
τή μεταθανάτια ζωή. Ἡ κοινή ἀνάσταση ὅλων
τῶν ἀνθρώπων μέ τά σώματά τους κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ
Κυρίου ἐρείδεται οὐσιαστικά στή
Διδασκαλία, τό Πάθος, τή Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση τοῦ
Θεανθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔτσι ὁλοκληρώνει τό ἀπολυτρωτικό Του ἔργο,
τό βασισμένο στό φιλεύσπλαχνο σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας.
Δέν θά ἀναφερθοῦμε
ἀναλυτικά στή Χριστιανική περί
τῆς Ἀναστάσεως καί τῶν ἐσχάτων
διδασκαλία, γιατί εἶναι λίγο - πολύ
γνωστή. Ἐκεῖνο πού ἔχει ἰδιαίτερη
σημασία εἶναι ὅτι ἡ διδασκαλία γιά
τήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων λαμβάνει τό
πραγματικό της περιεχόμενο ἀπό γεγονός τῆς
πραγματικῆς σωματικῆς Ἀναστάσεως
τοῦ Κυρίου. Ὅπως ἀναστήθηκε ὁ Ἰησοῦς
Χριστός τότε, ἔτσι θά ἀναστηθοῦν
ὅλοι οἱ ἄνθρωποι
κατά τήν Δευτέρα Παρουσία
Του: «Χριστός ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν,
ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο»
(Α' Κορ. 15,20). Ἡ ἀποδοχή τοῦ
γεγονότος αὐτοῦ εἶναι ὑποχρεωτική γιά
ὅποιον θέλει νά
εἶναι Χριστιανός. Ὁποιαδήποτε αὐθαίρετη
ἑρμηνεία του ὁδηγεῖ,
χωρίς ἀμφιβολία, σέ πλάνη καί κακοδοξία.
Ἡ
διδασκαλία γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
ὑπάρχει ἤδη στήν Παλαιά Διαθήκη
καί κυρίως στούς Ψαλμούς καί στούς λόγους τῶν Προφητῶν.
Κυρίαρχη εἶναι ἐκεῖ ἡ πεποίθηση γιά συνέχιση τῆς ζωῆς
καί μετά τό θάνατο καί μετάβαση τοῦ ἀνθρώπου
στό ᾍδη, ὅπου κατοικοῦν ὅλοι
οἱ νεκροί καί ἐπιτελεῖται
ἡ ἀμοιβή τῶν δικαίων καί ἡ
τιμωρία τῶν ἀδίκων. Ὁ προφήτης
Ἰεζεκιήλ στή
γνωστή ὅρασή του γιά τά
ξερά ὀστά, πού μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ
ἑνώθηκαν μεταξύ τους, πῆραν
σάρκα καί ἔγιναν
ζωντανοί ἄνθρωποι, βλέπει τόν
τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
στή Δευτέρα Παρουσία.
* * *
Ἡ
σαφής ὅμως αὐτή
διδασκαλία τῆς Ἁγ. Γραφῆς καί
τῆς Ἐκκλησίας μας σήμερα
ἀμφισβητεῖται καί
διαστρέφεται ἀπό
φορεῖς ξένων πρός τό
πνεῦμα τῆς Ἁγ. Γραφῆς ἀντιλήψεων
ἤ ἀπό ὀργανωμένες αἱρέσεις
πού δροῦν στή χώρα μας. Ἔτσι γιά τούς Μάρτυρες
τοῦ Ἰεχωβᾶ, πού ἀρνοῦνται
τή σωματική Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, ἡ
ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
θά γίνει σταδιακά καί ἐξηγοῦν ... γιατί: «Ἡ ἀνάστασις
τῶν νεκρῶν θά γίνῃ
βαθμιαίως διά νά φτιάνωνται ἐν τῷ
μεταξύ σπίτια, εἰς τά ὁποῖα
θά εἶναι δυνατόν νά χωροῦν ἐκεῖνοι
πού θά ἀναστηθοῦν», τήν δέ συντήρηση τῶν
ἀναστάντων θά ἀναλάβουν ὅσοι
ζοῦν. Παρερμηνεύοντας χωρία τῆς Ἁγ.
Γραφῆς διδάσκουν ὅτι κατά τήν ἀνάσταση
τῶν νεκρῶν οἱ
ἄνθρωποι θά χωριστοῦν σέ δύο κατηγορίες:
τήν πρώτη θά ἀπαρτίζουν οἱ πιστοί ὀπαδοί
τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπό
τῆς Σταυρώσεως καί τῆς
Ἀναστάσεώς Του καί μετά. Αὐτή ἡ
ὁμάδα θά ἀποτελεῖται
ἀπό 144.000 μέλη, τά
ὁποῖα θά ἀποτελοῦν
τή βασιλική οἰκογένεια τοῦ
Χριστοῦ, τή νύμφη τοῦ Χριστοῦ
πού θά ζήσει στόν οὐρανό. Ἡ
δεύτερη ὁμάδα θά ἀναστηθεῖ
ἔπειτα ἀπό τήν πρώτη καί θά
κατοικήσει αἰώνια στή γῆ. Παρόμοιες
ἀντιλήψεις βέβαια διατυπώνουν
καί ἄλλες αἱρέσεις.
* * *
Στόν ἀντίποδα
τῆς πίστης γιά τήν Ἀνάσταση, ἔχει
κερδίσει ἔδαφος στόν Δυτικό κόομο τά τελευταῖα
χρόνια ἡ δοξασία γιά τήν μετεμψύχωση ἤ
μετενσάρκωση. Μετενσάρκωση εἶναι ἡ
μετά θάνατον μετάβαση τῆς ψυχῆς ἀπό
ἕνα σῶμα σέ ἄλλο, σέ νέα ὕπαρξη
ἤ σέ περισσότερες διαδοχικές ὑπάρξεις, πού μπορεῖ
νά εἶναι ἄνθρωποι, ζῶα ἤ
φυτά. Κάθε πράγμα δηλ. καί
ἰδιαίτερα ὁ ἄνθρωπος
μετά τό βιολογικό του θάνατο
ἐπανέρχεται καί πάλι
στή ζωή μέ ἕνα νέο σῶμα. Τό δόγμα τῆς μετενσάρκωσης εἶναι
στενά συνδεδεμένο μέ τήν ἀντίληψη γιά τό
«κάρμα». «Κάρμα» στά σανσκριτικά σημαίνει πράξη. Ἀπό τόν 6ο αἰ.
π.Χ. καί μετά ἡ λέξη αὐτή προσδιορίζει τίς ἐπίγειες
πράξεις ἀπό τίς ὁποῖες
κρίνεται ἡ κατάταξη τῆς ψυχῆς
στόν ἄλλο κόσμο. Πρόκειται γιά μία δύναμη πού κρατάει τόν ἄνθρωπο
ἐγκλωβισμένο σέ ἕναν ἀτελείωτο
κύκλο γεννήσεων καί θανάτων, πού ὀνομάζεται «σαμσάρα».
Κάθε πλάσμα σ' αὐτόν τόν κόσμο, ἀνάλογα μέ τίς πράξεις
του, συσσωρεύει κάρμα καί ἀπό τό κάρμα πού συσσωρεύει
θά ἐξαρτηθεῖ ἡ
μορφή μέ τήν ὁποία θά μετενσαρκωθεῖ στήν
ἑπόμενη ζωή του.
Ἡ
πίστη στήν μετενσάρκωση συναντᾶται καί
σέ ἀρχαίους ἕλληνες φιλοσόφους. Ὅμως
περισσότερο ἔγινε γνωστή ἀπό τίς Ἀνατολικές
Θρησκεῖες, γιά τίς ὁποῖες
ἀποτελεῖ βασικό δόγμα. Ἔτσι
γιά τόν Ἰνδουισμό κανένας δέν μπορεῖ νά ξεφύγει ἀπό
τήν ἀτελείωτη καί συνεχή διαδικασία τῶν
μετενσαρκώσεων, ἐκτός ἄν συνειδητοποιήσει ὅτι
ἡ ἀτομική ψυχή («ἄτμαν») ταυτίζεται μέ
τήν ἀπόλυτη ψυχή («βράχμαν»).
Γιά τόν Βουδδισμό τό
κάρμα ἀνακυκλώνει τήν ἀνθρώπινη ψυχή σέ ἀνώτερες
ἤ κατώτερες μορφές ὕπαρξης. Βασικός σκοπός
τοῦ Βουδδιστῆ εἶναι
νά πετύχει τήν ἀπάθεια μέσω τῆς πειθαρχίας, τοῦ
διαλογισμοῦ καί ἄλλων πρακτικῶν
μεθόδων (γιόγκα), ἡ ὁποία θά τόν ἐλευθερώσει ἀπό
τό ἀτέρμονο κύκλο τῶν γεννήσεων καί θά τόν
ὁδηγήσει στόν φωτισμό, τή «νιρβάνα».
Κατά τόν Τζαϊνισμό, ἡ
«πυκνότητα» τοῦ κάρμα ἐπηρεάζεται ἀπό
τίς πράξεις τῶν προσώπων μέ τήν ἔννοια ὅτι
τό παλαιότερο κάρμα προστίθεται στό καινούριο τῆς νέας ὕπαρξης,
ἕως ὅτου ἡ ψυχή ἀπελευθερωθεῖ
καί λυτρωθεῖ ὁριστικά. Γι' αὐτό καί οἱ
Τζαϊνιστές ἔχουν ὡς θεμέλιο τῆς
ἠθικῆς τους τήν «ἀχίμσα», τή μή βία, τό
«μή βλάπτειν», ἀφοῦ ἡ βία πρός ὁ,τιδήποτε προσθέτει κάρμα
καί συντελεῖ ἀρνητικά στόν ἐπιδιωκόμενο σκοπό, πού
δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή νιρβάνα.
Ἕνα
ἀμέτρητο πλῆθος «ἱεραποστόλων»
τῶν ἀντιλήψεων τῶν ἀνατολικῶν
θρησκειῶν ἐργάζεται σήμερα γιά
τήν διάδοση τῆς ἰδέας
τῆς μετενσάρκωσης στή Δύση, μέ ἀποτέλεσμα
αὐτή νά κερδίζει συνεχῶς
ἔδαφος. Ἐνεργό ρόλο στή
διάδοση αὐτῆς
τῆς διδασκαλίας διαδραμάτισε ἡ
«Θεοσοφία», μιά ἀποκρυφιστική κίνηση
πού πρωτοεμφανίστηκε στά
τέλη τοῦ περασμένου
αἰῶνος. Κατά τόν Ι. Κούπερ, βασικό
στέλεχος τῆς «Θεοσοφικῆς
Ἑταιρείας», ἕνα καί πλέον ἑκατομμύρια
ἄνθρωποι στόν δυτικό κόσμο βρίσκουν στή μετενσάρκωση τή
λύση καί τή λογική ἐξήγηση ὅλων τῶν
προβλημάτων τους. Ἡ «δυτική» παραλλαγή τῆς μετενσάρκωσης, σέ
ἀντίθεση μέ τήν παραδοσιακή ἀσιατική, δέν ἔχει
στόχο τήν «ἀπελευθέρωση» ἀπό τόν κύκλο τῶν
διαδοχικῶν γεννήσεων καί θανάτων, ἀλλά «νέες
δραστηριότητες» μέσω ἀλεπάλληλων μετενσαρκώσεων, ὥστε νά πραγματοποιηθοῦν
ὅλες οἱ ἐπιθυμίες
πού δέν μπόρεσαν νά ἰκανοποιηθοῦν στήν παροῦσα
ζωή. Χαρακτηριστικά εἶναι ὅσα ἀναφέρει ὁ ὁπαδός
τῆς μετενσάρκωσης Ρόμπερτ Νάτζεμυ: «Εἴμαστε
ἀναγκασμένοι νά ἐπιστρέψουμε ξανά καί
ξανά στή γῆ γιά νά συνεχίσουμε τά μαθήματά μας» μέ σκοπό «νά γίνουμε ὑπεράνθρωποι
σάν τόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά συγχωνευτοῦμε, νά γίνουμε ἕνα
μέ τό Θεό. Ὅταν αὐτό συμβεῖ
δέν θά ὑπάρχει πιά ἀνάγκη νά ἐνσαρκωθοῦμε
πάλι στό γήϊνο ἐπίπεδο».
Οἱ
ὀπαδοί τῆς μετενσάρκωσης προβάλουν
κάποια «ἐπιχειρήματα» γιά νά
κατοχυρώσουν τήν πίστη τους. Θεωροῦν τήν ἐναλλαγή
τῶν ἐποχῶν τοῦ ἔτους, τά καιρικά φαινόμενα (π.χ. βροχή - ἐξάτμιση),
τήν ἀναγέννηση τῶν εἰδῶν
τῆς χλωρίδας καί τῆς πανίδας κ.ἄ.
σάν παράδειγμα μετενσάρκωσης, κάνοντας ὅμως σαφῆ
σύγχυση ἀνάμεσα στίς ἔννοιες τῆς
ἀναπαραγωγῆς καί τῆς
μετενσάρκωσης.
Βασικό τους ἐπιχείρημα
εἶναι ὅτι μία ζωή δέν φτάνει γιά νά ὁδηγηθεῖ
κάποιος στήν «ἀπελευθέρωση» ἀπό τόν ἀτελείωτο
κύκλο τῶν γεννήσεων καί τῶν
θανάτων. Μέ αὐτό τόν τρόπο ἑρμηνεύουν (!!) τήν ἀκμή
καί τήν παρακμή τῶν ἐθνῶν, τό μητρικό ἔνστικτο, τίς ἔμφυτες
ἰκανότητες τῶν παιδιῶν,
τήν ἰκανότητα γιά κατανόηση μιᾶς ἀλήθειας,
τό «ἀρρενωπό» τῶν γυναικῶν
καί τό «θηλυπρεπές» τῶν ἀνδρῶν, τούς ἀνεξήγητους φόβους ἤ
τίς ἀνεξήγητες συμπάθειες κ.ἄ.
Μέ τό δόγμα τῆς
μετενσάρκωσης ἐξηγοῦν τήν ὕπαρξη τῆς
κοινωνικῆς ἀδικίας καί τοῦ πόνου πού ὑπάρχει
σήμερα στόν κόσμο. Γιά παράδειγμα ὁ αἰφνίδιος
θάνατος ἑνός μικροῦ παιδιοῦ
ὀφείλεται μόνο στό κάρμα πού κουβαλάει ἀπό
τήν προηγούμενη ζωή του, εἶναι δηλαδή τό ἴδιο
ὑπεύθυνο γιά τό θάνατό του. Μέ ἄλλα
λόγια ἡ μετενσάρκωση ἐδῶ
λαμβάνει τό χαρακτῆρα ἑνός συνεχοῦς θεϊκοῦ
δικαστηρίου.
Οἱ
ὀπαδοί τῆς μετενσάρκωσης ἰσχυρίζονται
ὅτι ἄτομα μέ «ἰδιαίτερες» ἰκανότητες
μποροῦν νά χρησιμοποιοῦν τήν ὕπνωση
καί νά ὁδηγοῦν ἄλλους πιστούς αὐτῆς
τῆς διδασκαλίας σέ «ἀναδρομές»,
μέ σκοπό νά ἀποκαλύψουν καί νά ἀνασύρουν λεπτομέρειες ἀπό
«προηγούμενες ζωές» τους. Οἱ εἰδικοί
αὐτοί δέν δέχονται τόν χαρακτηρισμό «μέντιουμ», οἱ
πρακτικές ὅμως καί οἱ δοξασίες τους κινοῦνται
καθαρά, ὅπως καταλαβαίνει ὁ καθένας, στούς χώρους
τῆς παραψυχολογίας καί τοῦ ἀποκρυφισμοῦ.
Ἄλλο
ἐπίσης βασικό τους ἐπιχείρημα εἶναι
αὐτό τῆς «ἀνάμνησης». Σύμφωνα μέ αὐτήν, ἐμπειρίες,
ἦχοι, ὁράσεις τοῦ
παρελθόντος εἶναι ἀποθηκευμένα στό ὑποσυνείδητο καί ἐπανέρχονται
στήν ἐπιφάνεια στήν παροῦσα ζωή μέ ἤ
χωρίς τήν βοήθεια τῆς ὕπνωσης. Παραδείγματα πού κατά καιρούς ἔχουν
ἀναφέρει γιά νά ἀποδείξουν τά λεγόμενά
τους, ἔχουν καταριφθεῖ ἀπό
ἐπιστήμονες, ὅπως ὁ
M. Albrecht, ὁ ὁποῖος ἐξηγεῖ ὅτι ἡ ὕπαρξη παραφυσιολογικῶν φαινομένων δέν μᾶς
παρέχει καί τό δικαίωμα νά τά ἑρμηνεύσουμε μέ βάση τό
δόγμα τῆς μετενσάρκωσης. Ὁ ἴδιος
χαρακτηριστικά ἀναφέρει μάλιστα καί τήν ἄποψη ἑνός
ὀρθοδόξου Ἰνδουιστῆ,
τοῦ Swami Sri, ὁ ὁποῖος
ὑπογραμμίζει ὅτι αὐτές
«ὅλες εἶναι πνευματοκαταλήψεις
πού ἀγνοήθηκαν ἀπό τούς πολυμαθεῖς
στή Νότια Ἰνδία».
Γιά νά καταστήσουν πιό
ἐλκυστική τήν ἰδέα
μετενσάρκωσης μεταξύ τῶν χριστιανῶν, οἱ
ὀπαδοί της προσπαθοῦν νά
ἐξαπατήσουν ὑποστηρίζοντας
ὅτι αὐτή ἡ δοξασία ὄχι μόνο δέν
ἦταν ἄγνωστη στήν πρωτοχριστιανική Ἐκκλησία,
ἀλλά συμπεριλαμβανόταν μεταξύ τῶν
βασικότερων δογμάτων της καί ἀφαιρέθηκε ἀπό
τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας στά μέσα τοῦ
6ου αἰ. μ.Χ.!! Συμβουλεύουν μάλιστα τήν Ἐκκλησία
νά ἀναθεωρήσει τήν ἄρνησή της ἀπέναντι
στό δόγμα τῆς μετενσάρκωσης γιά νά ἀποκτήσει πάλι τήν
παλαιότερη αἴγλη της καί νά ἑρμηνεύει ἰκανοποιητικότερα
τά φαινόμενα τῆς ζωῆς.
Προσπαθοῦν
λοιπόν νά στηρίξουν τίς παραπάνω ἀπόψεις παρερμηνεύοντας
τήν Ἁγ. Γραφή καί καπηλευόμενοι τήν ἱστορία
τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι
ἐπικαλοῦνται ἀρχικά
τόν Ὠριγένη, συγγραφέα τῶν πρωτοχριστιανικῶν
χρόνων, τόν ὁποῖο χαρακτηρίζουν ὀπαδό τῆς
μετενσάρκωσης, κατανοώντας λανθασμένα τό 8ο κεφ. τοῦ
«Περί ἀρχῶν» συγγράμματός του. Ὁ Ὠριγένης
βέβαια τάσσεται ὑπέρ τῆς ἄποψης
ὅτι οἱ ψυχές προϋπῆρξαν καί «ἐνσωματώθηκαν»
(μπῆκαν σέ σώματα)
κάποτε στό παρελθόν, ἀλλά αὐτή τήν ἔννοια
τῆς «μετενσωμάτωσης» τήν ἀποδίδει στόν Πλάτωνα, ἐνῶ
ὁ ἴδιος ἀλλοῦ
τήν ἀπορρίπτει ὡς μή χριστιανική καί
σέ ἄλλο ἔργο του (Ὑπόμνημα στό Κατά Ματθαῖον)
τήν χαρακτηρίζει ὡς «ψευδοδοξίαν». Πάντως ἡ
Ἐκκλησία μας ποτέ
δέν δέχθηκε τήν ἀντίληψη
ὅτι οἱ ψυχές προϋπάρχουν (καί
πολύ περισσότερο τή
μετενσάρκωση) καί τήν
καταδίκασε ἐπίσημα
στήν Ε' Οἰκουμενική
Σύνοδο.
Ὁ
ὀπαδός τῆς «δυτικῆς»
μετενσάρκωσης Κέϋση, ἀναφερόμενος στή Γένεση, διδάσκει μυθεύματα σχετικά μέ τή
δημιουργία τοῦ Ἀδάμ. Δέχεται ὅτι
μερικές ψυχές παγιδεύτηκαν στήν ὕλη και περιπλανήθηκαν
στίς «γεννητικές της διαδικασίες» καί αὐτό ἦταν
πού ἀνάγκασε τό Θεό νά δημιουργήσει ἕνα
τέλειο πρότυπο τοῦ Ἀδάμ γιά νά μποροῦν νά ἐνσαρκωθοῦν
ἐκεῖ μέ ἀσφάλεια!! Μέ ἄλλα λόγια θεωρεῖ
τόν ἄνθρωπο ὄχι δημιούργημα, ἀλλά
κάτι σάν «προβολή» τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
Σέ ἄλλο σημεῖο τῆς
Π.Δ. οἱ ὀπαδοί αὐτῶν τῶν ἀντιλήψεων ἑρμηνεύουν τήν παρακοή
τῶν Πρωτοπλάστων ὡς τήν ἀνάγκη
γιά «αὐτοεξέλιξη» καί «αὐτοσωτηρία»,
ὑπερτονίζοντας μέ αὐτόν τόν τρόπο τήν ἀξία
τῶν πράξεων καί τῶν ἔργων
τοῦ ἀνθρώπου.
Οἱ
πιστοί τῆς μετενσάρκωσης ἐπιλέγουν καί ἀπό
τήν Κ. Δ. χωρία γιά νά δικαιολογήσουν τό δόγμα τους. Χρησιμοποιοῦν
κυρίως τά ἐδάφια 11,14 καί 17,12 τοῦ
κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου καί τό
Μαρκ. 9,13, ὅπου στηρίζουν τήν ἄποψη ὅτι
ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἦταν
μετενσάρκωση τοῦ Προφήτη Ἠλία. Ὁ
ἅγιος Ἰωάννης ὁ
Χρυσόσστομος δίνει ἐν προκειμένῳ (Εἰς
Ματθ. Λόγος νζ΄1) τήν σωστή ἑρμηνεία τῶν
χωρίων καί καταλήγει: ὀνομάζει Ἠλία
τόν Ἰωάννη, λόγῳ τῆς
ὁμοιότητος τοῦ ἔργου
του μέ τό ἔργο τοῦ Ἠλία.
Ἐξάλλου γιά νά μετενσαρκωθεῖ, ὅπως
πιστεύουν, ὁ προφ. Ἠλίας θά ἔπρεπε
νά ἔχει πεθάνει. Ὅλοι ὅμως
γνωρίζουμε ὅτι ὁ προφ. Ἠλίας ἀνελήφθη,
δέν πέθανε (Δ΄ Βασ. β΄ 11) καί ὅτι θά ἐπανέλθει
τήν ἐποχή τοῦ Ἀντιχρίστου
γιά νά ἐκπληρώσει τή διδακτική του ἀποστολή.
Συμπληρώνοντας τά
μυθικά τους κατασκευάσματα, ὑποστηρίζουν πώς ὁ
αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός
χρησιμοποίησε τήν Ε΄ Οἰκουμενική Σύνοδο γιά νά διαγράψει το δόγμα τῆς
μετενσάρκωσης ἀπό τήν πίστη τῆς Ὀρθόδοξης
Ἐκκλησίας, ἐπειδή ἤθελε
νά ἀνακηρύξει τόν ἐαυτό του καί τή σύζυγό
του Θεοδώρα θεούς !!
* * *
Ἀπό
τά παραπάνω γίνεται ἔκδηλο ὅτι ἡ
ἀντίληψεις περί κάρμα καί μετενσάρκωσης εἶναι
πέρα γιά πέρα ξένες μέ τή διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας. Ὅποιος εἶναι
Χριστιανός Ὀρθόδοξος καί πιστεύει στήν Ἀνάσταση τοῦ
Χριστοῦ καί στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
δέν εἶναι δυνατόν νά δέχεται ταυτόχρονα
καί τή μετενσάρκωση. Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας
μας γιά κοινή ἀνάσταση τῶν νεκρῶν
μέ τά σώματά τους κατέχει τό ἀληθινά οὐσιαστικό
σωτηριολογικό περιεχόμενο, σέ ἀντίθεση μέ τό δόγμα τῆς
μετενσάρκωσης πού ἀφαιρεῖ τό στοιχεῖο
τῆς ἐλευθερίας ἀπό τόν ἄνθρωπο
καί τόν ὁδηγεῖ αἰχμάλωτο σέ ἕνα ἀτέρμονο
κύκλο γεννήσεων καί θανάτων μέχρι νά «ξεπληρώσει» τό κάρμα του.
Ἀποτέλεσμα
αὐτῶν τῶν ἀντιλήψεων εἶναι νά καλλιεργεῖται
στόν ἄνθρωπο ἕνας ἐγωκεντρισμός
ἀντί τῶν σχέσεων τῆς
ἀμοιβαίας ἀγάπης καί ὑπευθυνότητας
στήν κοινωνία. Πίστη στήν μετενσάρκωση σημαίνει ἀρνητική ἀξιολόγηση
τῆς κοινωνικότητας τοῦ ἀνθρώπου,
ἀφοῦ κάθε συμμετοχή στήν καθημερινή κοινωνική ζωή θεωρεῖται
«ταύτιση» ἤ «προσκόλληση» καί ὡς ἐκ
τούτου δημιουργεῖ κάρμα. Τό δόγμα
τῆς μετενσάρκωσης ἐξυπηρετεῖ
στό ἀκέραιο ὅσους ἐνδιαφέρονται
γιά τήν διατήρηση τοῦ
κάθε εἴδους κατεστημένου, ἐφ'
ὅσον δέν ἔχει
νόημα νά ἀγωνίζεται
κανείς γιά τήν ἐξάλειψη τῆς φτώχειας,
τῆς ἀδικίας, τῆς ἐκμετάλευσης
κ.τ.λ., γιατί ὅλες αὐτές
οἱ δυσάρεστες καταστάσεις ὀφείλονται
ἀποκλειστικά στό
κάρμα τοῦ καθενός,
τό ὁποῖο πρέπει νά ἀποδεχθεῖ
καί νά ἐκπληρώσει. Ὁ
ἀποκλεισμός ἀπό
τήν κοινωνική δραστηριότητα
καταδικάζει ἐπίσης τόν ἄνθρωπο σέ μία ἀπέραντη
μοναξιά, ἐγκαταλελειμμένο στό «πεπρωμένο» του χωρίς καμία βοήθεια, ἀφοῦ,
σύμφωνα μέ τούς διδασκάλους τῆς μετενσάρκωσης, ὁ
ἄνθρωπος δέν πρέπει κἄν νά προσπαθήσει νά ἀλλάξει
το προδιαγεγραμμένο σενάριο τῆς ζωῆς
του.
Γιά τόν Χριστιανό ὅμως,
πού πλάστηκε ἐλεύθερος ἀπό τό Θεό, θεμέλιο τῆς
πίστης του εἶναι ἡ Ἀνάσταση. Ὁ ἴδιος
ὁ Χριστός διαβεβαίωσε: «Ἐγώ εἰμί
ἡ ἀνάστασις καί ἡ ζωή» (Ἰωάν.
ια΄ 25), δέν μίλησε γιά μετενσάρκωση. Αὐτή τήν πίστη
μεταλαμπάδευσε στούς μαθητές καί ἀποστόλους του: «Εἰ
δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, ματαία ἡ πίστις ὑμῶν,
ἔτι ἐστέ ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν»
(Α΄ Κορ. ιε΄ 17). Ἡ πίστη μας γιά τήν Ἀνάσταση
δέν εἶναι κενή περιεχομένου. Βιώνεται καί βεβαιώνεται καθημερινά
στό Ἀναστάσιμο καί Πασχάλιο δεῖπνο τῆς
Θ. Εὐχαριστίας. Γιά τόν Χριστιανό παρακαταθήκη εἶναι
τά λόγια τοῦ Κυρίου: «Ὁ τρώγων μου τήν σάρκα
καί πίνων μου τό αἷμα ἔχει ζωήν αἰώνιον, καί ἐγώ
ἀναστήσω αὐτόν ἐν
τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ» (Ἰωάν. στ΄ 54).
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ μετενσάρκωση
Παραθέτουμε
στή συνέχεια ἐνδεικτικά
ἀπόψεις μεγάλων Πατέρων
τῆς Ἐκκλησίας γιά
τή διδασκαλία τῆς
μετενσάρκωσης:
«Διῶξε
μακριά τίς φλυαρίες τῶν
"σοβαρῶν φιλοσόφων", πού
δέν ντρέπονται νά
ὑποστηρίζουν ὅτι
οἱ ψυχές τους καί οἱ
σκυλίσιες ψυχές εἶναι
ὁμοειδεῖς μεταξύ
τους. Πού λένε ὅτι οἱ ἴδιοι ὑπῆρξαν
κάποτε γυναῖκες καί
θάμνοι καί ψάρια
καί θαλασσινά. Ἐγώ
δέ θά σᾶς πῶ βέβαια ἄν ὑπῆρξαν
ποτέ ψάρια. Θά σᾶς
πῶ ὅμως μέ βεβαιότητα
ὅτι, ὅταν ἔγραφαν αὐτά
τά πράγματα, ἦσαν πιό
ἀνόητοι ἀπό
τά ψάρια» (Μ. Βασίλειος, Ἑξαήμερος
Η' β' 8,9, ΕΠΕ 4, 305-306).
«Φοβοῦμαι
μήπως ἔλθη στό νοῦ
σας κάποια παράλογη σκέψη,
ὅτι τάχα ἡ ψυχή ἔχει ζήσει κάπου
ἀλλοῦ καί κατόπιν συνδέθηκε μέ
αὐτό τό σῶμα ... Τό νά
δεχθεῖ κανείς αὐτό
τό πρᾶγμα εἶναι πολύ
παράλογο καί ἔξω
ἀπό τήν Ἐκκλησία». (Γρηγόριος
Θεολόγος, Λόγος ΛΖ' 15, ΕΠΕ 5,
453-455).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου